Δευτέρα 27 Νοεμβρίου 2023

Ο άγνωστος που έπεσε στις γραμμές του τραίνου...

Κανείς δεν τον γνώρισε. Υπήρξε μόνο σαν προσωρινή παρακώλυση κυκλοφορίας στο Μετρό. Μετά πέθανε, χωρίς ποτέ να μάθουμε το γιατί...

Γράφει ο Κώστας Παπαχρήστου

Το ακούμε τόσο συχνά στις ειδήσεις που έχει πάψει πια να διεγείρει κι αυτό ακόμα το αίσθημα της περιέργειάς μας:

«Η κίνηση στη Γραμμή Χ του Μετρό διεξάγεται προσωρινά μέχρι τον σταθμό Ψ, λόγω πτώσης ατόμου στις γραμμές.»

Η είδηση έχει πρωτίστως χρηστική σημασία. Δεν αφορά τη βουτιά θανάτου καθαυτή, αλλά το πρόβλημα που θα συναντήσουν όσοι προτίθενται να χρησιμοποιήσουν το μετρό ή τον ηλεκτρικό. Το ίδιο όπως, π.χ., αν είχε πέσει ένα δέντρο στις γραμμές του ΗΣΑΠ κάπου ανάμεσα σε Περισσό και Πευκάκια...

Ίσως να αδικώ τους ειδικούς στον χώρο της ψυχικής υγείας, όμως δεν έτυχε να δω κάποια ερευνητική μελέτη που να ρίχνει φως στον μηχανισμό που οδηγεί σε αυτήν ειδικά τη φρικιαστική μορφή αυτοχειρίας. Η οποία, εκτός από την ίδια την αφαίρεση της ζωής, προκαλεί ανεξίτηλα ψυχικά τραύματα στους ακούσιους μάρτυρες του συμβάντος και, ακόμα περισσότερο, στους ανθρώπους που καλούνται να αποκαταστήσουν την κανονικότητα στο μέσο μεταφοράς. Χωρίς να παραβλέψουμε και το αίσθημα ενοχής που είναι πολύ πιθανό να φέρει εκείνος που του ήταν αδύνατο να φρενάρει το τραίνο μέσα σε μόλις ένα κλάσμα του δευτερολέπτου...

Ο άνθρωπος που έπεσε στις γραμμές δεν φορούσε πάνω του κάποιο σηματάκι που να μας προειδοποιεί για τις προθέσεις του, να μας δίνει μια κάποια ευκαιρία να τον σταματήσουμε πριν τη μοιραία τελική πράξη. Δεν θα μάθουμε ποτέ το παραμικρό γι' αυτόν και για τους λόγους που τον έκαναν να αποχαιρετήσει με τέτοιον τρόπο τον κόσμο μας, έναν κόσμο που φαίνεται πως δεν τον χωρούσε πια. Και δεν είμαι βέβαιος αν ο τρόπος αυτός της αποχώρησής του, με το αίσθημα φρίκης που προκάλεσε σε όσους υπήρξαν μάρτυρες, μπορεί να ερμηνευθεί σαν εκκωφαντικό μήνυμα προς όλους εκείνους που δεν τον άκουσαν να φωνάζει πως πονά, ή σαν τιμωρία για μια απονεκρωμένη κοινωνική συνείδηση που - κατά τη γνώμη του - αδιαφόρησε για το μαρτύριο της ζωής του.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο άνθρωπος αυτός ήταν πολύ, πολύ απελπισμένος. Και μας βασανίζει το σχεδόν ενοχικό ερώτημα αν θα μπορούσαμε να είχαμε διαβάσει την απελπισία στο πρόσωπό του ώστε να σπεύσουμε εγκαίρως να τον εμποδίσουμε. Όμως, όταν βρεθείτε ξανά σε κάποια αποβάθρα του μετρό, μετρήστε γύρω σας τα πρόσωπα που φέρουν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της κατάθλιψης, ακόμα και της απελπισίας. Μου έχει τύχει αρκετές φορές να νιώσω ανακούφιση διαπιστώνοντας ότι κάποιο άγνωστο άτομο με περίεργο παρουσιαστικό περίμενε στην άκρη της αποβάθρας απλά και μόνο για να μπει στο τραίνο!

Όσο ακραίο κι αν ακούγεται, ο άνθρωπος που πέφτει στις γραμμές του τραίνου σε κοινή θέα μοιάζει ως ένα βαθμό με τον τρομοκράτη σε αποστολή αυτοκτονίας. Μόνο που τα θύματα της πράξης του δεν πεθαίνουν βιολογικά αλλά τραυματίζονται ψυχικά και ηθικά, ίσως για το υπόλοιπο της ζωής τους. Η αποτροπή της πράξης, λοιπόν, θα έχει διπλό όφελος, τόσο για τη ζωή του ίδιου του υποψήφιου αυτόχειρα, όσο και για την προάσπιση της ψυχικής υγείας των επιβατών και των εργαζομένων στο μετρό.

Αυτό σημαίνει ότι απαιτείται υψηλότερο επίπεδο εγρήγορσης και εποπτείας εκ μέρους του συγκοινωνιακού μέσου, με σκοπό την άμεση παρέμβαση σε εκείνες, τουλάχιστον, τις περιπτώσεις όπου κάποιος επιβάτης εμφανίζει «περίεργη» συμπεριφορά αναμένοντας την άφιξη του συρμού. Ξέρω, κάτι τέτοιο συνεπάγεται προσλήψεις πρόσθετου ειδικευμένου προσωπικού και, συνεπώς, περισσότερες δημόσιες δαπάνες. Το ερώτημα είναι: αξίζει τον κόπο μία τέτοια θυσία από ένα κράτος που δεν του περισσεύουν; Θαρρώ πως ναι!

KLIK

Τρίτη 21 Νοεμβρίου 2023

Η λέξη που σβήστηκε απ' το τραγούδι... | Πολιτική ορθότητα ή συμβολισμός;


Ρατσισμός της εικόνας: ένα είδος που κανένας αντιρατσιστικός νόμος δεν προβλέπει. Τα θύματα δεν είναι καν απαραίτητο να βρίσκονται εδώ ως μετανάστες...

Γράφει ο Κώστας Παπαχρήστου

Σε πρόσφατη συναυλία της, η Άλκηστις Πρωτοψάλτη επέλεξε να τραγουδήσει τον θρυλικό «Άδωνι» του Σταμάτη Κραουνάκη χωρίς να περιλάβει την θεωρούμενη, σήμερα, ως «πολιτικά μη-ορθή» λέξη «χοντρή». Η παράλειψη της λέξης, αν και έγινε για συμβολικούς λόγους (ως μήνυμα κατά του λεγόμενου «body shaming», δηλαδή του χλευασμού της εξωτερικής εμφάνισης), ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων με το αιτιολογικό ότι αλλοιώνει ανεπίτρεπτα ένα καλλιτεχνικό δημιούργημα μιας άλλης εποχής προς χάριν του σύγχρονου δόγματος της πολιτικής ορθότητας.

Είναι φανερό ότι οι κριτές δεν αντιλήφθηκαν το πνεύμα της επιλογής της κ. Πρωτοψάλτη, εκλαμβάνοντας τον συμβολισμό ως ηθικολογικό κομφορμισμό. Και είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η σημασία του συμβολισμού αυτού δεν είναι καθαρά θεωρητική. Μας υπενθυμίζει ότι η πράξη της προσβολής προς τον συνάνθρωπο, εκτός από απλά ενοχλητική, είναι δυνατό σε κάποιες περιπτώσεις να έχει σοβαρές συνέπειες. Ακόμα και τραγικές...

Πριν από δύο χρόνια, ένα ανατριχιαστικό συμβάν είχε απασχολήσει για λίγο την ειδησεογραφία στη χώρα. Μία 14χρονη από τη Θεσσαλονίκη πέθανε από πολυοργανική ανεπάρκεια μετά από εγχείρηση για τοποθέτηση γαστρικού δακτυλίου. Η χειρουργική παρέμβαση στο σώμα της κοπέλας έγινε προκειμένου εκείνη να χάσει τα «περιττά κιλά» που αποτελούσαν λόγο χλευασμού και κοινωνικής απομόνωσής της από τους συνομηλίκους της. Δεν ήταν το πρώτο, ούτε – φοβάμαι – θα είναι το τελευταίο περιστατικό τραγικής κατάληξης ενός σχολικού μπούλινγκ με αφορμή την εξωτερική εικόνα, σε μία χώρα που υπερηφάνως δηλώνει θεσμικά παρούσα στον αγώνα ενάντια στον ρατσισμό...

Αν και κρίνομαι ως σκανδαλωδώς ελαστικός στον ρόλο μου ως εκπαιδευτικού, θα εξισορροπήσω κάπως τα πράγματα λέγοντας ότι έχουμε υπάρξει εξαιρετικά επιεικείς με τη νέα γενιά του καιρού μας. Τρέμοντας μήπως τυχόν δημιουργήσουμε «στα παιδιά» τις ενοχές που εμείς υποστήκαμε, τα αφήσαμε να πιστεύουν ότι δικαιούνται τα πάντα ενώ οφείλουν ελάχιστα. Και, μέσα στα «δικαιώματά τους» είναι η ελευθερία του ισχυρότερου να επιβεβαιώνει με κάθε τρόπο την «υπεροχή» του πάνω στον πιο αδύναμο. Κάποιες φορές η υπεροχή έχει να κάνει με σωματική δύναμη. Άλλες φορές μετριέται με την απουσία ενσυναίσθησης απέναντι στην ψυχική ευαλωτότητα.

Την εποχή της ηλεκτρονικής εικόνας που – συχνά εξωραϊσμένη – κατασκευάζει πρότυπα μορφής και ζωής και ορίζει αξιακά συστήματα στα social media, ο ρατσισμός του «ευειδούς» έχει κυριαρχήσει περισσότερο από ποτέ στην κοινωνική ζωή. Και, τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα ενισχύουν, απ’ τη μεριά τους, το αίσθημα αποθέωσης των «Αρίων» της Φύσης, καλλιεργώντας παράλληλα (ή, τουλάχιστον, επιτρέποντας να συντηρείται) ένα κλίμα απαξίωσης για τους μη-ευνοημένους.

Ο ρατσισμός της εικόνας επηρεάζει ιδιαίτερα έντονα τις εφηβικές και μετεφηβικές ηλικίες, με αποτέλεσμα πολλά νεαρά άτομα να τον ασκούν ως θύτες ή να τον υφίστανται ως θύματα. Το φθινόπωρο του 2012 ήρθε εις γνώση μου ένα δυσάρεστο περιστατικό που είχε λάβει χώρα εκείνες τις μέρες. Το περιστατικό υπήρξε αφορμή για το πιο κάτω κείμενο, δημοσιευμένο στο «Βήμα».

--------------------------------

Υπάρχει μία μορφή ρατσισμού που την βιώνουμε ολόγυρά μας καθημερινά, προσπερνώντας την αδιάφορα όταν δεν μας στοχεύει. Αυτοί που τον υφίστανται δεν είναι καν απαραίτητο να έχουν διαβεί τα σύνορα της χώρας, πράγμα που ίσως εξηγεί γιατί το μαρτύριό τους ελάχιστα συγκινεί και διεγείρει τα ανθρωπιστικά ανακλαστικά της πλειοψηφίας των κατά δήλωση αντιρατσιστών...

Η σκηνή στην κεντρική πλατεία της Ηλιούπολης. Μία γυναίκα τρέχει να προλάβει στη στάση το ακριβοθώρητο λεωφορείο της περιοχής. Στο παγκάκι της στάσης κάθεται μια παρέα νεαρών, πάνω-κάτω σε ηλικία τρίτης λυκείου. Ξάφνου, ένα πόδι απλώνεται απ’ το παγκάκι. Η γυναίκα σκοντάφτει πάνω του και πέφτει, ενώ την ίδια στιγμή η παρέα ξεσπά σε γέλια και σε επευφημίες γι’ αυτόν που είχε τη φαεινή ιδέα. Η γυναίκα σηκώνεται, μαζεύει ντροπιασμένη τα κομμάτια της και μπαίνει αμίλητη στο λεωφορείο, δευτερόλεπτα πριν κλείσει η πόρτα. Είναι φανερό ότι έχει προ πολλού συμβιβαστεί με την ιδέα πως ανήκει σε κατώτερη «ράτσα». Και δέχεται τις τρικλοποδιές με την ίδια στωικότητα που οι Εβραίοι δέχθηκαν κάποτε το αστέρι στο πανωφόρι τους.

Λεπτομέρεια: Η γυναίκα δεν ανήκε στους ευνοημένους της Φύσης, αυτούς που θα χαρακτηρίζονταν «ευειδείς». Ήταν αρκετά ευτραφής και τα χαρακτηριστικά της δεν είχαν, γενικά, τίποτα το «ελκυστικό» με βάση τις επιταγές του σύγχρονου σταρ-σύστεμ. Ήταν πλασμένη, θαρρείς, μόνο και μόνο για να πιστοποιεί τον θρίαμβο των εκλεκτών της Φύσης πάνω στους αδικημένους. Θα έλεγα, ήταν το ιδανικό αντι-κάτοπτρο για τον υπερχειλίζοντα ναρκισσισμό της απάνθρωπης εποχής μας.

Το περιστατικό δεν είναι μεμονωμένο. Ανάλογα συμβαίνουν καθημερινά στην Αθήνα (για να περιοριστώ στην πόλη μου). Και όλα, σχεδόν, έχουν ως αυτουργούς νέα παιδιά. Κάποια από αυτά ίσως και να κατεβαίνουν στους δρόμους συμμετέχοντας σε συλλαλητήρια κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας. Αγνοώντας, προφανώς, ότι «ξένος» είναι καθένας που βιώνει την αρνητική διάκριση και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Περάσει ή δεν περάσει τα σύνορα της χρεοκοπημένης χώρας...

Μία νέα γενιά, λοιπόν, αναδύεται φέροντας μέσα της τον σπόρο του ρατσισμού της εικόνας, έτσι όπως η τελευταία επιβάλλεται με βάση τα προστάγματα των κέντρων του διεθνούς image-making. Και, όσοι δεν είναι προικισμένοι με τις ιδιότητες που απαιτούν τα στερεότυπα, οφείλουν να υποβάλλονται σε πόνους και έξοδα ώστε να υπερνικήσουν, κατά το δυνατόν, την ίδια τη βούληση της Φύσης. Ζωή παρά φύσιν, κατά μία έννοια.

Καμία προοδευτική πολιτική δύναμη, καμία ευαίσθητη ανθρωπιστική οργάνωση, κανένα αντιρατσιστικό κίνημα δεν ασχολήθηκε ποτέ με αυτό το είδος κοινωνικού ρατσισμού. Και κανείς δεν ανησύχησε για τις (εν μέρει κληρονομημένες, εν μέρει αναδυόμενες) νοοτροπίες και συμπεριφορές μίας πολύ σκληρής νέας γενιάς, σε ό,τι αφορά την αισθητική διαφορετικότητα – ή, ακόμα χειρότερα, την φυσική αδυναμία. Μιας γενιάς απέναντι στην οποία νιώθουμε ενοχές κάθε φορά που αναλογιζόμαστε τι κόσμο της παραδίδουμε.

Μόνο που συνηθίσαμε να βλέπουμε τον κόσμο αποκλειστικά μέσα από οικονομικά κριτήρια και μεγέθη. Παραβλέποντας, έτσι, τις οφειλόμενες ενοχές μας για αξίες που δεν εμφυσήσαμε και αρχές που δεν διδάξαμε. Ίσως γιατί κι εμείς οι ίδιοι, τελικά, τις έχουμε ξεχάσει...

--------------------------------

Ο ρατσισμός της εικόνας έχει πολλά πρόσωπα. Θεοποίηση «γραμμωτών» και «κοιλιακών»... Χλευασμός για μαλλιά και πόντους που λείπουν, ή κιλά που περισσεύουν... Περιφρόνηση (έως και γελοιοποίηση) για εκείνους που τους πήραν τα χρόνια και δεν διαθέτουν πια το κουράγιο που απαιτεί μία «ολονυχτία» στα κέντρα διασκέδασης. Ο άνθρωπος που «φορά τις πυτζάμες στο σπίτι» (όπως λένε με χλευαστικό ύφος κάποιες ακριβοπληρωμένες τηλε-γλάστρες) στέλνεται στα αζήτητα της ζωής. Τόπο στους «Άριους» εκλεκτούς των media!

Γυρίζοντας στην τραγική περίπτωση της 14χρονης που έφυγε τόσο νωρίς και τόσο άδικα πριν δύο χρόνια, θα πρέπει να επισημάνουμε και την ευθύνη της ίδιας της οικογένειας να θωρακίσει το παιδί με αισθήματα αυτοεκτίμησης και αυτο-αποδοχής, έτσι ώστε η εικόνα που θα σχηματίσει για τον εαυτό του να είναι κατά το δυνατόν αυτοδύναμη και όχι κατοπτρικό είδωλο διαμορφωμένο με βάση τα αισθητικά κριτήρια του κοινωνικού περίγυρου.

Από την άλλη, οι γονείς θα πρέπει να διδάξουν από νωρίς στο παιδί τον σεβασμό στη διαφορετικότητα του άλλου, ειδικά όταν αυτή συνίσταται στην απόκλιση από καθιερωμένα πρότυπα που εκλεκτικά προβάλλονται στα κάθε λογής κοινωνικά δίκτυα και τα μέσα ενημέρωσης.

Ο ρατσισμός δεν αντιμετωπίζεται μόνο με περιπτωσιολογικής στόχευσης και αμφίβολης αποτελεσματικότητας αντιρατσιστικούς νόμους. Απαιτεί κυρίως σωστή διαπαιδαγώγηση. Αυτό, πιστεύω, ήθελε να μας θυμίσει η Άλκηστις, παραλείποντας την επίμαχη λέξη από το τραγούδι.

Τρίτη 14 Νοεμβρίου 2023

ΤΟ ΒΗΜΑ - Είναι ο επαγγελματικός πραγματισμός μοναδικό ζητούμενο σε μία καλή εκπαίδευση;


Το εκπαιδευτικό σύστημα επικρίνεται συχνά για την αδυναμία του να παρακολουθήσει την αγορά και να προσαρμοστεί στις ανάγκες της. Είναι όμως ο επαγγελματικός πραγματισμός το μοναδικό ζητούμενο σε μία εκπαίδευση που υπηρετεί υψηλότερες ανθρώπινες αξίες;

Ο θείος μου ο Νικήτας ήταν Μηχανικός, σπουδαγμένος στο Πολυτεχνείο. Θα πρέπει να υπήρξε, διαχρονικά, ο φανατικότερος αναγνώστης του «Βήματος»! Όσο ζούσε, τον επισκεπτόμουν τακτικά και του διάβαζα τα κείμενά μου στην ηλεκτρονική έκδοση (παλιά «καραβάνα», δεν γνώριζε από υπολογιστές). Τα άκουγε πάντα με προσοχή. Και πάντα, μετά το τέλος της ανάγνωσης, έκανε το (αναμενόμενο) σχόλιο: «Τι τα θέλεις, τώρα, και τα γράφεις αυτά κι εκτίθεσαι;»

Ο θείος μου ανήκε σε εκείνη τη γενιά που μπορούσε άνετα μετά τις σπουδές να βρει μια θέση στο δημόσιο. Διορίστηκε, μα δεν κάθισε για πολύ. Προτίμησε, τελικά, να εργαστεί στη βιομηχανία, που πρόσφερε πολύ περισσότερα χρήματα και καλύτερες προοπτικές επαγγελματικής εξέλιξης.

Έχοντας ζήσει τις σκληρές εμπειρίες ενός πολέμου και μιας Κατοχής όπου «ζωή» έφτασε να σημαίνει «επιβίωση», ο θείος είχε υιοθετήσει απόλυτα τον μεταπολεμικό πραγματισμό της εποχής. Έτσι, για παράδειγμα, αν κάποιος νέος τού έλεγε ότι σκόπευε, π.χ., να σπουδάσει Φιλοσοφία, είναι βέβαιο ότι θα του έθετε το ρητορικό ερώτημα: «Και τι δουλειά θα βρεις να κάνεις όταν τελειώσεις τις σπουδές σου;» Με άλλα λόγια, πόση φιλοσοφία μπορεί να «καταναλώσει» η αγορά εργασίας; Τη ρητορική φύση του ερωτήματος αναδεικνύει ακόμα περισσότερο στις μέρες μας το γεγονός ότι, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, όλο και λιγότεροι φοιτητές, διεθνώς, στρέφονται προς τις ανθρωπιστικές σπουδές. Ο λόγος είναι, φυσικά, ότι οι σχετιζόμενες επιστήμες «δεν πληρώνουν».

Γενικά μιλώντας, η σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας είναι σήμερα προϋπόθεση επιβίωσης. Και, με το ξέσπασμα της πρόσφατης οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, κλιμακώθηκε μία αντίληψη σύμφωνα με την οποία πρωταρχικός – αν όχι μοναδικός – σκοπός της εκπαίδευσης είναι η προετοιμασία ενός νέου ανθρώπου για την ένταξή του στην αγορά.

Αναντίρρητα, η αγορά είναι ο στίβος όπου ο νέος θα αναζητήσει την ευκαιρία για την εξασφάλιση αξιοπρεπούς ζωής και κοινωνικής καταξίωσης. Το ζήτημα είναι κατά πόσον η εκπαίδευση θα πρέπει να περιορίσει τον ρόλο της στην υπηρέτηση αυτών και μόνο των στόχων, με δεδομένο ότι η επιβίωση είναι αναγκαία προϋπόθεση αλλά όχι επαρκής συνθήκη για μία ολοκληρωμένη ζωή. Η επίτευξη αυτής της ολοκλήρωσης υπήρξε πάντα η βασική αποστολή της παιδείας, ενός θεσμού που υπερβαίνει εκείνον της εκπαίδευσης. Γιατί, εκτός από την παροχή αναγκαίων γνώσεων, η παιδεία στοχεύει σε κάτι ανώτερο από την επιβίωση: τη διάπλαση χαρακτήρων, την ανάπτυξη αυτοσυνειδησίας και τη διαμόρφωση αξιών ζωής!

Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να παραθέσω ένα απόσπασμα από ένα παλιότερο κείμενό μου στο «Βήμα» (Δεκέμβριος 2015):

Ας φανταστούμε ένα ακραίο σενάριο: μία κοινωνία όπου το εκπαιδευτικό σύστημα είναι προσανατολισμένο αποκλειστικά στις ανάγκες της αγοράς. Ο άνθρωπος – μονάδα αντικαθίσταται βαθμιαία από τον άνθρωπο – εξάρτημα. Η ανθρώπινη μοναδικότητα, δηλαδή, υποκαθίσταται από την ανθρώπινη λειτουργικότητα, στο πλαίσιο ενός προκαθορισμένου συστήματος αξιών με το οποίο ο άνθρωπος καλείται να είναι (ή να γίνει) συμβατός προκειμένου να επιβιώσει.

Η μοναδικότητα τείνει έτσι να γίνει αναλώσιμο είδος. Για παράδειγμα, μία ηλεκτρική συσκευή μπορεί να είναι μοναδική στο είδος της σε ένα σπίτι, αν όμως πάψει να λειτουργεί σωστά αντικαθίσταται από άλλη παρόμοια. Το ίδιο, κατ’ αναλογία, κι ένας οποιοσδήποτε επαγγελματίας μέσα στο απρόσωπο, ισοπεδωτικό χωνευτήρι της αγοράς σε αυτή την υποθετική κοινωνία.

Επιστρέφοντας στον κόσμο του πραγματικού, θεωρώ αναγκαίο να θέσω μερικά ερωτήματα στα οποία οφείλουμε οι εκπαιδευτικοί να δώσουμε πειστικές απαντήσεις:

– Στο πλαίσιο του λειτουργήματός μας, διδάσκουμε στον μαθητή το «γιατί», ή μήπως περιοριζόμαστε όλο και περισσότερο στο «πώς»; Αναδεικνύουμε την αξία της γνώσης για τη γνώση με πρωταρχικό στόχο τη διεύρυνση των πνευματικών οριζόντων και την εσωτερική καλλιέργεια; Ενθαρρύνουμε την ανάπτυξη κριτικής σκέψης σε βάρος της απομνημόνευσης;

– Αφήνουμε περιθώρια στον μαθητή να αναδείξει και να αναπτύξει ιδιαίτερα προσωπικά χαρίσματα τα οποία δεν προορίζονται να εξυπηρετήσουν τη μελλοντική σχέση του με την αγορά, άρα σχετίζονται γενικότερα με τη ζωή και όχι στενά με την επιβίωση; Τον ενθαρρύνουμε να ανακαλύψει μέσα του αρετές που δεν κοστολογούνται, άρα δεν αγοράζονται ή πουλιούνται;

– Στην αποτίμηση του ρόλου μας ως δασκάλων, υφίσταται ακόμα η ανάπτυξη αυτογνωσίας ως κορυφαία αποστολή της εκπαίδευσης (κατά Σωκράτη), ή ο όρος κατάντησε να σημαίνει την ανακάλυψη δεξιοτήτων που θα καταστήσουν τον αυριανό πολίτη χρήσιμο (αν και ενδεχομένως αναλώσιμο) εξάρτημα του συστήματος της αγοράς;

– Εξηγούμε στον μαθητή ότι υπάρχει κάποια διαφορά ανάμεσα στο επάγγελμα και το λειτούργημα (με τη σημασία της υψηλής κοινωνικής προσφοράς), έτσι ώστε όταν τα δύο συνυπάρχουν, το πρώτο να μην επισκιάζει και εν τέλει καταργεί το δεύτερο;

– Και, τέλος, διδάσκουμε την αλληλεγγύη σαν αντίρροπη δύναμη στον ανταγωνισμό και σαν απαραίτητο συνεκτικό στοιχείο κάθε ανθρώπινης κοινωνίας;

Με βάση τις απαντήσεις μας σε ερωτήματα όπως τα παραπάνω, θα μπορέσουμε να αξιολογήσουμε το επίπεδο της προσφοράς μας στο λειτούργημα της εκπαίδευσης. Θα μπορέσουμε να διαγνώσουμε αν επάξια φέρουμε τον τίτλο του δασκάλου, ή αν θα πρέπει ενδεχομένως να περιοριστούμε, π.χ., σε αυτόν του καθηγητή. Αν είμαστε ταγμένοι στην αποστολή της διαμόρφωσης ανθρώπινης συνειδητότητας, ή αν απλά λειτουργούμε ως χορηγοί πληροφορίας σε ανθρώπινους αποθηκευτικούς χώρους με στόχο την παραγωγή χρήσιμων μελλοντικών εργαλείων σε ένα σύστημα που καταπίνει την ατομικότητα...

Αυτά γράφαμε το 2015. Σήμερα το θέμα φαίνεται ακόμα περισσότερο επίκαιρο, καθώς, με βάση διεθνείς μελέτες, οι ανθρωπιστικές σπουδές διέρχονται κρίση. Όπως αναφέρει ένα άρθρο πανεπιστημιακής εφημερίδας στις ΗΠΑ, το οποίο έτυχε να διαβάσω πρόσφατα, πρόκειται για αληθινή «τραγωδία στην εκπαίδευση»! Ο θείος Νικήτας, βέβαια, ίσως θα το ‘βλεπε αλλιώς...

Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2023

ΤΟ ΒΗΜΑ - Η «πολιτική ορθότητα» δεν είναι δόγμα που επιβάλλεται αλλά αρχή που καλλιεργείται!



Η πολιτική ορθότητα δεν συνιστά επιβαλλόμενη συμπεριφορική συμμόρφωση. Θα πρέπει να είναι φυσικό αποτέλεσμα καλλιέργειας ατομικής συνείδησης «εξ απαλών ονύχων»!

Στην ορθολογική της εκδοχή, η πολιτική ορθότητα είναι μία ιδέα τόσο συμβατή με τις ανθρώπινες αξίες ώστε στην πράξη να καθίσταται αυτονόητη. Συνιστά έναν βαθμό αυτοπεριορισμού στον δημόσιο λόγο με σκοπό την αποφυγή εκφράσεων ή πρακτικών που θα μπορούσαν να προσβάλουν «ευπαθείς» ομάδες μίας κοινωνίας, συντελώντας άμεσα ή έμμεσα στην περιθωριοποίησή τους.

Αν και οι προθέσεις της έδειχναν αρχικά αγαθές, η πολιτική ορθότητα μετεξελίχθηκε με τον καιρό σε τυραννία που απειλεί την ελευθερία της έκφρασης, καθώς αξιώνει – και, όπου είναι δυνατό, επιβάλλει – συμμόρφωση με τις αυθαίρετες και ολοένα αυξανόμενες απαιτήσεις ισχυρών πολιτικών ή ακαδημαϊκών ομάδων που εντάσσονται, κατά κύριο λόγο, στον χώρο της ευρύτερης Αριστεράς. Με τον τρόπο αυτό, η πολιτική ορθότητα έχασε τελικά κάθε επαφή με τον ορθολογισμό.

Ως άγραφος νόμος με καθαρά ηθική υπόσταση, η πολιτική ορθότητα μπορεί να οδηγήσει σε δυσφήμιση και κοινωνική περιθωριοποίηση εκείνων που την παραβιάζουν. Το ζήτημα λαμβάνει σοβαρότερες και πιο επικίνδυνες διαστάσεις όταν το δόγμα αποκτά θεσμική ισχύ, παρεισφρέοντας σε αντιρατσιστικούς νόμους ή σε άτεγκτους ακαδημαϊκούς κανονισμούς. Αυτό δίνει την δυνατότητα να σύρονται απλοί πολίτες στα δικαστήρια, ή – όπως, κυρίως, στις ΗΠΑ – πανεπιστημιακοί δάσκαλοι σε (ιερο-)εξεταστικές επιτροπές, επειδή χρησιμοποίησαν σε δημόσιο λόγο μία λέξη ή μια φράση που «δεν έπρεπε». Πρόκειται κατ’ ουσίαν για μία δια νόμου κατάργηση της ελευθερίας του λόγου.

Επί πλέον, ο ίδιος ο νόμος είναι συχνά μονόπλευρος και μεροληπτικός. Για παράδειγμα, αν κάποιος εκφράσει μία άποψη που δυνητικά προσβάλλει μια μειονοτική ή μία «ευπαθή» ομάδα, είναι δυνατό να βρεθεί κατηγορούμενος σε κάποιο δικαστήριο. Την ίδια στιγμή, χιλιάδες χρήστες μέσων κοινωνικής δικτύωσης, επώνυμοι κι ανώνυμοι, μπορούν ελεύθερα να τον καθυβρίζουν, χωρίς την παραμικρή νομική συνέπεια για εκείνους.

Αλλά, ακόμα και όταν ο νόμος δεν καταργεί de jure την ελευθερία της έκφρασης, τούτο μπορεί να επιτύχει de facto το κοινωνικό μπούλινγκ που υφίστανται οι μη-αρεστοί. Και, επειδή ο συσχετισμός δυνάμεων είναι, συνήθως, συντριπτικά εναντίον τους, οι τελευταίοι καταλήγουν να στερηθούν την ελευθερία του λόγου, είτε από φόβο, είτε λόγω των αποκλεισμών που τους επιβάλλουν τα διαδικτυακά μέσα μετά από σχετικές «καταγγελίες».

Θα πρέπει να τονίσουμε ότι είναι αναγκαίο να επιβάλλονται εκ του νόμου κάποια όρια στην ελευθερία του λόγου. Παράδειγμα: Αν πω ότι «ορθώς διέπραξε ο Χίτλερ το Ολοκαύτωμα», παραβιάζω τους νόμους κάθε δημοκρατικής πολιτείας αφού εγκωμιάζω ένα μαζικό έγκλημα και, έμμεσα, προτρέπω στην τέλεση παρόμοιων εγκλημάτων.

Από την άλλη, δεν βλέπω γιατί θα πρέπει να τεθεί ενώπιον της Δικαιοσύνης κάποιος που αρνείται ότι υπήρξε το Ολοκαύτωμα, έστω και αν πρόκειται για ένα αδιαμφισβήτητο ιστορικό γεγονός. Μπορούμε να τον μηδενίσουμε στο μάθημα της Ιστορίας, ή ακόμα και να του συστήσουμε να επισκεφθεί τον ψυχίατρό του, είναι όμως παράλογο (και, εν τέλει, αντιδημοκρατικό) να τον σύρουμε στα δικαστήρια για παραβίαση των υπερβολών κάποιου αντιρατσιστικού νόμου.

Όπως σημειώσαμε σε προηγούμενο άρθρο (*), η πολιτική ορθότητα καταλήγει συχνά να βλάπτει τις ίδιες τις προθέσεις της. Με βάση τον πανταχού παρόντα νόμο δράσης – αντίδρασης, η βίαιη στέρηση της ελευθερίας της έκφρασης προς χάριν μίας ανώτερης ιδέας, είναι δυνατό να προκαλέσει αισθήματα δυσφορίας απέναντι στην ίδια την ιδέα και, τελικά, να γεννήσει περισσότερους εχθρούς απ’ ό,τι υποστηρικτές της. Η εκλογή του Donald Trump στις ΗΠΑ το 2016 είναι μία επιβεβαίωση αυτού του κανόνα.

Υπάρχει εναλλακτική της πολιτικής ορθότητας; Ναι, η εξ απαλών ονύχων διαπαιδαγώγηση της κοινωνίας στην αποδοχή και τον σεβασμό του «διαφορετικού». Σήμερα, όμως, ενώ τα παιδιά εκτίθενται σε βομβαρδισμό πληροφορίας για το δράμα των «κατατρεγμένων του κόσμου», την ίδια στιγμή αφήνονται να θεωρούν ως «αποδεκτή» συμπεριφορά τον χλευασμό και την κοινωνική απομόνωση ανθρώπων λόγω του (ελλειμματικού ή πλεονασματικού) σωματότυπου, των μη-ελκυστικών φυσικών χαρακτηριστικών, ή του εύθραυστου ψυχισμού τους. Αντιρατσισμός και πολιτική ορθότητα αλά καρτ, δηλαδή!

Η πολιτική ορθότητα, λοιπόν, θα αποκτήσει ουσιαστικό νόημα αν, αντί έξωθεν επιβαλλόμενης συμπεριφορικής συμμόρφωσης, ιδωθεί ως φυσικό αποτέλεσμα καλλιέργειας ατομικής συνείδησης. Τον πρώτο λόγο γι' αυτή την καλλιέργεια έχει, φυσικά, η εκπαίδευση. Για όσον χρόνο, τουλάχιστον, έχει στη διάθεσή της, πριν αναλάβει το έργο της αποδόμησης των συνειδήσεων η πολιτική...