Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Μουσική κρυπτογραφία και μινιμαλισμός στην "Πέμπτη Συμφωνία"

Λίγες σκέψεις για ένα μουσικό έργο που περιέχει πολύ περισσότερα από ένα δημοφιλές μουσικό μοτίβο...


Έτος Μπετόβεν το 2020, με την συμπλήρωση 250 χρόνων από την γέννηση του μεγάλου μουσικού. Έτσι, ένα μικρό μουσικολογικό αφιέρωμα είναι ένας ελάχιστος φόρος τιμής σε αυτόν...

Ο Τιτάνας έγραψε εννέα συμφωνίες. Πολλοί θεωρούν, ίσως όχι άδικα, ως κορυφαία την τελευταία του, την Ένατη. Ήταν αυτή, άλλωστε, που άνοιξε το δρόμο στον Σούμπερτ, τον Μπραμς, τον Μπρούκνερ, τον Βάγκνερ, τον Μάλερ, ακόμα και τον Σοστακόβιτς.

Κάποια άλλη συμφωνία του, η Πέμπτη, είναι ιδιαίτερα δημοφιλής λόγω του χαρακτηριστικού εναρκτήριου θέματός της. Ένα θέμα κατά βάση ρυθμικό (όχι μελωδικό) που θα το κωδικοποιούσαμε με την έκφραση «3-1». Δηλαδή, ένα γκρουπ από τρεις νότες (ή, αν προτιμάτε, τρία χτυπήματα) ακολουθούμενο από μία τέταρτη (ίδιας ή μεγαλύτερης διάρκειας) η οποία τονίζεται κάπως, έτσι ώστε να ξεχωρίζει από τις άλλες τρεις:

«παμ-παμ-παμ-ΠΟΜ» ή «παμ-παμ-παμ-ΠΟΟΟΜ»

Αυτό που είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσει κάποιος σε πρώτο άκουσμα είναι ότι η Πέμπτη Συμφωνία του Μπετόβεν είναι ένα αριστούργημα μινιμαλιστικής κυκλικής γραφής! Θα τολμούσα να πω, μία σχεδόν μονοθεματική συμφωνία όπου το θέμα, δίκην έμμονης ιδέας (για να θυμηθούμε τον Μπερλιόζ) επαναλαμβάνεται σε όλη την έκταση του έργου. «Μα, όχι», ίσως πει ο αναγνώστης, «το θέμα ακούγεται μόνο στο πρώτο μέρος και – κάπως παραλλαγμένο – στο σκέρτσο, πριν το φινάλε!»

Απαιτούνται πολλές, πάρα πολλές ακροάσεις της «Πέμπτης» για να εντοπίσει κανείς όλες τις παρουσίες αυτού του δαιμονικού «3-1» θέματος, που εμφανίζεται με όλες τις δυνατές του μεταμφιέσεις σε κάθε μέρος, σε κάθε απόσπασμα της φοβερής συμφωνίας. Ακόμα κι εκεί, όμως, που δεν ακούγεται στην κυριολεξία, ο ακροατής το «ακούει» ως αφαίρεση, προβάλλοντάς το ο ίδιος, σχεδόν ασυνείδητα, μέσα από το περιρρέον ορχηστρικό περιβάλλον.

Πολλοί μουσικολόγοι έχουν αμφισβητήσει αυτή την σχεδόν μεταφυσική διάσταση της Πέμπτης Συμφωνίας του Μπετόβεν, με τον ισχυρισμό ότι το βασικό ρυθμικό θέμα της είναι μάλλον κοινότοπο και ακούγεται σε πολλά μουσικά έργα (αναφέρω, ενδεικτικά, το γνωστό γαμήλιο εμβατήριο του Μέντελσον, την Τέταρτη Συμφωνία του Τσαϊκόφσκι, καθώς και την Πέμπτη Συμφωνία του Μάλερ). Προσωπικά πιστεύω ότι οι αναλυτές διστάζουν κατά βάθος να αναγνωρίσουν μία πολύ ιδιαίτερη αρετή σε κάποιο έργο του Μπετόβεν, η οποία θα έδινε στο έργο αυτό ένα μοναδικό συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με την ιερή Ένατη Συμφωνία!

Με την μινιμαλιστική γραφή του στην Πέμπτη Συμφωνία, ο Μπετόβεν διδάσκει την τέχνη της μουσικής κρυπτογραφίας. Άνοιξε έτσι τον δρόμο για τις θεματικές μεταμορφώσεις του Λιστ, του Βάγκνερ (τα περίφημα Leitmotiv), του Φρανκ, του Τσαϊκόφσκι, του Στράους (του Ρίχαρντ, φυσικά), ακόμα και του Ραχμάνινοφ.

Η περίπτωση του Τσαϊκόφσκι αξίζει ιδιαίτερη προσοχή. Χτίζει την όπερα «Ντάμα Πίκα» πάνω σε τρία μόλις βασικά θέματα (Leitmotiv), τα οποία όμως μετασχηματίζονται κατά τρόπο ιδιοφυή κατά τη διάρκεια του έργου, σε αντιστοιχία με τον μετασχηματισμό των χαρακτήρων του δράματος (το φινάλε της δεύτερης πράξης είναι ένας μουσικός χαρακτηρισμός της διχασμένης προσωπικότητας). Από μία διαφορετική άποψη, η μουσική κρυπτογραφία ήταν υπαρξιακή ανάγκη για τον Τσαϊκόφσκι, αφού μόνο μέσω των κωδικοποιημένων μηνυμάτων που πρόσφερε μπορούσε ο συνθέτης να εκφράσει ελεύθερα πτυχές της προσωπικότητάς του με τις οποίες δεν ήταν συμφιλιωμένος (και, κατά μία εκδοχή, οδήγησαν στην αυτοκτονία του).

Σημειώνουμε, τέλος, ότι ο μινιμαλισμός του Μπετόβεν στην «Πέμπτη» βασίζεται σε συνεχή μετασχηματισμό μίας πολύ απλής θεμελιώδους ιδέας, και κατά τούτο διαφέρει από τον επαναληπτικό μινιμαλισμό που αναπτύχθηκε κατά τον εικοστό αιώνα (βλ., π.χ., https://www.academia.edu/3490009/REPETITIVE_MINIMALISM_A_HISTORICAL_STYLE_OR_A_PERSPECTIVE_IN_MUSIC). Είναι, θα λέγαμε, μία εμμονική αναζήτηση ψυχικής λύτρωσης που δεν βρίσκει δικαίωση παρά μόνο στις τελευταίες νότες του θριαμβευτικού φινάλε της συμφωνίας.

Χωρίς, λοιπόν, να αμφισβητούμε κατ' ελάχιστον την σημασία της Ένατης Συμφωνίας του Μπετόβεν για την μετέπειτα εξέλιξη της Μουσικής, πιστεύουμε ότι η Πέμπτη Συμφωνία αξίζει να εκτιμηθεί περισσότερο για την επαναστατική πρωτοτυπία της και λιγότερο για την αναμφισβήτητη δημοφιλία της. Ή, τουλάχιστον, όχι απλά και μόνο γι' αυτήν...


ΤΟ ΒΗΜΑ

Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Ρατσισμός και εγκληματικότητα

Η δυσδιάκριτη ρατσιστική διάσταση στην εγκληματικότητα, και οι επιλεκτικές ευαισθησίες μιας κοινωνίας...


«Άγιοι Θεόδωροι: Ανθρωποκυνηγητό για τους ληστές που σκότωσαν ηλικιωμένη» (ΤΟ ΒΗΜΑ, 8-12-2019)

Ένα ακόμα ηλικιωμένο άτομο, θύμα αδίστακτων κακοποιών. Απλά, ο τελευταίος κρίκος - μέχρι νεωτέρας - σε μια ατέλειωτη αλυσίδα περιστατικών βίας εις βάρος ανθρώπων με μειωμένες φυσικές δυνατότητες αντίστασης. Ερώτηση: Όσο φρικτό κι αν είναι το φαινόμενο, έχει θέση στις γραμμές ενός κειμένου με θέμα τον ρατσισμό; Ισχυριζόμαστε πως έχει. Και όχι μόνο για τον λόγο ότι οι δράστες εγκληματικών πράξεων συχνά (πολύ συχνά, δυστυχώς) ανήκουν σε ομάδες που απολαμβάνουν την προστασία αντιρατσιστικών νόμων...

Ας ξεκινήσουμε επισημαίνοντας ότι, αυτονόητα, το κατά πόσον μία πράξη ή συμπεριφορά είναι ή όχι ρατσιστική εξαρτάται από το πώς ορίζει κάποιος αυτή τούτη την έννοια του ρατσισμού. Τον δικό μας ορισμό είχαμε καταθέσει σε παλιότερα κείμενα [1,2] και με βάση αυτόν θα αναπτύξουμε τις ιδέες μας στο παρόν.

Σε συμφωνία με τον γενικό ορισμό που έχουμε προτείνει, θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως ρατσιστική συμπεριφορά την αυθαίρετη τάση κάποιου να κατωτεροποιεί λόγω ή/και έργω κάποιον άλλον με βάση μία ιδιότητα την οποία ο δεύτερος φέρει ακούσια και η οποία δεν συνιστά ανασταλτικό υπαρξιακό παράγοντα (π.χ., απειλή) για τον πρώτο.

Κλασικό παράδειγμα ρατσιστικής πολιτικής ήταν οι διώξεις των Εβραίων από τους Ναζί, δεδομένου ότι η εβραϊκή ιδιότητα δεν αποτελεί επιλεγμένο (εκούσιο) χαρακτηριστικό, όπως επίσης και δεν συνιστά καθ’ οιονδήποτε τρόπο απειλή για μία κοινωνία. Από την άλλη, τα προληπτικά περιοριστικά μέτρα για άτομα που φέρουν επικίνδυνη επιδημική νόσο δεν συνιστούν ρατσιστική πολιτική αφού μία συγκεκριμένη ιδιότητα των ατόμων αυτών, αν και μη επιλεγμένη, αποτελεί παράγοντα κινδύνου για ολόκληρη την κοινωνία.

Όπως οδυνηρά μας δίδαξε η Ιστορία, ο ρατσισμός ενίοτε οδηγεί σε μαζικά εγκλήματα. Το ναζιστικό Ολοκαύτωμα των 6 εκατομμυρίων είναι, ασφαλώς, κορυφαίο παράδειγμα. Το ίδιο και η προηγηθείσα εξόντωση ατόμων με σωματικές ή διανοητικές αναπηρίες. Και, πίσω από το καταρχήν ιδεολογικό υπόβαθρο των εγκλημάτων διακρίνει κανείς συχνά την κυνική όψη της ιδιοτελούς σκοπιμότητας, αφού σε πολλές περιπτώσεις οι Ναζί έσπευσαν να υφαρπάξουν τις περιουσίες και τις δουλειές εκείνων που στάλθηκαν στα στρατόπεδα του θανάτου. Ακόμα και τα μαλλιά και τα χρυσά δόντια των δολοφονημένων στο Άουσβιτς αξιοποιήθηκαν προς όφελος της γερμανικής οικονομίας!

Σήμερα, στο άκουσμα της λέξης «ρατσισμός» τείνουμε να παραπεμπόμαστε όλο και λιγότερο στα γεγονότα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Και αυτή την ιστορική αμνησία έχει ήδη αρχίσει να πληρώνει η Ευρώπη με την ανησυχητική άνοδο του νεοναζισμού. Σε αυτό έχει συμβάλει τα μέγιστα η εννοιολογική σύγχυση που επικρατεί πάνω στον ρατσισμό, τον οποίο πολλοί (ακόμα και έγκριτοι κοινωνικοί αναλυτές) συγχέουν με την ξενοφοβία [3]. Η τελευταία, εν τούτοις, είναι μία εντελώς διακριτή έννοια που σχετίζεται κυρίως με τις αντιδράσεις τοπικών κοινωνιών για τις παρενέργειες που έχει επιφέρει η ανεξέλεγκτη μετανάστευση. Αν και ενίοτε συνυπάρχει στην πράξη με τον ρατσισμό, η ξενοφοβία δεν θα πρέπει να θεωρείται ταυτόσημη με αυτόν.

Οι Ναζί, λοιπόν, κινούμενοι ιδεολογικά κάπου ανάμεσα στον Δαρβίνο και τον Νίτσε (όπως τουλάχιστον εκείνοι τον ερμήνευσαν) αποπειράθηκαν να εξοντώσουν όσους αυθαίρετα θεώρησαν ως «κατώτερους» και, σε πολλές περιπτώσεις, χρησιμοποίησαν αυτή την υποτιθέμενη «κατωτερότητα» των θυμάτων τους ως ηθικό άλλοθι για να εκμεταλλευτούν την εργασία τους και να ιδιοποιηθούν τα υπάρχοντά τους. Σύμφωνα με την διαστροφική λογική τους, ο δυνατότερος στην άσκηση βίας – ο παντοδύναμος «Άριος» – έχει δικαίωμα ζωής, θανάτου, εκμετάλλευσης και υπεξαίρεσης πάνω στον αδύνατο...

Σήμερα, σε μία κοινωνία που στο μεγαλύτερο μέρος της δηλώνει αντιρατσιστική και, παράλληλα, εμφανίζεται αρκετά ανεκτική απέναντι σε ιδεολογικές τάσεις που οραματίζονται μια χώρα χωρίς μέσα καταστολής και δίχως κελιά φυλακών – ίσως ακόμα και χωρίς νόμους (το σλόγκαν «νόμος και τάξη» ακούγεται σχεδόν πάντα με ειρωνική διάθεση) – τείνουμε να εμφανίσουμε ηθική και ψυχική απάθεια (θα έλεγα, ανοσία) απέναντι στο ολοένα κλιμακούμενο φαινόμενο της εγκληματικότητας. Και δεν αναφέρομαι καν σε μικροκλοπές ή, έστω, αναίμακτες μικρο-διαρρήξεις αλλά σε φρικιαστικά εγκλήματα απερίγραπτης αγριότητας απέναντι, κυρίως, σε ανήμπορους ανθρώπους, συνήθως ηλικιωμένους. Μία τέτοια περίπτωση είχαμε εξιστορήσει σε παλιότερο κείμενο [4], αποτελεί όμως σταγόνα στον ωκεανό της βίας.

Αν, εν τούτοις, αναλύσει κάποιος την ηθική βάση του δολοφονικού ρατσισμού, η οποία συνοψίζεται στο δόγμα «ο αδύναμος είναι άξιος να αφανιστεί προς όφελος του ισχυρού», θα διαπιστώσει ότι ελάχιστα διαφέρει η βία των ναζιστικών ταγμάτων εφόδου ενάντια σε ανυπεράσπιστους ανθρώπους, από εκείνη μιας συμμορίας σκληρών κακοποιών που εισβάλλουν στο σπίτι ενός ηλικιωμένου και, δίχως την παραμικρή ηθική αναστολή, τον βασανίζουν απάνθρωπα, έως και τον δολοφονούν με τρόπο κτηνώδη, για να του αποσπάσουν λίγα χρήματα που πιθανώς έχει φυλαγμένα.

Οδηγούμαστε, έτσι, στο παρακάτω οξύμωρο: Εκείνοι που – θεωρητικά τουλάχιστον – αντιμάχονται την ρατσιστική βία, επιδεικνύουν ταυτόχρονα υπέρμετρη ευαισθησία και κατανόηση για όλους αδιακρίτως τους εκτίοντες ποινές για εγκλήματα που έχουν διαπράξει, ανεξάρτητα από την βαρύτητά τους, και ζητούν την μέγιστη δυνατή επιείκεια της πολιτείας απέναντί τους. Τούτο, ασφαλώς, έχει τις αφετηρίες του στην καθολική δαιμονοποίηση των κρατικών μηχανισμών προστασίας του πολίτη, σύμφωνα με το ιδεοληπτικό δόγμα ότι χειρότερη κι απ’ το χειρότερο έγκλημα είναι η επιβολή του νόμου από τα όργανα και τους θεσμούς μιας ευνομούμενης πολιτείας!

Όσο και αν μεμφόμαστε τον άνθρωπο της γειτονιάς που με την ψήφο του συνέβαλε στην κοινοβουλευτική «κανονικοποίηση» των νεοφασιστών, θα πρέπει να αναλογιστούμε κατά πόσον η δημοκρατική πολιτεία, αλλά και όλοι όσοι ομνύουμε στα δημοκρατικά ιδεώδη, έχουμε επιδείξει την δέουσα κατανόηση στην ανάγκη του ανθρώπου αυτού να ξαναβρεί το αίσθημα ασφάλειας που εδώ και χρόνια έχει απολέσει λόγω της ολοένα αυξανόμενης εγκληματικότητας. Οι «προοδευτικές» ρητορείες που κατανοούν έως και δικαιολογούν τον θύτη – ιδίως αν πρόκειται για φιλοξενούμενο στη χώρα – το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να προσφέρουν πεδίο δόξης λαμπρό σε κάθε είδους αντιδημοκρατικές και ρατσιστικές δυνάμεις που με κάθε ευκαιρία εμφανίζονται πρόθυμες να υποκαταστήσουν την επίσημη πολιτεία στο θέμα της ασφάλειας των πολιτών. Μια πολιτεία που καταγγέλλεται ως «απάνθρωπη» και «αντιδημοκρατική» όταν απλά επιχειρεί να εφαρμόσει τον νόμο απέναντι στο έγκλημα αλλά και την αναρχία (αν και αυτό το δεύτερο ζήτημα είναι ξέχωρο από την παρούσα συζήτηση).

Και, πηγαίνοντας πιο μακριά στον χάρτη και πιο πίσω στον χρόνο, ας μην ξεχνούμε ποτέ το ιστορικό δίδαγμα ότι ο συνδυασμός εθνικής οικονομικής καταστροφής και ανεξέλεγκτης βίας κι ανομίας είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για τις ανθρώπινες αξίες. Εκτός των άλλων, έφερε κάποτε στην εξουσία έναν παρανοϊκό δικτάτορα που εφάρμοσε τον ρατσισμό στην πιο αδιανόητη κι απάνθρωπη εκδοχή του!

Εν είδει επίκαιρου υστερόγραφου, θα θέλαμε να συμπληρώσουμε το εξής: Όταν το δόγμα «νόμος και τάξη» εξαιρεί εκείνους που ορίστηκαν να το υπηρετούν, το πολίτευμα κινδυνεύει σοβαρά. Και οι νοούντες, νοήτωσαν...

Αναφορές:

[1] Ρατσισμός: Εννοιολογική προσέγγιση μιας ετικέτας (https://www.tovima.gr/2013/02/25/opinions/ratsismos-ennoiologiki-proseggisi-mias-etiketas/)

[2] A conceptual approach to racism (https://www.tovima.gr/2014/03/07/international/a-conceptual-approach-to-racism/)

[3] Η ξενοφοβία στο μικροσκόπιο της κοινής λογικής (https://www.tovima.gr/2013/05/08/opinions/i-ksenofobia-sto-mikroskopio-tis-koinis-logikis/)

[4] Περί μοναξιάς (ή, τι είναι τελικά ρατσισμός;) (https://www.tovima.gr/2012/07/03/opinions/peri-monaksias-i-ti-einai-telika-ratsismos/)

ΤΟ ΒΗΜΑ

Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Είναι ο «γερμανικός χαρακτήρας» η εξήγηση για το Ολοκαύτωμα;

Είναι η «γερμανικότητα» η απάντηση στην θέση ότι ο ναζισμός καταργεί την ιστορική αιτιότητα;


Σε προηγούμενο σημείωμα [1] είχαμε αναφερθεί στην απουσία μίας πειστικής εξήγησης σε ό,τι αφορά τα βαθύτερα αίτια του ναζιστικού εγκλήματος του Ολοκαυτώματος. Εξίσου μυστηριώδης (στο όριο του μεταφυσικού) είναι ο δαιμονικός τρόπος με τον οποίο ένας και μόνο «άνθρωπος» κατόρθωσε να ενορχηστρώσει το έγκλημα αυτό, οδηγώντας έναν λαό με μεγάλη πολιτιστική παράδοση στην – άμεση ή έμμεση – συνενοχή στη δολοφονία έξι εκατομμυρίων αθώων.

Κατά μία άποψη (βλ., π.χ., εκείνη του Ron Rosenbaum [2]) αυτή η έλλειψη μονοσήμαντης ιστορικής ερμηνευτικής δυνατότητας οφείλεται στο ότι δεν έχουμε πλέον στη διάθεσή μας κρίσιμα ιστορικά ντοκουμέντα τα οποία έχουν τυχαία χαθεί ή σκόπιμα καταστραφεί. Μία εναλλακτική εκδοχή την οποία διατυπώσαμε [1] και η οποία ίσως φαντάζει αιρετική και ανορθόδοξη, είναι η ακόλουθη: Η απροσδιοριστία είναι εγγενής ιδιότητα στο φαινόμενο «Χίτλερ» και δεν οφείλεται σε συγκυριακές καταστάσεις που οδήγησαν σε απώλεια ιστορικών αποδεικτικών στοιχείων. Δανειζόμενοι ιδέες από τις φυσικές επιστήμες θα λέγαμε ότι, αν θεωρήσουμε πως η κβαντική θεωρία καταργεί τον ντετερμινισμό (αιτιοκρατία) στη Φυσική, με ανάλογο τρόπο ο Χίτλερ καταργεί τον ντετερμινισμό στην Ιστορία!

Αν η πιο πάνω εκδοχή έχει πραγματική βάση, ο Χίτλερ αποτελεί ίσως μία πεπερασμένη μεταφυσική παρέκβαση της Ιστορίας, στη διάρκεια της οποίας καταπαύει ο μηχανισμός της ιστορικής αιτιότητας έτσι ώστε οποιαδήποτε λογική σύνδεση του αποτελέσματος (Ολοκαύτωμα) με το αίτιο που το προκάλεσε να είναι καταρχήν αδύνατη. Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι ότι μας λείπουν τα στοιχεία πληροφορίας που απαιτούνται για να ερμηνεύσουμε τον Χίτλερ αλλά ότι ο ίδιος ο Χίτλερ είναι εξ ορισμού μη ερμηνεύσιμος.

Η απροσδιοριστία στο ζήτημα του Ολοκαυτώματος αφορά κυρίως δύο ερωτήματα:

1. Ποια ήταν τα αληθινά κίνητρα πίσω από το μαζικό έγκλημα;

2. Πώς ένας παράφρων πολιτικός κατόρθωσε να χειραγωγήσει ένα μεγάλο έθνος σπρώχνοντάς το στη διάπραξη του εγκλήματος – ή, έστω, την ανοχή σε αυτό;

Ακόμα κι αν υιοθετήσουμε την ορθολογική άποψη του Rosenbaum [2] η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι πλέον αδύνατη. Σε ό,τι αφορά το δεύτερο ερώτημα, υπάρχουν δύο σκέλη που πρέπει να διερευνηθούν: (α) Η ενδεχόμενα δαιμονική φύση του Χίτλερ που κατόρθωσε να «υπνωτίσει» έναν ολόκληρο λαό. (β) Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτού του λαού, τα οποία αξιοποίησε ο Χίτλερ για να φέρει σε πέρας το δολοφονικό έργο του.

Στο ερώτημα (α) δεν είναι, ασφαλώς, δυνατό να απαντήσουμε αντικειμενικά (παρακάμπτοντας προσωπολατρικές περιγραφές απλοϊκών ανθρώπων που γνώρισαν τον Χίτλερ από κοντά). Θα επικεντρωθούμε, λοιπόν, στο ερώτημα (β): υπάρχει μήπως ένα υποκρυπτόμενο νοσηρό στοιχείο στον ίδιο τον γερμανικό χαρακτήρα, το οποίο θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να οδηγήσει ακόμα και στο μαζικό έγκλημα; Με άλλα λόγια, είναι οι εγγενείς χαρακτήρες των λαών που καθορίζουν την ιστορική τους συμπεριφορά, ή μήπως, αντίθετα, είναι οι ιστορικές συνθήκες που διαμορφώνουν συγκυριακά τους εθνικούς χαρακτήρες;

Η δαιμονοποίηση της «γερμανικότητας» δεν είναι πρόσφατη εφεύρεση κάποιων ελληνικών «αντιμνημονιακών» κύκλων. Ακόμα και διδακτορικές διατριβές έχουν εκπονηθεί, οι οποίες υποστηρίζουν αυτήν ακριβώς την ιδέα. Χαρακτηριστική περίπτωση, ένα σχετικά πρόσφατο βιβλίο του Αμερικανού ιστορικού Daniel Jonah Goldhagen [3]. Σε αυτό ο συγγραφέας, εκλαϊκεύοντας και επεκτείνοντας την διδακτορική του διατριβή στο Harvard, αποδίδει τη φρίκη του Ολοκαυτώματος στην «εγγενώς δαιμονική» φύση των Γερμανών, υποβαθμίζοντας – έως εξαφανίζοντας – την ιστορική ιδιαιτερότητα του ναζισμού αλλά και την ευθύνη του ίδιου του Χίτλερ (κατά τη γνωστή ρήση, «αν δεν υπήρχε ο Χίτλερ για να ξεκινήσει το Ολοκαύτωμα, οι Γερμανοί θα τον είχαν εφεύρει!»). Τα εγκλήματα του Ολοκαυτώματος, υποστηρίζει ο Goldhagen, τα διέπραξαν αυτόβουλα «συνηθισμένοι Γερμανοί», όχι απαραίτητα φανατικοί ναζί. Και όχι γιατί τους το επέβαλε (ή έστω το υπέβαλε) η ηγεσία τους, αλλά απλά γιατί τους το επέτρεψε!

Το βιβλίο αυτό συνάντησε πολλές αντιδράσεις, ιδιαίτερα μάλιστα από σημαίνοντες Εβραίους μελετητές του Ολοκαυτώματος. Διαβάζοντάς το, όντως αποκομίζει κάποιος την εικόνα μίας δύσκολα αποκρυπτόμενης εμπάθειας και μιας ιδεολογικής μονομέρειας που υπονομεύει, τελικά, την ίδια την επιστημονική αξιοπιστία του έργου. Η μορφή του Χίτλερ δύσκολα μπορεί να αγνοηθεί σε οποιαδήποτε σοβαρή ιστορική ανάλυση, όπως επίσης δεν πρέπει να παραβλέπονται οι ιστορικές συγκυρίες της εποχής μετά το τέλος του καταστροφικού, για τη Γερμανία, Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, με οδυνηρό επακόλουθο μία ταπεινωτική συνθήκη ειρήνης.

Μία κριτική εξέταση της ιστορικής ερμηνείας του Goldhagen προϋποθέτει απάντηση σε ένα θεμελιώδες γενικό ερώτημα: Είναι δυνατόν, κάτω από ιδιάζουσες συνθήκες, μία κοινωνική ομάδα (π.χ., ένας λαός, ή ακόμα και ένα μικρό σύνολο ανθρώπων με αίσθηση κοινού προορισμού) να χειραγωγηθεί από ένα σύστημα εξουσίας έτσι ώστε να αναδείξει ακραίες συμπεριφορές οι οποίες δεν θα υφίσταντο έξω από τις συνθήκες αυτές;

Αν η απάντηση στο ερώτημα είναι θετική, τότε το Ολοκαύτωμα δεν αποτελεί αυστηρά γερμανική «πατέντα». Θα μπορούσε, θεωρητικά, να είχε συμβεί οποτεδήποτε και οπουδήποτε, κάτω από ανάλογες ιστορικές και πολιτικές συγκυρίες. Ας μην ξεχνούμε, άλλωστε, ότι ο (συχνά βίαιος) αντισημιτισμός είχε κάνει την εμφάνισή του τόσο στη Γαλλία όσο και στη Ρωσία, προτού πάρει την ακραία, δολοφονική μορφή του στη ναζιστική Γερμανία.

Ένα πείραμα που θα μπορούσε να ρίξει κάποιο φως στο παραπάνω ερώτημα (αν και δεν γνωρίζω αν τα αποτελέσματά του χρησιμοποιήθηκαν ποτέ για την ερμηνεία του Ολοκαυτώματος) έλαβε χώρα στο Πανεπιστήμιο του Stanford των ΗΠΑ, στο διάστημα από 14 έως 20 Αυγούστου του 1971, κάτω από την κεντρική επίβλεψη του καθηγητή ψυχολογίας Philip Zimbardo. Εικοσιτέσσερις φοιτητές επιλέχθηκαν για να παίξουν τους ρόλους φυλακισμένων και δεσμοφυλάκων σε μία υποτιθέμενη φυλακή που είχε δημιουργηθεί για τους σκοπούς του πειράματος. Η κατανομή των ρόλων (12 φυλακισμένοι και ισάριθμοι φρουροί) έγινε με κλήρωση, και οι συνολικά 24 που επελέγησαν για το πείραμα ικανοποιούσαν, στον μέγιστο βαθμό, κριτήρια ψυχικής ισορροπίας και ομαλότητας χαρακτήρα. Ο Zimbardo πήρε τον ρόλο του επιστάτη της φυλακής, φροντίζοντας με κάθε τρόπο να μεγιστοποιεί τα αισθήματα σύγχυσης και απώλειας προσωπικότητας των συμμετεχόντων.

Τα αποτελέσματα του πειράματος εξέπληξαν και τον ίδιο τον Zimbardo! Τα μέλη και των δύο ομάδων (φυλακισμένοι και δεσμοφύλακες) πήραν τόσο σοβαρά τους ρόλους τους ώστε κατέληξαν να ταυτιστούν με αυτούς. Οι φρουροί ανέπτυξαν αυταρχικές έως και σαδιστικές συμπεριφορές, και έφτασαν στο σημείο να υποβάλουν μερικούς από τους κρατούμενους σε ιδιαίτερα σκληρά ψυχολογικά βασανιστήρια. Πολλοί κρατούμενοι αποδέχθηκαν παθητικά την ψυχολογική βία και, κατ’ απαίτηση των φρουρών, συνεργάστηκαν πρόθυμα σε κακομεταχειρίσεις συγκρατουμένων τους. Οι καταστάσεις αυτές, ασφαλώς, θυμίζουν έντονα εκείνες στα γκέτο, τους σιδηροδρομικούς σταθμούς μεταφοράς και τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως την περίοδο του ναζισμού.

Το πείραμα δεν άφησε ανεπηρέαστο ούτε τον ίδιο τον Zimbardo που επέδειξε μεγάλο ζήλο στον ρόλο του ως επιστάτη, επιτρέποντας και ενθαρρύνοντας την συνέχιση της βίας. Δύο από τους «κρατούμενους» δεν άντεξαν και αποχώρησαν νωρίς από το πείραμα, το οποίο τελικά διακόπηκε μόλις έξι μέρες μετά την έναρξή του.

Το εντυπωσιακό είναι πως, σε κινηματογραφημένες συνεντεύξεις τους αρκετό καιρό μετά, οι «φρουροί» εξομολογήθηκαν ότι, κοιτάζοντας πίσω σ’ εκείνες τις μέρες, δύσκολα μπορούσαν να αναγνωρίσουν τον εαυτό τους, να εξηγήσουν πώς μερικά «καλά παιδιά» είχαν μετατραπεί σε βάρβαρους δεσμοφύλακες! Ας δούμε μερικά αποσπάσματα από τις εξομολογήσεις δύο πρώην «φρουρών», καθώς και κάποια από τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε ο Zimbardo:

Φρουρός 1: «Αληθινά, δεν πίστευα ποτέ ότι θα ήμουν ικανός να επιδείξω τέτοια συμπεριφορά. Εξεπλάγην κι εγώ ο ίδιος απ’ όσα έκανα. Και, ενώ τα έκανα, δεν ένιωθα καθόλου μετανιωμένος, δεν είχα ενοχές... Μόνο μετά άρχισα να συνειδητοποιώ τι είχε συμβεί.»

Φρουρός 2: «Άρχισα να νιώθω πως έχανα την ταυτότητά μου, να ξεχνώ πως συμμετείχα σε ένα πείραμα, σε μια απλή προσομοίωση της πραγματικότητας. Φοράς μια στολή, σου δίνουν ένα ρόλο και σου λένε: ‘Η δουλειά σου είναι να κρατάς αυτούς τους ανθρώπους σε τάξη.’ Κι εσύ μπαίνεις στ’ αλήθεια στο πετσί του ρόλου από τη στιγμή που φοράς τη στολή και τα μαύρα γυαλιά, που κρατάς το ραβδί... Αυτό είναι το κοστούμι σου. Και πρέπει να ενεργείς ανάλογα όταν το φοράς.»

Zimbardo: «Το περισσότερο κακό στον κόσμο δεν προέρχεται από ταπεινά ένστικτα αλλά επειδή κάποιος σου υποβάλλει την ιδέα: ‘Ακολούθα το πρόγραμμα’, ‘γίνε ομαδικός’... Όταν κάποιος πει: ‘δεν είμαι υπεύθυνος’, ‘δεν είμαι υπόλογος’, ‘είναι ο ρόλος που μου ανέθεσαν’, κλπ, επιτρέπει στον εαυτό του να κάνει πράγματα που ποτέ δεν θα έπραττε υπό κανονικές συνθήκες. (...) Ένας τρόπος να ερμηνεύσουμε το πείραμα είναι ότι, βάλαμε καλούς ανθρώπους σε ένα κακό περιβάλλον και είδαμε ποιος κέρδισε. Το λυπηρό μήνυμα εδώ είναι ότι το διαβολικό αυτό μέρος κυριάρχησε πάνω στους καλούς ανθρώπους!»

Είναι ικανό από μόνο του το «πείραμα του Stanford» να καταρρίψει την θεωρία του Goldhagen για το Ολοκαύτωμα και την υποτιθέμενη μοναδικότητα της «δαιμονικής φύσης» των Γερμανών; Ασφαλώς όχι! Εν τούτοις, το πείραμα αποκαλύπτει πτυχές της ανθρώπινης συμπεριφοράς κάτω από (τεχνητές, εν προκειμένω) συνθήκες οι οποίες θα μπορούσαν, σε κάποιο βαθμό, να παραπέμπουν στα χρόνια της κυριαρχικής επίδρασης του ναζισμού πάνω στην γερμανική συλλογική συνείδηση. Ως εκ τούτου, τα συμπεράσματα του πειράματος δεν θα πρέπει να αγνοηθούν από τους αντικειμενικούς μελετητές εκείνης της πιο βάρβαρης περιόδου της παγκόσμιας Ιστορίας.

Βέβαια, το να δίνει κάποιος ιστορικές ερμηνείες αναζητώντας πιθανές αιτιότητες πίσω από τα φρικτά εγκλήματα του ναζισμού ουδόλως μετριάζει τις ενοχές των Γερμανών. Το πείραμα του Stanford, όπως και η ίδια η ναζιστική περίοδος στη Γερμανία, έδειξαν ότι το κακό που ενυπάρχει σε λανθάνουσα μορφή στον άνθρωπο μπορεί να βγει στην επιφάνεια κάτω από κατάλληλες συνθήκες. Οι συνθήκες, όμως, απλά αναδεικνύουν το κακό, δεν το δημιουργούν!

Τελικά, επιδέχεται ο ναζισμός αιτιοκρατική ερμηνεία; Θα μείνουμε πιστοί στην αντισυμβατική θέση μας ότι η απάντηση στο ερώτημα είναι αρνητική. Ίσως γιατί μία ιστορική εκλογίκευση του ναζισμού θα τον τοποθετούσε εξ ορισμού σε ανθρώπινα μέτρα. Και τίποτα το ανθρώπινο δεν θα μπορούσαμε να διακρίνουμε στην ελεεινότερη εκείνη σελίδα της παγκόσμιας Ιστορίας...

Αναφορές:

[1] Κ. Παπαχρήστου, Η εγγενής απροσδιοριστία στο φαινόμενο Χίτλερ (ΤΟ ΒΗΜΑ, https://www.tovima.gr/2019/05/15/opinions/i-eggenis-aprosdioristia-sto-fainomeno-xitler-mia-kvantomixaniki-theorisi-tis-istorias/).

[2] R. Rosenbaum, Explaining Hitler (Da Capo, 2014). Ελληνικός τίτλος: Ερμηνεύοντας τον Χίτλερ.

[3] D.J. Goldhagen, Hitler’s Willing Executioners (Knopf, 2007). Ελληνικός τίτλος: Πρόθυμοι δήμιοι: Οι εκτελεστές του Χίτλερ.

ΤΟ ΒΗΜΑ

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2019

Ο ρατσισμός της εικόνας (και ο ρόλος της τηλεόρασης)

Υπάρχει μία μορφή ρατσισμού την οποία είτε δεν μπορούμε, είτε δεν θέλουμε να αντιληφθούμε όταν δεν μας στοχεύει. Από άτομα που εκπροσωπούν την "κουλτούρα" του διαπράχθηκε πρόσφατα μία μέγιστη απρέπεια στα media...


Υπάρχει μία μορφή ρατσισμού που την βιώνουμε ολόγυρά μας καθημερινά, προσπερνώντας την αδιάφορα όταν δεν μας στοχεύει. Αυτοί που τον υφίστανται δεν είναι καν απαραίτητο να έχουν φτάσει στη χώρα διαβαίνοντας τα σύνορά της, πράγμα που ίσως εξηγεί γιατί το μαρτύριό τους ελάχιστα συγκινεί και διεγείρει τα ανθρωπιστικά ανακλαστικά της πλειοψηφίας των κατά δήλωση αντιρατσιστών…

Η σκηνή στην κεντρική πλατεία μεγάλου δήμου της Αττικής. Μία γυναίκα τρέχει να προλάβει στη στάση το ακριβοθώρητο λεωφορείο της περιοχής. Στο παγκάκι της στάσης κάθεται μια παρέα νεαρών, πάνω-κάτω σε ηλικία τρίτης λυκείου. Ξάφνου, ένα πόδι απλώνεται από το παγκάκι. Η γυναίκα σκοντάφτει πάνω του και πέφτει, ενώ την ίδια στιγμή η παρέα ξεσπά σε γέλια και επευφημίες γι’ αυτόν που είχε την φαεινή ιδέα. Η γυναίκα σηκώνεται, μαζεύει ντροπιασμένη τα κομμάτια της και μπαίνει αμίλητη στο λεωφορείο, δευτερόλεπτα πριν κλείσει η πόρτα. Είναι φανερό ότι έχει προ πολλού συμβιβαστεί με την ιδέα πως ανήκει σε κατώτερη «ράτσα». Και δέχεται τις τρικλοποδιές με την ίδια στωικότητα που οι Εβραίοι δέχονταν κάποτε το αστέρι στο πανωφόρι τους…

Λεπτομέρεια: Η γυναίκα δεν ανήκε στους ευνοημένους της Φύσης, αυτούς που θα χαρακτηρίζονταν «ευειδείς». Ήταν αρκετά ευτραφής και τα χαρακτηριστικά της δεν είχαν, γενικά, τίποτα το «ελκυστικό» με βάση τις επιταγές του σύγχρονου σταρ-σύστεμ. Ήταν πλασμένη, θαρρείς, μόνο και μόνο για να πιστοποιεί τον θρίαμβο των εκλεκτών της Φύσης πάνω στους αδικημένους. Θα έλεγα, ήταν το ιδανικό αντι-κάτοπτρο για τον υπερχειλίζοντα ναρκισσισμό της απάνθρωπης εποχής μας…

Το περιστατικό δεν είναι μεμονωμένο. Ανάλογα συμβαίνουν καθημερινά στην Αθήνα (για να περιοριστώ στην πόλη μου). Και όλα, σχεδόν, έχουν ως αυτουργούς νέους ανθρώπους. Κάποιοι από αυτούς, μάλιστα, ίσως κατεβαίνουν και στους δρόμους συμμετέχοντας σε συλλαλητήρια κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, αγνοώντας προφανώς ότι ξένος είναι καθένας που βιώνει την αρνητική διάκριση και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Περάσει ή δεν περάσει τα σύνορα της χρεοκοπημένης χώρας...

Μία νέα γενιά, λοιπόν, αναδύεται φέροντας μέσα της τον σπόρο του φασισμού της εικόνας, έτσι όπως η τελευταία επιβάλλεται από τα κέντρα του διεθνούς image making. Και όσοι δεν είναι προικισμένοι με τις ιδιότητες που απαιτούν τα στερεότυπα, οφείλουν να υποβάλλονται σε πόνους και έξοδα ώστε να υπερνικήσουν, κατά το δυνατόν, την ίδια τη βούληση της Φύσης. Ζωή παρά φύσιν, κατά μία έννοια!

Καμία προοδευτική πολιτική δύναμη, καμία ευαίσθητη ανθρωπιστική οργάνωση, κανένα αντιρατσιστικό κίνημα, δεν ασχολήθηκαν ποτέ με αυτό το είδος κοινωνικού ρατσισμού. Και κανείς από αυτούς δεν ανησύχησε για τις αναδυόμενες νοοτροπίες και συμπεριφορές μίας πολύ σκληρής νέας γενιάς σε ό,τι αφορά την αισθητική διαφορετικότητα ή – ακόμα χειρότερα – την φυσική αδυναμία. Στο Τρίτο Ράιχ, θυμίζουμε, αυτές ήταν ιδιότητες που επέσυραν την ποινή του θανάτου!

Από την παγίδα της εικόνας δεν ξέφυγε ούτε η πολιτική. Βλέπουμε πολιτικά κόμματα και δημοτικές παρατάξεις να εμπιστεύονται θέσεις ευθύνης σε πρόσωπα αμφίβολου πολιτικού και κοινωνικού ήθους, με μοναδικό κριτήριο την δημοφιλία τους στο τηλεοπτικό, κυρίως, κοινό. Το πρόσφατο θλιβερό συμβάν που οδήγησε σε μία ηχηρή παραίτηση στον δήμο της Αθήνας έχει ήδη συζητηθεί τόσο πολύ ώστε είναι περιττό να το σχολιάσουμε περαιτέρω. Θα σταθώ, όμως, σε ένα σημείο της υπόθεσης το οποίο αναδεικνύει a posteriori την λανθασμένη επιλογή που έκανε ένας κατά τα άλλα εξαίρετος και πολλά υποσχόμενος νέος τοπικός άρχοντας.

Το πρόσωπο στο οποίο ανατέθηκε η ευθύνη του πολιτιστικού τομέα του μεγαλύτερου δήμου της χώρας προέρχεται από τον χώρο της τηλεόρασης. Και, δυστυχώς, εκπροσωπεί εμφατικά μία κουλτούρα η οποία ελάχιστη ευαισθησία επιδεικνύει (το λέω αρκούντως κομψά...) για ανθρώπινες αδυναμίες που αφορούν το ευειδές της φυσικής παρουσίας ή τις αντοχές που παίρνει μαζί της η νεότητα που φεύγει.

Θεοποίηση «γραμμωτών» και «κοιλιακών»... Χλευασμός για μαλλιά και πόντους που λείπουν, ή κιλά που περισσεύουν... Περιφρόνηση (έως και γελοιοποίηση) για εκείνους που τους πήραν τα χρόνια και δεν διαθέτουν πια το κουράγιο που απαιτεί μία «ολονυκτία»... Ο άνθρωπος που «φορά τις πυτζάμες στο σπίτι» (sic) στέλνεται στα κρεματόρια της ζωής. Τόπο στους «άριους» εκλεκτούς των media!

Η απρέπεια του τρανταχτού γέλιου και της «πλακίτσας» για έναν κατ' ουσίαν βιασμό είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Κάτω από αυτήν κρύβεται ολόκληρη η φιλοσοφία μιας γενικότερης τάσης ευτελισμού της ανθρώπινης αδυναμίας στον χώρο της σημερινής τηλεόρασης. Και θα πρέπει να εξετάσουμε προσεκτικά κατά πόσον σε εκείνους που έχουν συμβάλει στην διαμόρφωση και τη συντήρηση αυτής της τάσης αναλογούν δημόσια αξιώματα που αφορούν τον ίδιο τον πολιτισμό!

Ο ρατσισμός έχει πολλά πρόσωπα. Κάποια, όμως, είναι περισσότερο προβεβλημένα από άλλα. Γι' αυτά τα άλλα, λιγότερο αναγνωρίσιμα πρόσωπα του ρατσισμού θα πρέπει κάποτε να μιλήσουμε ανοιχτά, να ανιχνεύσουμε τα αίτια και τις πηγές τους και να εντοπίσουμε τους κοινωνικούς παράγοντες που, συνειδητά ή όχι, συμβάλλουν στη συντήρηση και τη διάδοσή τους.

Κυρίως, θα πρέπει να πάψουμε να είμαστε επιλεκτικά ευαίσθητοι απέναντι στην υποτίμηση του διαφορετικού, παραβλέποντας διαφορετικότητες που ορίζονται ως τέτοιες όχι σύμφωνα με ανθρώπινες αξίες αλλά με βάση τα προστάγματα ιδιοτελών κατασκευαστών ειδώλων. Αλλιώς, το να δηλώνουμε γενικώς «αντιρατσιστές» συνιστά εμπαιγμό προς την ίδια την έννοια που επικαλούμαστε...

Aixmi.gr

Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Χίτλερ και Στάλιν στη ζυγαριά του Κακού

Με αφορμή μία πρόσφατη συζήτηση για την "εξίσωση" ναζισμού και κομμουνισμού από το Ευρωκοινοβούλιο


1. Εισαγωγή: Αναζητώντας τον «πιο κακό»…

Ο φίλος μου ο Αριστείδης έχει πάντα έτοιμο ένα αντεπιχείρημα κάτω από το μανίκι του, ακόμα κι αν του πεις πράγματα με τα οποία κατά βάση συμφωνεί! Τις προάλλες, πάνω σε μία συζήτηση ιστορικού περιεχομένου, έκανα ένα σχόλιο για τα εγκλήματα του Χίτλερ, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το Ολοκαύτωμα. «Σωστά», λέει ο Αριστείδης, «αλλά μην ξεχνάς ότι ο Στάλιν σκότωσε πολύ περισσότερους!»

Δεν ξέρω αν έχει ιδιαίτερη σημασία για την ηθική αξιολόγηση των δύο μεγαλύτερων εγκληματιών του εικοστού αιώνα, το ποιος από αυτούς κατέχει τα πρωτεία σε αριθμό δολοφονιών. Και δεν αναφέρομαι εδώ στους νεκρούς στα πεδία των μαχών, αλλά σε άμαχο πληθυσμό, ιδίως σε θύματα ρατσιστικών, εθνικών ή εθνοτικών εκκαθαρίσεων. Μέχρι σχετικά πρόσφατα, πάντως, η κρατούσα αντίληψη ήταν σύμφωνη με αυτή του Αριστείδη, ήτοι, «ο Στάλιν σκότωσε πιο πολλούς». Ένας διαπρεπής Αμερικανός ιστορικός, όμως, έρχεται να ανατρέψει αυτή την εικόνα…

Ο Timothy D. Snyder (γεν. 1969) είναι Καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Yale, ειδικός στην ιστορία της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης καθώς και σε θέματα που αφορούν το Ολοκαύτωμα. Η καλή γνώση έντεκα(!) ευρωπαϊκών γλωσσών τού επέτρεψε να μελετήσει πρωτότυπες αρχειακές πηγές που βρίσκονταν σε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, οι οποίες (πηγές) άρχισαν να διατίθενται ανοιχτά την δεκαετία του 1990, μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Στις πληροφορίες που συνέλεξε βασίστηκε το πιο φημισμένο σύγγραμμά του, “Bloodlands” [1].

Μία σύνοψη της έρευνάς του βρήκαμε στο ενδιαφέρον άρθρο του, “Hitler vs. Stalin: Who was worse?” [2]. Βλέπουμε εκεί την αμφισβήτηση δύο ευρέως διαδεδομένων υποθέσεων:

1. Η υπόθεση του «λιγότερο κακού» Στάλιν, σε σύγκριση με τον Χίτλερ που ευθύνεται για το ρατσιστικό έγκλημα του Ολοκαυτώματος. Ο Snyder επισημαίνει ότι τα ανάλογα εγκλήματα του Στάλιν δεν διαφέρουν πολύ ως προς την ηθική αξιολόγηση των προθέσεων, αφού στόχευαν σε εκκαθαρίσεις άμαχου πληθυσμού στη βάση εθνικών ή εθνοτικών κριτηρίων. (Επιφυλασσόμαστε να εκφράσουμε μία πιο προσωπική θέση στον επίλογο του κειμένου.)

2. Η υπόθεση του «λιγότερο φονικού» Χίτλερ, αφού ο Στάλιν (υποτίθεται πως) δολοφόνησε «πάνω από είκοσι εκατομμύρια». Με την απόκτηση πρόσβασης σε πρώην σοβιετικά αρχεία, κατέστη δυνατό να καταμετρηθούν με σχετική ακρίβεια τα θύματα της εθνικής/εθνοτικής πολιτικής τού Στάλιν. Η έρευνα του Snyder έδειξε ότι ο αριθμός τους είναι σαφώς μικρότερος από αυτόν των ανάλογων εγκλημάτων του Χίτλερ.

Ας δούμε αναλυτικά κάποια επί μέρους στοιχεία.

2. Πείνα και τρόμος στα χρόνια του Στάλιν: Πριν τον πόλεμο

Πολλοί συγκρίνουν τα σταλινικά Gulag [3] με τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι, όπως αναφέρει ο Snyder, η πλειονότητα όσων εισήλθαν στα Gulag έφυγαν ζωντανοί. Ο συνολικός αριθμός ανθρώπων που πέθαναν στα Gulag υπολογίζεται σε 2 με 3 εκατομμύρια (αριθμός, ασφαλώς, κατ’ απόλυτη τιμή συγκρίσιμος με τα στρατόπεδα των Ναζί). Από την άλλη, τα θύματα της πολιτικής του «Μεγάλου Τρόμου» (βλ. παρακάτω) δεν υπερβαίνουν το 1 εκατομμύριο, ίσως μάλιστα ο αριθμός να είναι ακόμα μικρότερος.

Η μεγαλύτερη καταστροφή που επέφερε ο σταλινισμός σε ανθρώπινες ζωές ήταν ο λιμός της περιόδου 1930-33, όπου περισσότεροι από 5 εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν από την πείνα. Από αυτούς, τα 3.3 εκατομμύρια των κατοίκων της Σοβιετικής Ουκρανίας που πέθαναν το 1932 και το 1933, υπήρξαν θύματα μιας προμελετημένης σταλινικής πολιτικής με καθαρά εθνοτικά κριτήρια. Ο Στάλιν επίταξε τα σιτηρά της Ουκρανίας αν και γνώριζε ότι κάτι τέτοιο θα σκότωνε εκατομμύρια. Κατόπιν, κατηγορώντας τους Ουκρανούς για την αποτυχία της δικής του πολιτικής, διέταξε μια σειρά μέτρων – όπως το σφράγισμα των ουκρανικών συνόρων – που ήταν βέβαιο ότι θα προκαλούσαν ακόμα περισσότερους μαζικούς θανάτους.

Το 1937, ο Στάλιν ξεκίνησε την πολιτική του «Μεγάλου Τρόμου» που στόχευε, κατά κύριο λόγο, τους πολίτες Πολωνικής και Ουκρανικής καταγωγής. Στην επιχείρηση του 1937-38 κατά των Kulak [4] κάπου 387,000 άνθρωποι εκτελέστηκαν. Οι υπόλοιποι «εχθροί» που εξοντώθηκαν (γύρω στις 247,000) ανήκαν σε μειονότητες που σχετίζονταν με χώρες που συνόρευαν με την Σοβιετική Ένωση. Ειδικά, στην «Πολωνική Επιχείρηση» που άρχισε το 1937, περίπου 111,000 άνθρωποι κατηγορήθηκαν για «κατασκοπεία» υπέρ της Πολωνίας και εκτελέστηκαν. Συνολικά, τα θύματα του Μεγάλου Τρόμου προσεγγίζουν (αλλά δεν φτάνουν) το 1 εκατομμύριο.

3. Άοπλα θύματα πολέμου

Μέχρι την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το σταλινικό καθεστώς είχε την απόλυτη υπεροχή σε δολοφονίες αμάχων σε σύγκριση με το ναζιστικό. Η Ναζιστική Γερμανία άρχισε να δολοφονεί σε παρόμοια κλίμακα μόνο μετά την Συνθήκη Molotov-Ribbentrop (Αύγουστος του 1939) και την κοινή γερμανο-σοβιετική εισβολή στην Πολωνία τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου. Από το 1939 ως το 1941, κάπου 200,000 Πολωνοί άμαχοι έχασαν τη ζωή τους, με την ευθύνη των φόνων περίπου μοιρασμένη εξίσου μεταξύ των δύο εισβολέων. Ανάμεσα στα θύματα ήταν οι διανοούμενοι, πολιτικοί κρατούμενοι και αιχμάλωτοι πολέμου που σκοτώθηκαν από τους σοβιετικούς στη Σφαγή του Katyn.

Η πολιτική λιμού των Γερμανών προκάλεσε 4.2 εκατομμύρια θανάτους στη Σοβιετική Ένωση. Τα θύματα περιλάμβαναν 3.1 εκατομμύρια σοβιετικούς αιχμαλώτους πολέμου, καθώς και 1 εκατομμύριο άμαχο πληθυσμό κατά την πολιορκία του Leningrad. (Ο Snyder δεν εξετάζει τα θύματα λιμού σε περιοχές εκτός Σοβιετικής Ένωσης.)

Ως αντίποινα ανταρτικής δράσης, οι Γερμανοί σκότωσαν περίπου 700,000 αμάχους (κυρίως Πολωνούς και Λευκορώσους) σε μαζικές εκτελέσεις. (Και πάλι, ο Snyder περιορίζει τη μελέτη του στις περιοχές της Πολωνίας και της Σοβιετικής Ένωσης.)

Βεβαίως, το μεγαλύτερο γερμανικό μαζικό έγκλημα παραμένει το Ολοκαύτωμα, με θύματα 5.7 έως 6 εκατομμύρια Εβραίους. Στα θύματα της ρατσιστικής αυτής θηριωδίας θα πρέπει να προσθέσουμε και περισσότερους από 100,000 Ρομά.

Συνολικά, οι Γερμανοί δολοφόνησαν περίπου 11 εκατομμύρια αμάχους. Ο αριθμός ξεπερνά τα 12 εκατομμύρια αν συνυπολογίσουμε τους προβλέψιμους θανάτους από τις εκτοπίσεις, την πείνα και τις αρρώστιες στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, τα καταναγκαστικά έργα, κλπ. Τα αντίστοιχα νούμερα για τους Σοβιετικούς της σταλινικής περιόδου (πριν και μετά τον πόλεμο) είναι 6 έως 9 εκατομμύρια. Είναι φανερό ότι τα θύματα της δολοφονικής μανίας του Στάλιν δεν προσεγγίζουν καν τον υποτιθέμενο αριθμό των 20 εκατομμυρίων!

Να σημειώσουμε, τέλος, ότι ο Snyder δεν προσμετρά στη μελέτη του τους στρατιώτες που έπεσαν στα πεδία των μαχών, καθώς και τους αμάχους που έχασαν τη ζωή τους σε βομβαρδισμούς ή άλλες πράξεις πολέμου. Περιορίζεται στα θύματα μαζικής εξόντωσης μέσω εκτελέσεων, μεθοδευμένου λιμού, ή φυλάκισης σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως.

4. Κάνοντας δίκη προθέσεων…

Πέρα από τον αριθμό των φονευθέντων, υπάρχει και το ζήτημα των προθέσεων. Σε ό,τι αφορά τους Γερμανούς, τα πράγματα είναι μάλλον ξεκάθαρα: Η Γερμανία φέρει την κύρια ευθύνη για τον πόλεμο, και οι φόνοι αμάχων που διέπραξε αποδίδονται σχεδόν αποκλειστικά σε ιμπεριαλιστικό μεγαλοϊδεατισμό με ρατσιστικές αφετηρίες.

Από την πλευρά των Σοβιετικών, οι περισσότεροι φόνοι άμαχου πληθυσμού έλαβαν χώρα σε καιρό ειρήνης και σχετίζονταν, κατά μεγάλο μέρος, με το όραμα του Στάλιν για βιομηχανικό εκσυγχρονισμό της χώρας του (όραμα, εν τούτοις, που δικαιώθηκε από την έκβαση του πολέμου κατά των Ναζί). Σε ό,τι αφορά τον λιμό της περιόδου 1930-33 (του οποίου τα θύματα ήταν, κυρίως, Ουκρανοί και – σε μικρότερο βαθμό – Πολωνοί) ο Στάλιν επιχείρησε να εξολοθρεύσει μέσω της πείνας όσους αντιστέκονταν στην διαδικασία του κολεκτιβισμού στη Σοβιετική Ένωση. Στην Ουκρανία, ειδικά, ήθελε να αφανίσει την τάξη των εύπορων γαιοκτημόνων (Kulak) έτσι ώστε το κράτος να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο της γεωργίας και να αρπάξει ανενόχλητα τον πλούτο της υπαίθρου, επενδύοντάς τον στην ανάπτυξη της βιομηχανίας.

Στον Μεγάλο Τρόμο του 1937-38, που επίσης στόχευσε, κατά κύριο λόγο, Πολωνούς και Ουκρανούς, η επιλογή των θυμάτων έγινε και πάλι με εθνοτικά κριτήρια. Ο Στάλιν θεωρούσε τους πολωνικής καταγωγής σοβιετικούς πολίτες, που διέμεναν στα δυτικά της χώρας, ως εν δυνάμει πράκτορες της Δεύτερης Πολωνικής Δημοκρατίας. Από την άλλη μεριά, όσοι Ουκρανοί Kulak επέζησαν από τον λιμό του 1932-33, επίσης θεωρήθηκαν ως πιθανή απειλή για το σοβιετικό καθεστώς στο πλαίσιο μίας ενδεχόμενης μελλοντικής σύγκρουσης.

Τέλος, μετά την εισβολή τους στην Πολωνία (1939), τόσο οι Γερμανοί, όσο και οι Ρώσοι, προσπάθησαν συνειδητά να εξολοθρεύσουν την πολιτική και πνευματική ελίτ της χώρας αυτής. Ήταν ακόμα η εποχή του «κακού Στάλιν». Ο «καλός Στάλιν» θα γεννιόταν δύο χρόνια αργότερα, με την εισβολή των (πρώην φίλων) Γερμανών στην Σοβιετική Ένωση…

5. Ποιος παραπληροφόρησε τον Αριστείδη;

Πέρα από την μη διαθεσιμότητα αρχειακών πηγών κατά τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, ποιος είναι ο λόγος που πέσαμε τόσο έξω στις εκτιμήσεις μας για την αριθμητική διάσταση των δολοφονικών επιδόσεων του Στάλιν; (Η ηθική διάσταση παραμένει, ασφαλώς, τεράστια!) Πώς τα 6 έως 9 εκατομμύρια έγιναν «περισσότερα από 20 εκατομμύρια» στη συνείδηση του καλοπροαίρετου Αριστείδη; Εκτός των άλλων, για πολλά χρόνια τούτη η ιστορική παραποίηση πρόσφερε ένα πλαστό «ηθικό» πλεονέκτημα στο άλλο φρικτό τέρας της παγκόσμιας ιστορίας, τον Άντολφ Χίτλερ!

Ο Snyder απαντά πειστικά και σε αυτό το ερώτημα. Η παραπληροφόρηση θα μπορούσε να αποδοθεί στις σκοπιμότητες του Ψυχρού Πολέμου. Σύντομα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι νικήτριες δυνάμεις, με εξαίρεση την Σοβιετική Ένωση, συμμάχησαν στο πλαίσιο του NATO με τον πρώην εχθρό τους, την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Ο καινούργιος εχθρός ήταν τώρα ένας πρώην σύμμαχος: η Σοβιετική Ένωση! Μία τέτοια εναλλαγή ρόλων στο δίπολο «εχθρός-φίλος» απαιτούσε έναν βαθμό ηθικής και ιστορικής «ευκαμψίας», η οποία θα μπορούσε να επιτρέψει κάποιες (ούτως ή άλλως αυθαίρετες, ελλείψει αδιαμφισβήτητων στοιχείων) αριθμητικές υπερβολές που άμβλυναν τις ενοχές των φίλων και μεγέθυναν εκείνες των εχθρών…

6. Επίλογος: Ποιος ήταν, τελικά, ο «πιο κακός»;

Έχει, άραγε, απόλυτη σημασία ο αριθμός των εγκλημάτων για την σχετική ηθική αξιολόγηση δύο κορυφαίων εγκληματιών της Ιστορίας; Ας το αφήσουμε αυτό στην κρίση του αναγνώστη. Άλλωστε, όπως επισημαίνει ο Snyder, όταν μιλούμε για νεκρούς, η διαφορά ανάμεσα στο μηδέν και το ένα είναι άπειρη!

Στην περίπτωση, τώρα, που κάποιος θα αποφάσιζε να υπερβεί την καθαρά λογιστική ηθική των αριθμών για να αποδυθεί σε μία βαθύτερη ηθική ανάλυση του ζητήματος, η απάντηση στο ερώτημα «ποιος ήταν ο πιο κακός;» θα προέκυπτε μάλλον αβίαστα. Μία τέτοια ανάλυση είχαμε επιχειρήσει σε παλιότερο κείμενο [5]. Το τελικό συμπέρασμα ήταν ότι κανένα «συμβατικό» κρίμα, οσοδήποτε μεγάλο, δεν μπορεί να συγκριθεί με ένα μαζικό έγκλημα που το υπαγορεύει η διαστροφική ιδεολογία του ρατσισμού.

Από αυτή την άποψη, το να χαρακτηρίσει κάποιος τον Χίτλερ ως απλά «κακό» - ακόμα και ακραία κακό - αποτελεί ύβρι προς την ίδια την ιδέα του Ανθρώπου. Γιατί, η ιδιότητα του Κακού σχετίζεται με ηθική διαβάθμιση στο συνεχές του ανθρώπινου χαρακτήρα. Και οι έννοιες «άνθρωπος» και «Χίτλερ» δύσκολα βρίσκουν σημείο συνάντησης στις συνειδήσεις. Εκείνες, τουλάχιστον, που απομένουν...

Σημειώσεις:

[1] Timothy Snyder, Bloodlands: Europe Between Hitler and Stalin (Basic Books, 2010). Ελληνικός τίτλος: Αιματοβαμμένες χώρες: Η Ευρώπη μεταξύ Χίτλερ και Στάλιν.

[2] Timothy Snyder, Hitler vs. Stalin: Who was worse? (The New York Review of Books, https://www.nybooks.com/daily/2011/01/27/hitler-vs-stalin-who-was-worse/).

[3] Gulag: Κρατική υπηρεσία που επόπτευε τα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας στην Σοβιετική Ένωση της σταλινικής περιόδου. Με τα χρόνια, ο όρος ταυτίστηκε με τα ίδια τα στρατόπεδα.

[4] Kulak: Κατηγορία σχετικά εύπορων γαιοκτημόνων στην Τσαρική Ρωσία και, αργότερα, στην Σοβιετική Ένωση. Κατ’ επέκταση, κατά την σταλινική περίοδο, όσοι αντιστάθηκαν στις πιέσεις της Μόσχας να παραδώσουν τα σιτηρά τους στην κεντρική διοίκηση στο πλαίσιο του «κολεκτιβισμού» (1928-1940).

[5] Κ. Παπαχρήστου, Ο Χίτλερ και η φιλοσοφική θεώρηση του Κακού (Το Βήμα, https://www.tovima.gr/2016/03/29/opinions/o-xitler-kai-i-filosofiki-thewrisi-toy-kakoy/).

ΤΟ ΒΗΜΑ

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Η Μυρτώ, η Τόνια και το ποδόσφαιρο που τιμά τον Άνθρωπο!

Για μία ωραία πρωτοβουλία που βάζει τον Άνθρωπο πάνω από το ποδόσφαιρο...


Γράφω στο «Βήμα» τα τελευταία οκτώ χρόνια. Και, πολλοί από τους παλιούς αναγνώστες θα γνωρίζουν ίσως ότι είμαι οπαδός της ΑΕΚ. Ανήκοντας σε αυτή την κατηγορία, είναι αυτονόητα δύσκολο να «πω καλή κουβέντα» για τον Ολυμπιακό! Μάλιστα, όταν άλλαξε το ιδιοκτησιακό καθεστώς σε αυτή την εφημερίδα, ρώτησα αμέσως τον τότε υπεύθυνο της ηλεκτρονικής έκδοσης αν θα μπορούσα να συνεχίσω να γράφω κείμενα υπέρ της ΑΕΚ και – όποτε έτσι έκρινα – όχι και τόσο κολακευτικά για τον Ολυμπιακό. Μου απάντησε: «Συνεχίστε να γράφετε όπως γράφατε πάντα, χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε παρέμβαση. Αυτές είναι οι κατευθύνσεις που έχουμε!»

Σήμερα, εν τούτοις, εγώ ο εξ απαλών ονύχων Αεκτζής έχω μόνο καλά λόγια να πω για τον Ολυμπιακό και την πολύ ανθρώπινη πρωτοβουλία του στον πρόσφατο (27/10/2019) ποδοσφαιρικό αγώνα με την ΑΕΚ στο Στάδιο (δεν δέχομαι την ιστορικά υποβιβαστική λέξη «γήπεδο») Καραϊσκάκη.

Αντιγράφω από ανάρτησή μου στα social media:

«Η Μυρτώ είναι οπαδός της ΑΕΚ...

Η Τόνια είναι οπαδός του Ολυμπιακού...

Τις ενώνει ένα αναπηρικό καρότσι, και τις έφερε κοντά η υπέροχη πρωτοβουλία της ΠΑΕ Ολυμπιακός πριν την έναρξη του ντέρμπι Ολυμπιακού-ΑΕΚ στο ‘Καραϊσκάκη’. Την πρωτοβουλία αυτή δικαιώνει το ζεστό χειροκρότημα των φιλάθλων στις εξέδρες.

Ένα τεράστιο ΕΥΓΕ στον Ολυμπιακό! Γιατί, τίποτα – ακόμα και το ποδόσφαιρο – δεν στέκει πάνω από τον άνθρωπο...»

Δείτε το video:



Ένας καλός φίλος σχολίασε ότι, κατά τη γνώμη του, η εκδήλωση δεν ήταν παρά «ζήτημα μάρκετινγκ». Του απάντησα ότι δεν έχω την παραμικρή πρόθεση να αποδυθώ σε δίκες προθέσεων, και ότι μου αρκούσε πως αυτό που είδα ήταν απλά πολύ όμορφο. Συμπληρώνω εδώ ότι, προσωπικά, τίποτα δεν με παρέπεμψε στο «μάρκετινγκ». Πολύ περισσότερο όταν στην υπέροχη αυτή γιορτή συμμετείχαν αυθόρμητα και οι ίδιοι οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού. Ας δεχόμαστε, λοιπόν, το καλό όπου το συναντάμε, χωρίς να αναζητούμε σκελετούς στα ντουλάπια...

Αναμένω ανάλογη εκδήλωση από την ΠΑΕ ΑΕΚ στο παιχνίδι του δεύτερου γύρου στο ΟΑΚΑ – ελπίζω οι δύο ηρωικές αγωνίστριες της ζωής να το τιμήσουν κι αυτό με την παρουσία τους. Και ελπίζω κι αναμένω, επίσης, να δω επιτέλους την ΑΕΚ να παίζει μπάλα σε ένα ντέρμπι! Κι ας μη νικά πάντα, βρε αδερφέ...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Η δύση μιας ζωής στο ελληνικό Ναραγιάμα...

Ίσως θα πρέπει κάποτε να μιλήσουμε για τις μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων


Στην υπέροχη ταινία τού Σοχέι Ιμαμούρα, «Η μπαλάντα του Ναραγιάμα» (1983), οι ηλικιωμένοι κάτοικοι ενός φτωχού ιαπωνικού χωριού τον προ-περασμένο αιώνα οδηγούνται κατά παράδοση σε ένα κοντινό βουνό (Ναραγιάμα) για να περάσουν τις τελευταίες μέρες της ζωής τους, έτσι ώστε να μην επιβαρύνουν, λόγω της ανημπόριας τους, τα παιδιά τους που αγωνίζονται να επιβιώσουν.

Η ιδέα ακούγεται τρομαχτική στα αυτιά μίας σύγχρονης πολιτισμένης κοινωνίας. Ακόμα και σε αυτή την «πολιτισμικά καθυστερημένη» Ελλάδα, τέτοιο βουνό σίγουρα δεν υπάρχει – και μακριά από εμάς τέτοιες απάνθρωπες καταστάσεις! Ή μήπως υπάρχει;

Το κείμενο που ακολουθεί μεταφέρει αυτούσια την εμπειρία αναγνώστη, της οποίας εμπειρίας υπήρξα και προσωπικός μάρτυς έτσι ώστε να ομιλώ «μετά λόγου γνώσεως». Δεν επιχειρεί (το κείμενο) ηθική αξιολόγηση της καταφυγής στον «Ναραγιάμα» – ιδιαίτερα αν αυτή είναι η μόνη, δυστυχώς, λύση που απομένει – αλλά ζητά να φέρει στο φως κάποιες όχι και τόσο φανερές πτυχές της λειτουργίας ενός συστήματος που διαφημιστικά προβάλλεται με συγκινητικές εικόνες αγάπης και φροντίδας, συνοδευόμενες από λόγια γεμάτα συμπόνια και ανθρωπιά...

Η μητέρα του αναγνώστη πλησίαζε τα ενενήντα. Ήταν σχετικά καλά στην υγεία της για την ηλικία της, και διατηρούσε απόλυτη πνευματική διαύγεια. Είχε όμως αρχίσει να εμφανίζει σοβαρά κινητικά προβλήματα λόγω μυϊκής αδυναμίας στα κάτω άκρα, σε βαθμό που να μη μπορεί πλέον να περπατά και, γενικά, να αυτο-εξυπηρετείται χωρίς υποβοήθηση.

Αρχικά, ο αναγνώστης κατέφυγε στη λύση αλλοδαπών οικιακών βοηθών. Και, επί τέσσερα χρόνια «παρέλασαν» από το σπίτι της μητέρας του άτομα κάθε είδους και κάθε ηθικού αναστήματος (μεταξύ αυτών, μία εκδιδόμενη που ασκούσε το «επάγγελμα» κατά τις πολύωρες απουσίες της «για τα ψώνια του σπιτιού», ενώ τις νύχτες έμπαζε στο σπίτι τον προαγωγό της!). Μία τελευταία περίπτωση φάνηκε «λαχείο», αφού επρόκειτο για κάποια γυναίκα που έδειχνε ζήλο για τη δουλειά της και φερόταν σχετικά ανθρώπινα στην ηλικιωμένη. Όταν, όμως, συγκέντρωσε το ποσό που της χρειαζόταν, δήλωσε ξαφνικά ότι θα έπρεπε να γυρίσει στην πατρίδα της «για οικογενειακούς λόγους» (η συνήθης δικαιολογία σε αυτές τις περιπτώσεις).

Μη έχοντας πλέον άλλη λύση, και με βαριά καρδιά και αίσθημα υπέρμετρης ενοχής, ο αναγνώστης αποφάσισε να στραφεί στη λύση μίας κοντινής μονάδας φροντίδας ηλικιωμένων (ΜΦΗ, για συντομία). Είχε καλό όνομα στην περιοχή, και κάποιες προγενέστερες εμπειρίες του αναγνώστη συνηγορούσαν σε αυτό. Η μητέρα του – μία αξιοπρεπέστατη αρχοντογυναίκα – συνεργάστηκε απόλυτα καθώς δεν ήθελε να επιβαρύνει άλλο το παιδί της. Εξ άλλου, είχε και μία καλή σύνταξη που θα της επέτρεπε να πληρώνει στο ακέραιο το όχι ευκαταφρόνητο κόστος της διαμονής στη μονάδα.

Στην αρχή όλα φαίνονταν ιδανικά, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την εικόνα: υψηλής αισθητικής χώρος υποδοχής και, γενικά, ευχάριστη διάθεση και φιλικό περιβάλλον στα μάτια του επισκέπτη. Η ηλικιωμένη γυναίκα δεν παραπονιόταν παρά μόνο για την ποιότητα του φαγητού. Σε ερωτήσεις για τη συμπεριφορά του νοσηλευτικού προσωπικού, απαντούσε πως ήταν όλες «πολύ καλές κοπέλες».

Ώσπου ένα απρόσμενο γεγονός ήρθε να ταράξει το αίσθημα σιγουριάς του αναγνώστη και να τον ωθήσει στο να παρακολουθεί στενότερα τα τεκταινόμενα στην ΜΦΗ. Ήταν ο αιφνίδιος θάνατος μίας άλλης ηλικιωμένης που νοσηλευόταν σε γειτονικό θάλαμο. Η γυναίκα αυτή ήταν πρώην γειτόνισσα του αναγνώστη και τον εμπιστευόταν αρκετά ώστε να του μιλά «εκ βαθέων». Του εκμυστηρεύτηκε, λοιπόν, ότι, έχοντας ζήσει μία ολόκληρη ζωή με αξιοπρέπεια στο σπίτι της, είχε τώρα να αντιμετωπίσει την σκαιή συμπεριφορά κάποιων μελών του νοσηλευτικού προσωπικού. Μάλιστα, έκανε την δυσοίωνη πρόβλεψη ότι δεν επρόκειτο να μακροημερεύσει στο μέρος εκείνο. Πρόβλεψη που, δυστυχώς, σύντομα επαληθεύτηκε. Σημειώνω ότι η γυναίκα αυτή δεν υπέφερε από κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας. «Έσβησε» απλά από ένα αίσθημα βαθιάς θλίψης που της ήταν αδύνατο να αντέξει. Επισήμως, από ανακοπή...

Δεν πήρε καιρό στον αναγνώστη να διαπιστώσει ότι αποδέκτης παρόμοιων συμπεριφορών ήταν και η ίδια η μητέρα του, από ορισμένες νοσηλεύτριες που δεν έμπαιναν καν στον κόπο να τηρήσουν τα προσχήματα ακόμα και υπό την παρουσία του. Αν ήθελα να δώσω μία μεταφορική περιγραφή του φαινομένου, θα έλεγα ότι φέρονταν στη γυναίκα σαν λοχίες απέναντι σε νεοσύλλεκτο φαντάρο!

Όσοι έχουν σκύλο γνωρίζουν ότι πρέπει να τον βγάζουν βόλτα κάποιες φορές την ημέρα για τις «ανάγκες» του. Και ο σκύλος μαθαίνει πρόθυμα να προσαρμόζεται στο πρόγραμμα αυτό που του επιβάλλει το αφεντικό του. Με τον άνθρωπο, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ή έτσι, τουλάχιστον, πίστευε ο αναγνώστης ως τη στιγμή που κατάφερε να εκμαιεύσει από την τρομαγμένη μητέρα του την πληροφορία ότι μία νοσηλεύτρια, σε ρόλο αφεντικού ενός «σκύλου», της επέβαλλε πότε θα πήγαινε στο ειδικό μέρος και για πόσο διάστημα (κατά κανόνα ελάχιστο) θα παρέμενε σε αυτό. Σε κάποια περίπτωση, μάλιστα, στην ηλικιωμένη ασκήθηκε βία για να συντομεύσει...

Και, μια και βρίσκω το (αντι-)παράδειγμα του σκύλου εξόχως βολικό για τη συζήτηση, θα συμπληρώσω ότι ο τρόπος με τον οποίο η εν λόγω νοσηλεύτρια σέρβιρε τον δίσκο με το φαγητό στην ηλικιωμένη ήταν πολύ λιγότερο ανθρώπινος από εκείνον με τον οποίο σέρβιρα κάποτε εγώ το αντίστοιχο πιάτο στον σκύλο μου!

Σε αντιστάθμισμα, πάντως, όσων προανέφερα, οφείλω να σημειώσω ότι η πλειοψηφία του νοσηλευτικού προσωπικού στην ΜΦΗ κατέβαλλε προσπάθειες να επιδείξει ανθρώπινη συμπεριφορά και μια κάποια υποψία ζεστασιάς στους ηλικιωμένους. Άρκεσαν, όμως, ένα-δύο κακά πρόσωπα για να διαλύσουν την όποια καλή εικόνα. Πρόσωπα, εν τούτοις, στα οποία έμοιαζε να έχει εκχωρηθεί απεριόριστη εξουσία που έφτανε – θα μπορούσε κάποιος να πει με μια δόση υπερβολής – ως το δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στους ηλικιωμένους! Κι αυτό επαληθεύτηκε με τον πλέον τραγικό τρόπο στην περίπτωση του αναγνώστη. Σεβόμενος, όμως, την επιθυμία του δεν θα περιγράψω τα γεγονότα που οδήγησαν στον θάνατο της μητέρας του μέσα στην ΜΦΗ...

Έγραψα το σημείωμα όχι τόσο για να καταγγείλω κάποιες από τις συνθήκες λειτουργίας ενός καθαρά κερδοσκοπικού συστήματος που διαχειρίζεται ανθρώπινες ζωές στον δύσκολο δρόμο προς τον τελικό τους σταθμό, όσο για να ενημερώσω και να αφυπνίσω τους συμπολίτες μας που αντιμετωπίζουν προβλήματα όμοια με αυτό του αναγνώστη. Αν κάποιος αναγκαστεί, ως τελική και αναπόφευκτη λύση, να απευθυνθεί σε κάποια ΜΦΗ, ας θυμηθεί ότι η μονάδα αυτή δεν είναι παρά μία επιχείρηση που προσφέρει έναν τύπο υπηρεσιών έναντι αδρής αμοιβής.

Το τραγικό της υπόθεσης έγκειται σε ένα ζήτημα ηθικής φύσης που αφορά την λειτουργική φιλοσοφία ορισμένων ΜΦΗ και, σε μεγάλο βαθμό, διαμορφώνει την συμπεριφορά τους απέναντι στους ηλικιωμένους που φιλοξενούνται εκεί. Θα το διατυπώσω συνοπτικά και με ωμό ρεαλισμό: Κάποιες από τις επιχειρήσεις αυτές (ευτυχώς όχι οι περισσότερες) θεωρούν a priori ότι ο πελάτης εναποθέτει εκεί τον ηλικιωμένο άνθρωπό του για να απαλλαγεί από το βάρος του ώσπου να έρθει το αναμενόμενο τέλος. Ή, για να το κάνω να ακουστεί ακόμα πιο ανατριχιαστικό: Θεωρούν ως δεδομένο ότι κάποιος αφήνει εκεί τον ηλικιωμένο απλά «για να πεθάνει»!

Είναι στην ευθύνη, λοιπόν, των συγγενών να καταστήσουν εξαρχής απόλυτα σαφές στις επιχειρήσεις ότι τέτοιες λογικές πόρρω απέχουν από τις προθέσεις τους, και ότι αυτό που ζητούν είναι ακριβώς να προσφέρουν στους αγαπημένους τους την δυνατότητα να ζήσουν το υπόλοιπο της ζωής τους – πολύ ή λίγο – με ποιότητα και αξιοπρέπεια. Κυρίως, οι συγγενείς πρέπει να αναπτύξουν την ικανότητα να «ακούν» ακόμα και αυτά που οι ηλικιωμένοι, είτε από φόβο είτε από αίσθημα συμβιβασμού, αποφεύγουν να εκφράσουν άμεσα. Και, όταν διαπιστώνουν παραλείψεις ή ανάρμοστες συμπεριφορές, να μη διστάζουν να υπερασπίζονται δυναμικά τους ανθρώπους τους!

Οι ΜΦΗ δεν θα έπρεπε να είναι το ελληνικό «Ναραγιάμα» αλλά η ελληνική απάντηση στο πνεύμα τού Ναραγιάμα! Αν, βέβαια, υπάρχουν ακόμα ελληνικές απαντήσεις σε έναν κόσμο όπου οι ιδιαίτερες πολιτισμικές αξίες ολοένα χάνονται μέσα στην παγκόσμια κρεατομηχανή της ομογενοποίησης. Και έναν κόσμο όπου όλα, πλέον, πουλιούνται κι αγοράζονται. Ακόμα και το δικαίωμα σε ένα αξιοπρεπές τέλος της ζωής...

* Στην Ι.Χ. που, όποτε κι αν έφευγε, πάλι νωρίς θα ήταν...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Ενήλικος στο δωμάτιο, με ευθύνη ανηλίκου...

Ένας "ταξιδιωτικός οδηγός" για υποψήφιους θεατές μίας αμφιλεγόμενης ταινίας...


Έστω και για λόγους καλλιτεχνικής περιέργειας, έχω την ειλικρινή πρόθεση να δω σε πρώτη ευκαιρία την αμφιλεγόμενη νέα ταινία του Κώστα Γαβρά. Χωρίς όμως ποτέ να ξεχνώ ποιο είναι το πρόσωπο που η ταινία αυτή επιχειρεί να ηρωοποιήσει, μετατρέποντας έναν κυνικό, υπερφίαλο και νάρκισσο τυχοδιώκτη σε ρομαντικό ιδεολόγο επαναστάτη που, ως νέος Siegfried στο Götterdämmerung, τολμά να τα βάλει ολομόναχος με δυνάμεις πολύ πιο μεγάλες από εκείνον - και πέφτει ηρωικώς μαχόμενος!

Δεν θα ξεχάσω, για παράδειγμα, τον δόλιο τρόπο με τον οποίο μας αποκοίμισε βεβαιώνοντας ότι οι τράπεζες δεν επρόκειτο να κλείσουν, αφού κάτι τέτοιο "δεν προβλεπόταν". Και, στη συνέχεια, τον αυτάρεσκο κομπασμό του, «Αγάπη μου, έκλεισα τις τράπεζες» (“Honey, I just shut the banks”)! Κι εγώ, αφελής, καλόπιστος και αμελής συνάμα, που δεν είχα φροντίσει ως τότε να βγάλω κάρτες ή να μαζέψω λίγα μετρητά κάτω από το στρώμα, έζησα για μέρες κυριολεκτικά την εμπειρία της πείνας μετρώντας τα ψιλά στο πορτοφόλι μου για ένα κουλούρι ή μία τυρόπιτα, αφού βρέθηκα σχεδόν δίχως χρήματα (θα πήγαινα Δευτέρα πρωί στην τράπεζα να πάρω, τρομάρα μου!) ενώ έπρεπε να εξοικονομήσω και το τελευταίο ευρώ για άλλες ανάγκες σημαντικότερες κι απ' την τροφή (όπως ανελαστικά ιατρικά έξοδα)...

Ξέρω, θα μου πείτε ότι υπάρχουν στον κόσμο άνθρωποι που αισθάνονται τυχεροί αν μπορέσουν να εξασφαλίσουν έστω και το γεύμα μίας τυρόπιτας την ημέρα. Το γνωρίζω και ουδόλως το υποτιμώ ως πραγματικότητα. Όμως, αν κάποτε αποφασίσω να βιώσω την δυστυχία της πείνας του συνανθρώπου, υποβάλλοντας με Παρσιφαλική γενναιότητα τον εαυτό μου σε αυτόβουλη στέρηση τροφής, αυτό θα είναι ζήτημα προσωπικής επιλογής και όχι αποτέλεσμα της παράλογης ματαιοδοξίας ενός τυχοδιώκτη πολιτικού!

Ξαναγυρνώντας στον "ήρωα" της ταινίας, δεν θα ξεχάσω και τον ανάλγητο κυνισμό με τον οποίο  απάντησε σε δημοσιογράφο της τηλεόρασης, όταν ο τελευταίος τον ρώτησε τι θα απογίνουν οι ηλικιωμένοι που μες στην αφόρητη ζέστη του καλοκαιριού ξεροστάλιαζαν με τις ώρες στις ουρές έξω απ’ τις τράπεζες. Όπως δεν θα ξεχάσω ποτέ την απόγνωση και το κλάμα ενός ανθρώπου προχωρημένης ηλικίας (το είδα με τα μάτια μου) που εκλιπαρούσε τον ατσαλάκωτο στην τράπεζα για λίγα μόνο μετρητά από τη σύνταξή του, ρωτώντας τον μάταια, με έκφραση απελπισίας που έλιωνε σίδερα: «Πώς θα ζήσουμε εγώ κι η γυναίκα μου;»...

Και δεν θα ξεχάσουμε, τέλος, τις "επαναστατημένες" κυρίες του Διαδικτύου που θεοποιούσαν τον νάρκισσο στα social media, έχοντάς τον συνειδητά ή όχι αναγάγει σε οιονεί υποκατάστατο των υπαρξιακών ανεκπλήρωτων της άνυδρης ζωής τους - και ρίχνοντας ακόμα περισσότερα ξύλα στη φωτιά της ματαιοδοξίας του. Βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι, αυτό είναι το μόνο για το οποίο υπεύθυνος δεν ήταν ο ίδιος...

Όχι, γι' αυτό το "δημιουργικά ασαφές" (sic) μείγμα ακαδημαϊκού τσαρλατανισμού και πολιτικής δηθενιάς ίσως δεν άξιζε να γυριστεί ένα (έστω μέτριο) έργο κινηματογραφικής τέχνης από φημισμένο σκηνοθέτη. Θα το δούμε, εν τούτοις, για να διαμορφώσουμε προσωπική άποψη. Και, στο διάλειμμα, ίσως κεράσουμε συμβολικά τον εαυτό μας μία τυρόπιτα. Σαν εκείνες που μας κράτησαν στη ζωή το εφιαλτικό καλοκαίρι του 2015...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Είναι κακό να προστατευτεί ο ευρωπαϊκός τρόπος ζωής;

Ο ευρωπαϊκός τρόπος ζωής έχει δικαίωμα στην αυτοσυντήρηση...


Ξεκινώ με κοινότοπες αλλά αναγκαίες γενικότητες: Δημοκρατία σημαίνει ελευθερία με σεβασμό στα δικαιώματα και τους κανόνες που διέπουν τις σχέσεις των μελών μιας κοινωνίας. Κανόνες που και αυτοί οι ίδιοι προκύπτουν ως αποτέλεσμα ελεύθερης βούλησης της κοινωνίας. Αυτονόητα, όποιος ζητά να ενταχθεί σε μία προϋπάρχουσα δημοκρατική κοινότητα οφείλει καταρχήν να είναι πρόθυμος να αποδεχθεί τις κοινά συμφωνημένες αρχές της.

Θεωρώ χρήσιμο να παραθέσω ένα παράδειγμα από προσωπική εμπειρία. Έκανα τις μεταπτυχιακές μου σπουδές σε γνωστό αμερικανικό πανεπιστήμιο που ανήκει στην κοινότητα των Μορμόνων. Μέρος των προϋποθέσεων ένταξής μου ως φοιτητή σε αυτό ήταν η εκ μέρους μου ρητή αποδοχή ενός συνόλου κανόνων, τους οποίους θα έπρεπε να τηρώ χωρίς την παραμικρή παρέκκλιση καθ’ όλη την διάρκεια της εκεί παραμονής μου. Κανόνες που σε έναν Έλληνα φαίνονται αδιανόητοι (π.χ., θα έπρεπε να ξεχάσω το ένα αθώο ποτηράκι κρασί με το γεύμα μου, όπως και τον απαραίτητο καφέ μετά από αυτό!). Καθώς δεν είχα, όμως, άλλη επιλογή, έστειλα υπογεγραμμένη την δήλωση συμμόρφωσής μου με τον κώδικα συμπεριφοράς που όριζε το πανεπιστήμιο. Μία πράξη για την οποία, τελικά, δεν μετάνιωσα ποτέ...

Πολλή συζήτηση γίνεται τελευταία για την «προστασία του ευρωπαϊκού τρόπου ζωής» (όπως τουλάχιστον ο σχετικός όρος αποδίδεται στα ελληνικά). Γνωστές ή λιγότερο γνωστές «προοδευτικές» γραφίδες έσπευσαν να επισημάνουν ότι ο όρος αυτός «υποκρύπτει ρατσιστικές και ξενοφοβικές αντιλήψεις», καθώς είναι «σύνθημα της ακροδεξιάς» το οποίο στρέφεται κατά της μετανάστευσης. Είναι όμως έτσι;

Ο «ευρωπαϊκός τρόπος ζωής» δεν βγήκε από το καπέλο κάποιου ταχυδακτυλουργού αλλά είναι απόσταγμα εμπειριών, κοινωνικών ζυμώσεων, αλλά και αιματηρών λαθών αιώνων. Σε αυτόν δικαιούνται να μετέχουν εκείνοι και μόνο που έμπρακτα ασπάζονται τις αρχές του. Μία προϋπόθεση που δεν κάνει διάκριση ανάμεσα σε «παλαιούς» και «νέους» Ευρωπαίους, σε αυτόχθονες και μετανάστες!

Από αυτή την άποψη, η προστασία του ευρωπαϊκού τρόπου ζωής δεν στρέφεται κατά της ίδιας της μετανάστευσης αλλά στοχεύει στο να προασπίσει τις θεμελιώδεις αρχές του ευρωπαϊκού πολιτισμού έναντι όσων όχι απλά τις αμφισβητούν, αλλά και θα μπορούσαν στο μέλλον να τις απειλήσουν.

Το ποιες είναι οι απειλές που υφίστανται έχει μελετηθεί και συζητηθεί επαρκώς από αναλυτές πολύ ειδικότερους του γράφοντος. Και, σε σοβαρές αναλύσεις, αποπροσανατολιστικά κλισέ περί «ρατσισμού και ξενοφοβίας» ή «ακροδεξιών συνθημάτων» δεν έχουν θέση. Το μόνο που αυτά επιτυγχάνουν είναι να κρύβουν ένα σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα πίσω από φθηνές πολιτικές ρητορείες.

Σε παλιότερο κείμενο (*) γραμμένο στον απόηχο μαζικών δολοφονικών επιθέσεων ακραίου θρησκευτικού φανατισμού στο Παρίσι, είχαμε επισημάνει τον κίνδυνο εξάπλωσης μίας παγκόσμιας απειλής μέσω πολιτισμικής διάβρωσης των δυτικών κοινωνιών «εκ των έσω». Και, μιλώντας για διάβρωση δεν αναφερόμαστε, ασφαλώς, σε ειρηνική, οικειοθελή ανταλλαγή πολιτισμικών χαρακτηριστικών (συμπεριλαμβανομένων των θρησκευτικών) αλλά σε μεθοδευμένη προσπάθεια επιβολής ενός ακραία οπισθοδρομικού τρόπου ζωής, βάσει δογμάτων που θεωρούν εαυτά υπέρτερα των αξιών της ελευθερίας και της δημοκρατίας και, ως εκ τούτου, υποχρεωτικά υποκατάστατα των κατεστημένων δημοκρατικών θεσμών.

Η εικόνα σε περιοχές της Αθήνας (θα περιοριστώ σε αυτήν) προβληματίζει, αν όχι ανησυχεί. Μία εικόνα όχι στατική αλλά δυναμικά εξελισσόμενη. Η φιλόξενη Ελλάδα άνοιξε, ως θεωρεί ότι όφειλε, τις πύλες της. Όμως οφείλει παράλληλα να προστατέψει και τον ελληνικό τρόπο ζωής απέναντι σε κάθε ενδεχόμενο μελλοντικών αμφισβητήσεών του, όχι μόνο ως γενικού πλαισίου ιδεών και συνηθειών αλλά, ακόμα περισσότερο, ως δικαιώματος.

Το δημοκρατικό πολίτευμα έχει ένα ευγενές χαρακτηριστικό που το καθιστά μοναδικό ανάμεσα στα άλλα: δίνει δικαίωμα εκπροσώπησης ακόμα και στους αρνητές του. Μία σκέψη τρομάζει, εν τούτοις: Τι θα συμβεί αν κάποτε κάποιοι αρνητές (για λόγους εύκολα εννοούμενους) αποτελέσουν πλειοψηφία; Αρνητές μάλιστα που, εκτός από το πολίτευμα, θα μπορούσαν να απειλήσουν και τις ίδιες τις αξίες του πολιτισμού όπως τον γνωρίζουμε σήμερα στην δημοκρατική Δύση.

Ερωτήματα σαν το παραπάνω ζητούν απαντήσεις, όσο ακόμα έχει πρακτικό νόημα να απαντηθούν. Και τις απαντήσεις, φυσικά, δεν καλούνται να δώσουν «ρατσιστικοί και ακροδεξιοί κύκλοι» αλλά άνθρωποι με υψηλό δημοκρατικό φρόνημα και βαθιά γνώση των ευρωπαϊκών θεσμών.

Ο ευρωπαϊκός τρόπος ζωής έχει δικαίωμα στην αυτοσυντήρηση. Και, όποιος αποδέχεται τις θεμελιώδεις αρχές του είναι καλοδεχούμενος να ενσωματωθεί. Έχοντας πάντα υπόψη ότι, σε μία κοινωνία που σέβεται την διαφορετικότητα δεν χωρά η μισαλλοδοξία και η βίαιη υποταγή σε ανελεύθερα πρότυπα!

(*) https://www.tovima.gr/2015/12/16/opinions/to-tetarto-raix-den-mila-germanika/

ΤΟ ΒΗΜΑ

Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Μια πρόταση για την βάση εισαγωγής στα πανεπιστήμια

Η επαναφορά της «βάσης του 10» για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια είναι καταρχήν σωστή. Αρκεί να ορίσουμε τι ακριβώς σημαίνει «βάση του 10»...


Στις συζητήσεις των ημερών για την πολύπαθη ανώτατη παιδεία, κεντρική θέση κατέχει το ζήτημα της επαναφοράς και μόνιμης καθιέρωσης της λεγόμενης «βάσης του 10» ως προαπαιτούμενου για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια. Οι λόγοι που συνηγορούν υπέρ της επαναφοράς αυτής είναι υπαρκτοί, και το σχετικό επιχείρημα ακούγεται ως καταρχήν σωστό: Αυτοί που διεκδικούν πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα πρέπει κατά τεκμήριο να διαθέτουν ένα μίνιμουμ γνώσεων που θα εγγυάται την ομαλή ένταξη στις πανεπιστημιακές σπουδές, καθώς και την επιτυχή ολοκλήρωση των σπουδών μέσα σε λογικά χρονικά όρια.

Ακούγεται παράλληλα, όμως, και ένας αντίλογος που αφορά όχι την ίδια τη σκοπιμότητα ύπαρξης βάσης εισαγωγής (προσπερνούμε λαϊκιστικά δόγματα του τύπου «ελεύθερη εκπαίδευση για όλους») αλλά την απουσία απόλυτου, μονοσήμαντου προσδιορισμού αυτής τούτης της έννοιας της «βάσης». Δηλαδή, η βαθμολογία ενός υποψηφίου στις πανελλήνιες εξετάσεις εξαρτάται όχι μόνο από το επίπεδο προετοιμασίας του ίδιου του υποψηφίου αλλά και από την δυσκολία των θεμάτων. Οριακά, ακόμα και ένας άριστος υποψήφιος θα μπορούσε να δυσκολευτεί να περάσει τη βάση με θέματα ακραίας δυσκολίας! Στο αντίθετο άκρο, ένας μέτριος υποψήφιος θα ήταν, θεωρητικά, δυνατό να «αριστεύσει» σε θέματα υπερβολικά εύκολα. Και ας μην ξεχνούμε ότι, σύμφωνα με αντικειμενικούς αναλυτές, ο βαθμός δυσκολίας των θεμάτων κάθε άλλο παρά σταθερός μένει από χρόνο σε χρόνο.

Η αποδυνάμωση, λοιπόν, του όποιου (εύλογου) σκεπτικισμού απέναντι στην καθιέρωση της βάσης απαιτεί, καταρχάς, έναν απόλυτο κι αντικειμενικό προσδιορισμό τού τι ακριβώς σημαίνει «βάση» για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια. Έναν προσδιορισμό που θα οδηγεί σε εξαρχής καθορισμένες και – κατά το δυνατόν – χρονικά αμετάβλητες προϋποθέσεις, έτσι ώστε ο κάθε υποψήφιος να γνωρίζει ανά πάσα στιγμή και σε βάθος χρόνου τις ελάχιστες απαιτήσεις στις οποίες οφείλει να ανταποκρίνεται πριν καν πιάσει το μολύβι στο εξεταστικό κέντρο.

Πώς μπορεί να επιτευχθεί κάτι τέτοιο; Δεν ισχυριζόμαστε, φυσικά, ότι ανακαλύψαμε την ιδανική λύση, όμως ας μας επιτραπεί να καταθέσουμε κάποιες ιδέες που ίσως αχνοδείξουν μία κάποια κατεύθυνση προς τον σκοπό αυτό. Σε γενικές γραμμές, η πρότασή μας θα μπορούσε να διατυπωθεί ως ακολούθως:

1. Δεχόμαστε καταρχήν ότι ο σκοπός της βάσης είναι να «φιλτράρει» τους υποψηφίους, ξεχωρίζοντας εκείνους που έχουν ένα αποδεκτό επίπεδο γνώσεων ώστε να δικαιούνται την ευκαιρία να διεκδικήσουν μία θέση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το τι σημαίνει «αποδεκτό επίπεδο» θα πρέπει να είναι καλά καθορισμένο και, στο μέτρο του δυνατού, να έχει μακροπρόθεσμη ισχύ (λαμβάνοντας, ασφαλώς, υπόψη ότι τα εκπαιδευτικά κριτήρια είναι δυνατό να υπόκεινται σε αναθεωρήσεις όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο από τους αρμόδιους εκπαιδευτικούς φορείς).

2. Το υπουργείο παιδείας, σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια, καταρτίζει μία «δεξαμενή θεμάτων» που καλύπτουν το σύνολο των γνώσεων που, κατά τους ειδικούς, θεωρούνται ως θεμελιώδεις ώστε να παρακολουθήσει κάποιος ανώτατες σπουδές στο εξεταζόμενο αντικείμενο. Η πρόσβαση των υποψηφίων στα θέματα αυτά είναι ελεύθερη (π.χ., τα θέματα κοινοποιούνται στο Διαδίκτυο). Ευνόητο είναι ότι το πλήθος των θεμάτων είναι αρκετά μεγάλο ώστε να καλύπτουν το μέγιστο δυνατό φάσμα προαπαιτούμενων γνώσεων.

3. Την ώρα των εξετάσεων, στον υποψήφιο δίνονται δύο απόλυτα διακριτές ομάδες θεμάτων. Η μία – ας την ονομάσουμε ομάδα Α – περιέχει ερωτήσεις αποκλειστικά από την δεξαμενή των βασικών θεμάτων. Το σύνολο των ερωτήσεων αυτών προκύπτει μετά από διαδικασία κλήρωσης, την οποία διενεργεί η κεντρική επιτροπή των εξετάσεων. Για να έχει δικαίωμα αξιολόγησης, ο υποψήφιος θα πρέπει να εξασφαλίσει μία ελάχιστη βαθμολογία (π.χ., 50%) στην ομάδα Α. Υποψήφιος που αποτυγχάνει σε αυτό το προκαταρκτικό σκέλος των εξετάσεων, δεν αξιολογείται περαιτέρω και θεωρείται ως αποτυχών.

4. Οι απαντήσεις στην δεύτερη ομάδα θεμάτων – ομάδα Β – λαμβάνονται υπόψη αυστηρά και μόνο για όσους υποψήφιους έχουν εξασφαλίσει τη βάση στην ομάδα Α. Τα θέματα της ομάδας Β είναι μεγαλύτερης δυσκολίας και η επιλογή τους δεν υπόκειται σε προκαθορισμένους κανόνες. Αποτελούν το κριτήριο με βάση το οποίο θα ξεχωρίσουν οι άριστοι από τους καλούς, και η βαθμολογική τους βαρύτητα είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με εκείνη της ομάδας Α.

5. Η τελική βαθμολογία του υποψηφίου προκύπτει από το άθροισμα των επιδόσεών του στις ομάδες Α και Β (με την προϋπόθεση, φυσικά, ότι έχει περάσει τη βάση στην πρώτη ομάδα). Είναι, τώρα, στην διακριτική ευχέρεια των σχολών να ορίσουν μία ελάχιστη απαιτούμενη επίδοση για την εισαγωγή σε αυτές. Αυτονόητα, το βαθμολογικό όριο εισαγωγής θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον μέγιστο αριθμό φοιτητών που μπορεί η κάθε σχολή να απορροφήσει.

Εναλλακτικά, αντί για δύο ομάδες θεμάτων (Α και Β) στο πλαίσιο μίας ενιαίας εξέτασης, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για δύο εξετάσεις που διενεργούνται σε διαφορετικό χρόνο. Οι επιτυγχάνοντες στην πρώτη (βασική) εξέταση αποκτούν δικαίωμα συμμετοχής στην δεύτερη. Η πρώτη εξέταση θα μπορούσε να διενεργείται ταυτόχρονα στα λύκεια όλης της χώρας υπό την αυστηρή επίβλεψη επιτροπών του υπουργείου, με κοινά θέματα που αντλούνται με κλήρωση από την «δεξαμενή» βασικών θεμάτων στην οποία αναφερθήκαμε πιο πάνω.

Τέλος, για ακόμα μεγαλύτερη αντικειμενικότητα και αξιολογική ομοιομορφία στη βαθμολόγηση της πρώτης ομάδας θεμάτων (ή της πρώτης εξέτασης, ανάλογα με την περίπτωση), οι ερωτήσεις καλό θα είναι να δίνονται στη μορφή πολλαπλών επιλογών (multiple choice). Αυτό θα εξαλείψει τον υποκειμενικό παράγοντα που αναπόφευκτα υπεισέρχεται στην αξιολόγηση ενός γραπτού από έναν βαθμολογητή.

Ο αναγνώστης πιθανώς θα εντοπίσει ατέλειες στο πλάνο που περιγράψαμε. Όπως αναφέρθηκε στην αρχή, δεν πρόκειται για ολοκληρωμένο σχέδιο αλλά, απλά, για ένα σύνολο ιδεών στην κατεύθυνση της αναζήτησης ορθολογικής και εφαρμόσιμης λύσης στο ζήτημα της βάσης εισαγωγής στα πανεπιστήμια. Ένα ζήτημα που δεν αποτελεί, δυστυχώς, το μοναδικό, ούτε το σημαντικότερο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει σήμερα η ανώτατη εκπαίδευση στη χώρα...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Κυριακή 11 Αυγούστου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Εκεί που το πανεπιστημιακό άσυλο δεν είναι πολιτική διαστροφή

Μια μακρινή ανάμνηση από ένα εκπαιδευτικό σύστημα όπου το πανεπιστημιακό άσυλο εφαρμόζεται στην μόνη σωστή του εκδοχή...


Το περιστατικό που θα αφηγηθώ είναι απολύτως αληθινό. Συνέβη κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1980 και υπήρξα αυτόπτης μάρτυς του.

Είχε πάρει να βραδιάζει όταν τέλειωσε το καθιερωμένο βδομαδιάτικο σεμινάριο για μεταπτυχιακούς φοιτητές της Φυσικομαθηματικής Σχολής, σε ένα Πανεπιστήμιο κάπου στα δυτικά των ΗΠΑ. Για λόγους ασφαλείας, ο φύλακας είχε κλειδώσει μερικές δευτερεύουσες εισόδους του κτιρίου, αφήνοντας μόνο την κεντρική και κάποιες πλαϊνές εισόδους ανοιχτές.

Ως γνήσιοι Έλληνες που πάντα αναζητούν το ανορθόδοξο, επιλέξαμε τις δευτερεύουσες εξόδους μη γνωρίζοντας πως ήταν κλειδωμένες. Βλέποντας τον φύλακα να περνά από εκεί, μία φοιτήτρια τον πλησίασε βιαστικά και με σπαστά αγγλικά, δυνατή φωνή και έντονες, «μεσογειακές» κινήσεις, άρχισε να τον ρωτά γιατί η πόρτα ήταν κλειδωμένη.

Ο φύλακας την διέκοψε, ρίχνοντάς της ταυτόχρονα ένα αγριεμένο βλέμμα. Με τόνο αυστηρό που δεν σήκωνε συζήτηση, της είπε:

– Αυτό που μόλις έκανες, να μην το ξανακάνεις! Θα πρέπει να προσέχεις πώς απευθύνεσαι σε άνθρωπο που είναι οπλισμένος και έχει εκπαιδευτεί να βάζει το χέρι στο πιστόλι όταν νιώσει τον παραμικρό κίνδυνο. Κι εσύ ήρθες ξαφνικά από πίσω μου και με αιφνιδίασες μιλώντας έντονα και κάνοντας απότομες κινήσεις. Το ξέρεις ότι θα μπορούσα ακόμα και να σε είχα πυροβολήσει;

Ο φιλότιμος φύλακας, πάντως, ξεκλείδωσε πρόθυμα την πόρτα για να μην ταλαιπωρηθούμε κάνοντας τον γύρο του κτιρίου...

Πιθανή απορία «πολιτικοποιημένου» φοιτητή που σπουδάζει σε πανεπιστήμιο της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης:

– Μα, καλά, πώς ανέχονται οι φοιτητικοί σύλλογοι εκεί στην Αμερική την παρουσία οπλισμένων μπάτσων στα πανεπιστήμια;

Η απάντηση είναι απλή και προκαλεί μελαγχολία σε συσχετισμό με όσα θλιβερά συμβαίνουν εδώ και χρόνια στη χώρα μας. Σε ένα αμερικανικό πανεπιστήμιο, οι φοιτητές δεν εισέρχονται με πρωταρχικό (συχνά αποκλειστικό) σκοπό να ενταχθούν σε κομματικά ελεγχόμενους φοιτητικούς συλλόγους. Δεν χρησιμοποιούν τον πανεπιστημιακό χώρο σαν «επαναστατικό» ορμητήριο και εργαστήριο παρασκευής αυτοσχέδιων εκρηκτικών. Δεν διανοούνται να ακουμπήσουν τους διδάσκοντες – πόσο μάλλον να χειροδικήσουν πάνω τους – ούτε να εισβάλουν στα γραφεία τους καταστρέφοντας συγγράμματα, υπολογιστές και ό,τι άλλο βρουν μπροστά τους, επειδή και μόνο δεν συμφωνούν με τις πολιτικές απόψεις τους. Η ιδέα της «κατάληψης» πανεπιστημιακού χώρου είναι άγνωστη, και μόνο ένας τρελός θα μπορούσε να επιχειρήσει κάτι τέτοιο (ή, κάποιος που έχει την διαστροφική διάθεση να καταλήξει στη φυλακή)...

Στα αμερικανικά πανεπιστήμια υπάρχει σαφής και απόλυτος διαχωρισμός ρόλων. Ο φοιτητής είναι φοιτητής και ο δάσκαλος είναι δάσκαλος. Είναι αδιανόητο να αξιώνουν οι φοιτητές πάγια και θεσμικά κατοχυρωμένη εκπροσώπηση στα όργανα διοίκησης του πανεπιστημίου. Οι καθηγητές συναποφασίζουν για τις λεπτομέρειες του προγράμματος σπουδών, και οι φοιτητές υποχρεούνται να σεβαστούν τις αποφάσεις τους. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι οι καθηγητές κωφεύουν στις απόψεις, τις τυχόν ενστάσεις και τα αιτήματα των φοιτητών – κάτι τέτοιο δεν θα ήταν συμβατό με ένα δημοκρατικό εκπαιδευτικό σύστημα σαν αυτό των ΗΠΑ. Η τελική ευθύνη των αποφάσεων, όμως, βαρύνει αποκλειστικά τους διδάσκοντες.

Ο οπλισμένος φύλακας ενός αμερικανικού πανεπιστημίου τυγχάνει απόλυτου σεβασμού από τους φοιτητές, αφού υπάρχει εκεί για τη δική τους ασφάλεια. Ακόμα και η αμερικανική Αριστερά καλοδέχεται τις υπηρεσίες που προσφέρει και δεν τον αντιμετωπίζει με βάση το γνώριμό μας, συμπλεγματικό μετεμφυλιοπολεμικό δόγμα, «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι». Τυχόν απουσία φύλακα προκαλεί αίσθημα ανασφάλειας, όχι ανακούφισης, στους φοιτητές!

Οι οποίοι φοιτητές – περιττό που το επισημαίνω – βρίσκονται εκεί με μοναδικό σκοπό να μορφωθούν και να πάρουν εφόδια για τη ζωή τους. Πολλοί μάλιστα εργάζονται στον ελεύθερο χρόνο τους ώστε να καλύψουν τα έξοδα των σπουδών τους. Για κακή τους τύχη, από το πρόγραμμα σπουδών απουσιάζει το μάθημα του «επαναστατικού» χαβαλέ. Το οποίο θα πρέπει να είναι αρκετά ενδιαφέρον, αν κρίνω από το γεγονός ότι είναι το μόνο στο οποίο πολλοί (ευτυχώς όχι οι περισσότεροι) Έλληνες συμφοιτητές τους κατά κανόνα αριστεύουν. Ενίοτε, μάλιστα, φτάνουν να κατακτήσουν ως και υψηλά αξιώματα στην ελληνική πολιτεία!

Έχει αυτή η πολιτεία την θέληση και την δυνατότητα να προστατέψει εκείνους τους πολλούς που μπαίνουν στα πανεπιστήμια της χώρας με αληθινό σκοπό να μορφωθούν; Ή, για να γίνω πιο συγκεκριμένος, θα εφαρμόσει αποφασιστικά στην πράξη τον πρόσφατο θεσμικό εξορθολογισμό του «πανεπιστημιακού ασύλου», το οποίο είχε μετατρέψει τα πανεπιστήμια σε πολιτικές χωματερές (για να μην χρησιμοποιήσω κάποια άλλη, λιγότερο πολιτικά ορθή έκφραση);

Δύσκολο το βλέπω... Φοβούμαι πως τα γνωστά κουκουλοφόρα τάγματα του «προοδευτικού» χώρου δεν πρόκειται να αφήσουν πεζοδρόμιο αξήλωτο σ’ ολόκληρη την πόλη! Εκτός αν οι (άμεσοι ή έμμεσοι) ιδεολογικοί καθοδηγητές τους έχουν λάβει, πλέον, τα μηνύματα της κοινωνίας. Κι έχουν αποφασίσει να ωριμάσουν πολιτικά...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Τρίτη 6 Αυγούστου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Αλέξη, ψήφο κατά συνείδηση για το πανεπιστημιακό άσυλο!

Ο Αλέξης Τσίπρας έχει την ευκαιρία να κάνει μία γενναία πολιτική υπέρβαση...


Η επαναφορά (αναίρεση της κατάργησης) του λεγόμενου «πανεπιστημιακού ασύλου», απότοκη ιδεολογικών εμμονών υπουργών παιδείας που προηγήθηκαν, υπήρξε σφάλμα της κυβέρνησης Τσίπρα, τόσο από πρακτική όσο και από πολιτική άποψη.

Από πρακτική άποψη, έδωσε το τελειωτικό χτύπημα στα πανεπιστήμια σε ό,τι αφορά το αίσθημα της ασφάλειας διδασκόντων και διδασκομένων, ενώ κάθε άλλο παρά διασφάλισε την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών στους χώρους εκείνους. Συχνά, μάλιστα, η ελευθερία της έκφρασης καταργήθηκε στην πράξη από βίαιες παρεμβάσεις οργανωμένων ομάδων «διαφωνούντων»...

Από διαφορετική σκοπιά, η επαναφορά του ασύλου ελάχιστη πολιτική πίστωση πρόσφερε στην προηγούμενη κυβέρνηση, αφού η ίδια η κοινωνία – πλην ελαχίστων ιδεολογικά εμμονικών – δεν φάνηκε να «αγκαλιάζει» αυτή την επιλογή. Πώς θα μπορούσε, άλλωστε, όταν τόσοι και τόσοι γονείς έχουν παιδιά που σπουδάζουν σε ελληνικά πανεπιστήμια τα οποία αφέθηκαν να μετατραπούν σε άντρα βίας και ανομίας;

Ο Αλέξης Τσίπρας, λοιπόν, έχει μπροστά του μία μοναδική ευκαιρία γενναίας πολιτικής υπέρβασης που θα μπορούσε να αποδειχθεί κίνηση «ματ» για την διαμόρφωση ενός ανανεωμένου και εκσυγχρονισμένου κεντροαριστερού προφίλ του κόμματός του: Ας αποδεσμεύσει τα μέλη της κοινοβουλευτικής του ομάδας από την υποχρέωση συντεταγμένης στάσης στο ζήτημα του ασύλου, και ας επιτρέψει (ενθαρρύνει!) ψήφο κατά συνείδηση στην επικείμενη ψηφοφορία στη Βουλή.

Όχι μόνο θα αποδείξει έτσι ότι έχει το θάρρος της (έμμεσης, έστω) αναγνώρισης ενός πολιτικού λάθους, αλλά και θα σηματοδοτήσει μία αλλαγή φιλοσοφίας στο κόμμα του, από τον παρωχημένο ιδεοληπτικό δογματισμό στον ευέλικτο πολιτικό πραγματισμό που απαιτεί η εποχή.

Ένα είναι βέβαιο: Για να εξελιχθεί πολιτικά ο Αλέξης Τσίπρας θα πρέπει πρώτα να αναμετρηθεί με τον ίδιο τον παλιό του εαυτό. Αν θέλει να αρχίσει πάλι να πείθει την κοινωνία για την ειλικρίνεια των προθέσεών του, θα χρειαστεί να θυσιάσει το δόγμα «τα έκανα όλα σωστά» προς όφελος της έμπρακτης δέσμευσης «ξέρω να ακούω και μπορώ να αναθεωρώ». Για χάρη της πολύπαθης Παιδείας, τουλάχιστον...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Σάββατο 27 Ιουλίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Από την πολιτική αιτιοκρατία στην πολιτική τελεολογία

Αντέχουμε την ευθύνη της πολιτικής ενηλικίωσης;


Με κίνδυνο να ξορκίσουμε το καλό, θα τολμούσαμε να πούμε ότι διακρίναμε κάποια αμυδρά σημάδια πολιτικού πολιτισμού στο Κοινοβούλιο κατά την πρόσφατη συζήτηση επί των προγραμματικών θέσεων της νέας κυβέρνησης. Το κοντράστ των εντυπώσεων σε σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν ήταν ενθαρρυντικό όσο κι ευχάριστο. Πράγματι, η λέξη «πολιτισμός» έμοιαζε να είχε σβηστεί από το λεξικό του πολιτικού μας συστήματος από την έναρξη της κρίσης. Δεν ήταν λίγες οι φορές, μάλιστα, που η έκφραση «πολιτική αθλιότητα» εμφιλοχώρησε δικαιωματικά στις σελίδες του...

Ακόμα κι αν δεχθούμε αισιόδοξα, όμως, ότι υπάρχει ηθική αναβάθμιση στο πολιτικό σύστημα, δεν θα πρέπει να μείνουμε σε αυτήν. Από μόνο του το ήθος δεν παράγει πολιτική, απλά διασφαλίζει την τήρηση των κανόνων που οφείλουν να την διέπουν. Αυτό που χρειάζεται τώρα είναι μία επαναστατική αλλαγή πολιτικής φιλοσοφίας, έτσι ώστε από την εποχή της στείρας και αντι-δημιουργικής «αιτιοκρατικής» νοοτροπίας που χρόνια μας διακατέχει, να μεταβούμε σε μία νέα εποχή «τελεολογικού» οράματος. Και, πριν προχωρήσουμε την συζήτηση, οφείλουμε έναν κατά το δυνατόν απλό ορισμό των εννοιών που χρησιμοποιούμε.

Ως αιτιοκρατία χαρακτηρίζουμε, γενικά, την φιλοσοφική θεωρία σύμφωνα με την οποία το κάθε τι που συμβαίνει καθορίζεται απόλυτα από προηγούμενες αιτίες και δεν γίνεται κατά τρόπο τυχαίο. Αν ονομάσουμε Α το αίτιο και Β το αποτέλεσμα, τότε μπορούμε να πούμε ότι το Β συνέβη επειδή προηγήθηκε το Α. Δηλαδή, το αίτιο καθορίζει το αποτέλεσμα.

Σύμφωνα με την τελεολογία, από την άλλη μεριά, τα πάντα στον κόσμο διέπονται από έναν σκοπό, προς εκπλήρωση του οποίου τείνουν. Δηλαδή, όλα τα φαινόμενα υπηρετούν μία προκαθορισμένη σκοπιμότητα. Έτσι, αν πάλι ονομάσουμε Α το αίτιο και Β το αποτέλεσμα, τότε λέμε ότι το Α συνέβη ώστε να επακολουθήσει το Β. Με άλλα λόγια, το αίτιο δικαιώνεται από το αποτέλεσμα.

Η αιτιοκρατική στάση την οποία κατά παράδοση ακολουθεί το μεταπολιτευτικό μας σύστημα συνίσταται, κατά κύριο λόγο, στην εκ των υστέρων αναζήτηση πολιτικών ευθυνών για κάθε πρόβλημα της χώρας. Παράλληλα, απουσιάζει η οποιαδήποτε αυτοκριτική διάθεση εκ μέρους τόσο του πολιτικού συστήματος, όσο και των ίδιων των πολιτών. Η χώρα «καταστράφηκε» επειδή πάντα κάποιοι άλλοι διέπραξαν κάποια λάθη. Οι δε κρίνοντες τα λάθη φορούν εξ ορισμού το φωτοστέφανο της αγιότητας!

Έτσι, η πολιτική ανάγεται κυρίως στην αναζήτηση ενόχων για πράξεις του παρελθόντος, παρά στην αναζήτηση τρόπων που θα ελαχιστοποιήσουν την πιθανότητα μελλοντικών ενοχών. Και, ακόμα κι αν κάποιες ενοχές του παρόντος είναι αυταπόδεικτες, υπάρχει πάντα μία έξοδος διαφυγής: «Μα, και οι άλλοι τα ίδια (και χειρότερα) έκαναν!»

Η αναζήτηση των αιτιών που οδήγησαν σε ένα εθνικό πρόβλημα είναι, ασφαλώς, προϋπόθεση για την κατανόηση των λαθών που προηγήθηκαν και την αποφυγή της επανάληψής τους στο μέλλον. Η διάγνωση, όμως, αποτελεί αναγκαία μα όχι και ικανή συνθήκη για την θεραπεία. Το ζήτημα είναι κατά πόσον είμαστε πρόθυμοι να αντλήσουμε διδάγματα από τα λάθη μας. Και η προθυμία αυτή πιστοποιείται στην πράξη με την αναθεώρηση των προτεραιοτήτων και των συμπεριφορών μας, τόσο ως απλοί πολίτες όσο και ως πολιτικό σύστημα.

Η αιτιοκρατική αντίληψη της πολιτικής, λοιπόν, θα πρέπει να συνοδεύεται κι από ένα, θα λέγαμε, «τελεολογικό όραμα». Για να το θέσουμε απλά, θα πρέπει πρώτα να συμφωνήσουμε όλοι πάνω σε ένα ελάχιστο πλαίσιο μη-διαπραγματεύσιμων κοινωνικών και εθνικών στόχων που υπερβαίνουν κομματικές διαχωριστικές γραμμές. Και, στη συνέχεια, θα πρέπει να υπηρετήσουμε αυτούς τους στόχους με συνέπεια και δίχως κοινωνικές ή κομματικές αλληλο-υπονομεύσεις.

Στο σημείο αυτό ο αναγνώστης θα αντιτάξει το επιχείρημα ότι τέτοιοι οικουμενικοί στόχοι ούτως ή άλλως υπάρχουν ήδη (αναφέρω ενδεικτικά την προάσπιση της ακεραιότητας της χώρας, καθώς και την προάσπιση του πολιτεύματος). Οι στόχοι αυτοί, όμως, δεν είναι αρκετοί. Αν ήταν, η χώρα δεν θα είχε ποτέ φτάσει στη χρεοκοπία!

Η κρίση που περάσαμε – σε ό,τι αφορά τόσο τις αιτίες της, όσο και τους τρόπους που αντιδράσαμε σε αυτήν – ανέδειξε μία δυσάρεστη πραγματικότητα για την μεταπολιτευτική Ελλάδα: Πάψαμε να λειτουργούμε ως κοινωνία και αφεθήκαμε να μετασχηματιστούμε σε συνονθύλευμα εγωκεντρισμών και αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων. Αντικαταστήσαμε το εθνικό και κοινωνικό όραμα με το προσωπικό, ταξικό ή συντεχνιακό συμφέρον. Εγκαταλείψαμε το «εμείς» προς χάριν τού «εγώ»...

Αν μη τι άλλο, η κρίση δείχνει τώρα να μας έχει καταστήσει κατά τι σοφότερους. Ακόμα πιο σημαντικό, φαίνεται να ωριμάζει και το ίδιο το πολιτικό μας σύστημα. Καιρός είναι, λοιπόν, να αναλάβουμε όλοι «αιτιοκρατικά» τις ευθύνες για λάθη που προηγήθηκαν, αλλά και να χαράξουμε «τελεολογικά» τους νέους ορίζοντες για την κατάκτηση των οποίων θα χρειαστεί να αγωνιστούμε.

Και, μια και μιλούμε για ευθύνες, ας θυμηθούμε τη συμβουλή του Καζαντζάκη:

«Ν’ αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δεν σωθεί, εγώ φταίω!»

Αντέχουμε το αντιμέτρημα με τον παλιό μας εαυτό;

ΤΟ ΒΗΜΑ

Κυριακή 14 Ιουλίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Είναι κακό πράγμα ο Νόμος και η Τάξη; Ένα ερώτημα που τίθεται ξανά

Κάποια παλιά κείμενα παραμένουν επίκαιρα. Δυστυχώς...



Όταν βλέπεις παλιά σου κείμενα να παραμένουν επίκαιρα, αυτό που αισθάνεσαι αρχικά είναι ένα αίσθημα ικανοποίησης. Νιώθεις πως τα θέματα που επέλεξες να πραγματευτείς δεν αφορούσαν προβλήματα της στιγμής αλλά είχαν πάνω τους τη σφραγίδα της διαχρονικότητας.

Μόλις, όμως, παρέλθει η σύντομη κρίση αυταρέσκειας, βιώνεις ένα αίσθημα μελαγχολίας για όσα θα έπρεπε να έχουν αλλάξει από τότε, μα δεν άλλαξαν ποτέ...

Ακούμε και πάλι στελέχη της μέχρι πρότινος κυβερνώσας Αριστεράς να αναφέρονται χλευαστικά στο λεγόμενο δόγμα «νόμος και τάξη», με βάση το οποίο, υποτίθεται, ασκείται πλέον η εξουσία στη χώρα. Και είναι θλιβερό το ότι δεν αντιλαμβάνονται, ακόμα και τώρα, μερικούς από τους πιο σημαντικούς λόγους για τους οποίους απογοήτευσαν την κοινωνία.

Εμμονικά προσκολλημένη σε μετεμφυλιοπολεμικά σύνδρομα – τότε που ο χωροφύλακας υπηρετούσε συγκεκριμένους πολιτικούς (για κάποιους, «εθνικούς») σκοπούς – η λεγόμενη «ανανεωτική Αριστερά» θεωρεί ότι το ζήτημα της ασφάλειας των πολιτών, με δεδομένη μάλιστα την εγκληματικότητα που μαστίζει τη χώρα, είναι θέμα ακαδημαϊκής συζήτησης και μόνο. Η αθλιότητα που επικρατεί στα πανεπιστήμια μπορεί να αντιμετωπιστεί «με διάλογο», ενώ η στενότερη παρακολούθηση των όποιων ύποπτων δραστηριοτήτων αλλοδαπών (κάποιοι εκ των οποίων δεν βρίσκονται καν νόμιμα στη χώρα) θα μπορούσε και να θεωρηθεί ως υποκρύπτουσα «ρατσιστικά» κίνητρα. Οι δε σπασμένες βιτρίνες των καταστημάτων θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με «κατανόηση», αφού τις απώλειες υφίστανται οι (εξ ορισμού και γενικώς) «έχοντες»...

Αναμφίβολα, τα τελευταία χρόνια η Αστυνομία έχει καταβάλει τιτάνιες προσπάθειες – και με περιορισμένα μέσα, λόγω κρίσης – να σταθεί στο ύψος της αποστολής της. Και τούτο όχι λόγω συμμόρφωσης με μία σχεδόν ανύπαρκτη πολιτική βούληση κυβερνώντων, αλλά από καθαρό φιλότιμο των ίδιων των αστυνομικών. Κάποιες επιτυχίες στην εξιχνίαση ιδιαίτερα δύσκολων περιπτώσεων εγκλημάτων ήταν όντως εντυπωσιακές, με δεδομένη μάλιστα την ανεύθυνη πολιτική «ανοιχτών συνόρων» και τη μετατροπή της χώρας σε «ξέφραγο αμπέλι» (ζητώ συγνώμη για φράσεις-κλισέ, όμως δεν έχω υπόψη άλλες που να αποδίδουν την κατάσταση καλύτερα).

Τον Αύγουστο του 2016, λοιπόν, σε κείμενό μας στο «Βήμα», είχαμε θέσει το (ρητορικό σε ό,τι αφορά τις προθέσεις μας) ερώτημα αν είναι κακό πράγμα ο νόμος και η τάξη. Τότε το είχαμε απευθύνει στην κυβέρνηση της χώρας. Σήμερα το απευθύνουμε ξανά, τούτη τη φορά στη μείζονα αντιπολίτευση. Αποδέκτες, εν τούτοις, παραμένουν τα ίδια πρόσωπα, με τις ίδιες πολιτικές ιδεοληψίες και ιδεολογικές αγκυλώσεις. Που δείχνουν να συνεχίζουν να μην έχουν επαφή με μερικά από τα σημαντικότερα προβλήματα της κοινωνίας...

Ας δούμε τι είχαμε γράψει τρία χρόνια πριν:

--------------------------------

(...) Ομολογώ ότι εντυπωσιάστηκα από τον τρόπο με τον οποίο «κύκλοι του Μαξίμου» απάντησαν σε δήλωση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία (δήλωση) επέκρινε την κυβέρνηση για την «αμήχανη» και «εγκλωβισμένη σε ιδεοληψίες» αντιμετώπιση των ζητημάτων που αφορούν τη δημόσια τάξη και την ασφάλεια των πολιτών.

Δεν είναι πρόθεση του παρόντος σημειώματος η επί της ουσίας τοποθέτηση πάνω στη δήλωση του κ. Κ. Μητσοτάκη. Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι η προαναφερθείσα απάντηση «κυβερνητικών πηγών», έτσι όπως είδε το φως της δημοσιότητας μέσω αναρτήσεων σε έγκυρα ειδησεογραφικά sites (φιλοκυβερνητικών μη εξαιρουμένων):

«Αμήχανος απέναντι στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης σε θεσμούς, οικονομία και κοινωνικό κράτος, ο κ. Μητσοτάκης ακολουθεί τη γνωστή μα αποτυχημένη συνταγή ‘Νόμος και Τάξη'. Γνωστή και σταθερή πολιτική συνέχεια της κυβέρνησης Σαμαρά στην οικονομία και στην προπαγάνδα. Το μόνο που διακυβεύεται είναι η προοπτική της ΝΔ και το καταδικασμένο από το λαό πρόγραμμά της. Την ασφάλεια των πολιτών την εγγυώνται καθημερινά οι θεσμοί της συντεταγμένης πολιτείας και της δημοκρατίας.»

Θα ήθελα με την ευκαιρία να διατυπώσω μερικά καλοπροαίρετα ερωτήματα:

1. Αν η συνταγή «Νόμος και Τάξη» κρίνεται καταρχήν ως αποτυχημένη, ποιο είναι το επιτυχές εναλλακτικό της; Μήπως το «Ανομία και Χάος»;

2. Είναι απολύτως βέβαιο ότι, ανάμεσα στους λόγους για τους οποίους οι πολίτες καταδίκασαν ένα προγενέστερο πρόγραμμα, ήταν η (υποτιθέμενη) προσήλωση του προγράμματος αυτού στο Νόμο και την Τάξη; Ή, για να αντιστρέψω το ερώτημα: Είναι βέβαιο ότι οι πολίτες ψήφισαν ένα διαφορετικό πρόγραμμα γιατί, μεταξύ άλλων, οι εμπνευστές του εμφανίζονταν ανέκαθεν «αλλεργικοί» απέναντι σε κάθε τι που παρέπεμπε στη νομιμότητα και την ευταξία;

3. Οι θεσμοί της συντεταγμένης πολιτείας και της δημοκρατίας, οι οποίοι εγγυώνται την ασφάλεια των πολιτών, μπορούν να επιτυγχάνουν τους στόχους τους παρακάμπτοντας τους νόμους της χώρας και αδιαφορώντας για τη διαφύλαξη της τάξης (θεωρώντας την, ενδεχομένως, ως «αντιδημοκρατική» πρακτική);

Ο παρατηρητικός αναγνώστης θα έχει ήδη αντιληφθεί ότι τα παραπάνω ερωτήματα είναι κατά βάση ρητορικά. Το ουσιαστικό ερώτημα, όμως, τρομάζει: Θα πρέπει άραγε να συνηθίσουμε στην ιδέα ότι η ανομία βαθμιαία καθίσταται de facto νόμος του κράτους σ’ αυτή τη χώρα; Ένας «νόμος», μάλιστα, που η ίδια η εξουσία ελάχιστα πρόθυμη φαίνεται να αμφισβητήσει, πόσο μάλλον να ανατρέψει στην πράξη...

ΤΟ ΒΗΜΑ, Αύγουστος 2016

--------------------------------

Το ζήτημα της ασφάλειας των πολιτών δεν έχει πολιτικό πρόσημο, ούτε κομματικό χρώμα. Αφορά θεμελιώδη υποχρέωση της Πολιτείας απέναντι στον πολίτη. Αυτό δείχνουν να το έχουν κατανοήσει οι νέοι διαχειριστές της εξουσίας, και ευχής έργο θα είναι αν μείνουν πιστοί μέχρι τέλους στις σχετικές δεσμεύσεις τους.

Όσο για την αξιωματική αντιπολίτευση, που πλειοδοτεί σε ευαισθησία για τους κατατρεγμένους του κόσμου, την επαναστατημένη νεολαία και τους έγκλειστους των φυλακών, θα συνιστούσαμε να καταδεχθεί να ρίξει μια ματιά και στην ελληνική κοινωνία, εν γένει. Ίσως μία περιήγηση στις γειτονιές των μη προνομιούχων, και μια συζήτηση μαζί τους, θα μπορούσε να την διαφωτίσει σχετικά με την (κάθε άλλο παρά ειδυλλιακή) καθημερινότητα του πολίτη σε ό,τι αφορά την ασφάλειά του. Και μετά, η «ανανεωτική» ας κάνει, επιτέλους, την αυτοκριτική της...

ΤΟ ΒΗΜΑ