Σκέφτομαι να... χρεοκόψω τις ειδήσεις και να βλέπω μόνο ταινίες, ντοκιμαντέρ και αθλητικά. Αλλιώς, κινδυνεύω να ξεχάσω και τα λίγα Ελληνικά που ξέρω! Με την πλύση εγκεφάλου στην οποία μας υποβάλλουν, δεν είναι μακριά ο καιρός που θα καταντήσουμε να μιλάμε κάπως έτσι:
Πού γύρναγες όλο το βράδυ; Χρεοκοπάς τσιγαρίλα και ουίσκι!
Χρεοκοπιάστε στο φτωχικό μας για ένα καφεδάκι!
Γυρνάει στις ταβέρνες και χρεοκοπάει κάθε βράδυ!
Σου το έχω χρεοκοπεί χίλιες φορές: να κλείνεις το παράθυρο να μη μπαίνουν κουνούπια!
Πόσα εισιτήρια χρεοκόψατε απόψε στο θέατρο;
Τα αγαθά χρεοκόποις κτώνται!
Απόψε ο σύλλογός μας έχει τη χρεοκοπή της πίτας στις 8μμ.
Χρεοκόψε τη γκρίνια, επιτέλους, Ασπασία, θέλω να κοιμηθώ!
Σκέφτηκα να χρεοκόψω τη σούπα, αλλά το Μάκη τον πειράζει το αυγολέμονο.
Δεν ξέρω τι σκ... είχαν βάλει στο σουβλάκι, και μ’ έπιασε χρεοκόψιμο στο δρόμο!
Έχεις λίγο οινόπνευμα; Χρεοκόπηκα στο ξύρισμα!
Λοιπόν, χρεοκόβεται το χαρτζιλίκι μέχρι να φέρεις καλλίτερους βαθμούς απ’ το σχολείο!
«Οι χρεοκόποι κόβουν τα δέντρα στο δάσος για να έχουμε ξύλα για το τζάκι το χειμώνα.» (Από έκθεση μαθητή του Δημοτικού.)
Πήρα άδεια απ’ τη δουλειά και φεύγω λίγες μέρες για χρεοκοπές στο χωριό.
Το Πανεπιστήμιο θέλει διάβασμα, μην περιμένεις να το τελειώσεις αχρεοκόπως!
Χρεοκοπώς τα πας με την πεθερά σου τώρα που την έχεις σπίτι, Μανώλη;
Πάω σούπερ-μάρκετ, μήπως χρειοκοπιάζεσαι τίποτα να σου πάρω;
«Αυτός ο νόμος είναι χρεοκομμένος και ραμμένος στα μέτρα της πλουτοκρατίας!» (Από ομιλία της Α. Παπαρήγα.)
Η Αθήνα έχει χρεοκοπεί στα δύο από τη φοιτητική πορεία στο κέντρο.
Χρεοκομμένη η πίστωση, μπαρμπα-Μαθιέ: από σήμερα τέρμα το βερεσέ στο κρασί! (Ταβερνιάρης σε παλιά Ελληνική ταινία.)
Χρεοκόφτο το παραμύθι, ρε Γιώργο! Σιγά που σου «κάθισε» η Σουηδέζα!
Μη με βρίζετε, κυρ-Αντώνη, έχω καλούς χρεοκοπούς για την Αννούλα!
Χρεοκόψε την πλάκα και τέλειωνε το post, επιτέλους: το πιάσαμε το νόημα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου