Σάββατο 26 Μαρτίου 2022

Από το μνημόνιο στο εμβόλιο και τον Πούτιν: ένα χρονικό ελληνικού παραλογισμού



Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου

Δεν ξέρω πόσο αντικειμενικός θα ήταν ο ισχυρισμός ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι, σε κάποιο βαθμό τουλάχιστον, ο «καθρέφτης» της κοινωνίας. Αν μη τι άλλο, πάντως, δίνουν τη δυνατότητα σε κάποιον να καταγράψει τις τάσεις και τους ιδεολογικούς προσανατολισμούς ενός αρκετά μεγάλου κοινωνικού υποσυνόλου πάνω στα θέματα της επικαιρότητας. Συχνά, αναδεικνύουν τον βαθύ διχασμό της κοινωνίας απέναντι σε μείζονα εθνικά ζητήματα.

Αλλά, ακόμα και στην περίπτωση ενός διχασμού, θα μπορούσε κάποιος να ενταχθεί σε ένα ιδεολογικό «στρατόπεδο» χωρίς να κινδυνεύει να κατηγορηθεί ότι μεροληπτεί. Αρκεί και μόνο οι απόψεις της άλλης πλευράς εμφανώς να στερούνται επαφής με την πραγματικότητα. Ακόμα περισσότερο, να έχουν πάρει διαζύγιο από την κοινή λογική...

Μία περιδιάβαση στα social media τα τελευταία 12 χρόνια αποκαλύπτει την εκτός πραγματικότητας και λογικής στάση ενός όχι ευκαταφρόνητου ποσοστού νεοελλήνων σε τρεις πρόσφατες εθνικές κρίσεις που οδήγησαν, θα λέγαμε, σε ισάριθμους εθνικούς διχασμούς. Τα μέλη της σημαντικής αυτής κοινωνικής ομάδας δείχνει να συνδέει και να ενοποιεί η αντιπάθεια, ή μάλλον το μίσος, για έναν κοινό εχθρό. Ένα μίσος τόσο μεγάλο που καταργεί ακόμα και τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σε εμφατικά αντίθετες πολιτικές ιδεολογίες. Αποδέκτης του μίσους είναι μία ιδέα που, μετά από δύο αιματηρούς παγκόσμιους πολέμους, κατόρθωσε να μετουσιωθεί σε πολιτική πραγματικότητα: η φιλελεύθερη, δημοκρατική Δύση.

Αν επιχειρούσαμε να καταγράψουμε τα κοινά χαρακτηριστικά των μελών της παραπάνω ομάδας νεοελλήνων, θα ξεχωρίζαμε ιδιαίτερα τα ακόλουθα:

1. Όπως ήδη αναφέραμε, απεχθάνονται την φιλελεύθερη Δυτική δημοκρατία (την οποία συχνά περιγράφουν ως «παρηκμασμένη» και «διεφθαρμένη»), ακόμα και αν αυτή είναι το σύστημα που αναγνωρίζει και προστατεύει στον μέγιστο βαθμό τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ως αιτιολογία επικαλούνται τον «μπαμπούλα» της παγκοσμιοποίησης και των αγορών, που καθιστούν την ελευθερία αποκλειστικό – υποτίθεται – όπλο στα χέρια των ισχυρών. Ειδικότερα, εμφανίζουν «αλλεργική» αντίδραση στην ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης και υποστηρίζουν θερμά κάθε προσπάθεια υπονόμευσής της (οι ιαχές θριάμβου για το “Brexit” αντηχούν ακόμα...).

2. Θαυμάζουν αυταρχικές (και κατά βάση αντιδημοκρατικές) ηγετικές προσωπικότητες της εποχής, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Βλαντιμίρ Πούτιν. Το ότι οι τελευταίοι δεν δείχνουν να ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για μία σειρά από θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα στις χώρες τους, δεν φαίνεται να μειώνει τις συμπάθειες που απολαμβάνουν. Θα μπορούσα να πω, μάλιστα, ότι τις ενισχύει!

3. Οραματίζονται μία Ελλάδα περίκλειστη, εσωστρεφή και απομονωμένη (από τη Δύση, φυσικά) ως το μόνο μοντέλο που οδηγεί σε εθνική ανεξαρτησία.

Στις τρεις μεγάλες εθνικές κρίσεις των τελευταίων χρόνων, οι πολίτες αυτοί εναντιώθηκαν με κάθε θεμιτό και αθέμιτο τρόπο στις επιλογές της εκάστοτε εξουσίας, στον βαθμό που αυτές ήταν σύμφωνες με τις αποφάσεις των ευρωπαϊκών θεσμών. Ας δούμε κάθε περίπτωση ξεχωριστά:

Την περίοδο της μεγάλης οικονομικής κρίσης (εθνικής χρεοκοπίας, για να μην κρυβόμαστε!) συγκρότησαν συμπαγές «αντιμνημονιακό» μέτωπο, αξιώνοντας από την «κακή» Ευρώπη, που έσπευσε να μας γλιτώσει από την καταστροφή με λεφτά των φορολογουμένων της, να παραιτηθεί από το δικαίωμα άσκησης εποπτείας στον τρόπο με τον οποίο θα αξιοποιούσαμε τη βοήθειά της. Επιστέγασμα της μαζικής παράνοιάς μας ήταν το «επικό» 62% στο δημοψήφισμα του 2015, το οποίο απεικόνισε την αφελή πίστη μας στην τότε διακινούμενη ιδέα ότι η βούληση του ελληνικού λαού ήταν αρκετή για να αλλάξει τους θεσμικούς κανόνες στην Ευρωπαϊκή Ένωση! Κάποια στιγμιότυπα της εθνικής μας αφέλειας περιέγραψα χρόνια αργότερα σε ένα κείμενο στο «Βήμα»:


Η επόμενη εθνική κρίση ήταν μέρος μίας παγκόσμιας: η πανδημία Covid-19. Σύμφωνα με το νέο αντι-δυτικό αφήγημα, επρόκειτο για ένα «αθώο είδος γρίπης» που το παγκοσμιοποιημένο κερδοσκοπικό σύστημα παρουσίαζε ως (δήθεν) σοβαρή απειλή, με σκοπό τον περαιτέρω πλουτισμό των φαρμακοβιομηχάνων και των μεγαλο-γιατρών. Κάθε επιστημονικά συνιστώμενο και θεσμικά επιβαλλόμενο μέτρο προστασίας της δημόσιας υγείας συνάντησε λυσσώδεις αντιδράσεις. Αρχικά, οι μάσκες ποδοπατήθηκαν επιδεικτικά ή πυρπολήθηκαν σε δημόσιες τελετές άρνησης, ενώ γονείς βιαιοπράγησαν ενάντια σε δασκάλους και διευθυντές σχολείων που, τηρώντας τον νόμο, ζήτησαν από τους μαθητές να τις φορούν πριν μπουν στην τάξη. Στα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης, πολλοί (κυρίως από τον χώρο της Αριστεράς) απάντησαν με μαζικές συγκεντρώσεις «διαμαρτυρίας». Όμως, κορύφωση της ομαδικής παράνοιας αποτέλεσε το αντι-εμβολιαστικό «κίνημα», τούτη τη φορά με συγκριτικά μεγαλύτερη εκπροσώπηση από κύκλους της «αντισυστημικής» άκρας Δεξιάς (ο Ντόναλντ Τραμπ είχε ήδη ανοίξει τον δρόμο). Και τι δεν ακούστηκε στα social media στο πλαίσιο μίας εμμονικής προσπάθειας κατασυκοφάντησης του εμβολίου! Θα έλεγε κάποιος ότι η άρνηση στο εμβόλιο έγινε σύμβολο αντίστασης ενάντια στην ίδια την επιστήμη.

Κι ερχόμαστε στην πιο πρόσφατη διεθνή κρίση με σημαντικές ελληνικές προεκτάσεις: την ρωσική επίθεση στην Ουκρανία. Ένας κατ’ ουσίαν δικτάτορας, ηγέτης μίας κατ’ επίφασιν «δημοκρατίας», εισβάλλει σε γειτονική χώρα επικαλούμενος ζητήματα «ασφάλειας» της χώρας του. Η μέθοδός του (που, μεταξύ άλλων, περιέχει και το στοιχείο της παραπλάνησης) θυμίζει έντονα την εισβολή του Χίτλερ στην Τσεχοσλοβακία το 1938-39. Αυτό, όμως, που γεννά εφιαλτικά σενάρια για την Ελλάδα είναι οι εμφανείς αναλογίες του ουκρανικού ζητήματος με το καθεστώς των απειλών που δέχεται η χώρα μας στα ανατολικά της. Οι αναλογίες αυτές δεν αφορούν μόνο το προφίλ προσωπικότητας δύο δικτατόρων, αλλά και τα παρεμφερή επιχειρήματα που αυτοί χρησιμοποιούν για να αιτιολογήσουν την επιθετικότητά τους. Έτσι, αν κάποιος θεωρούσε ως «δικαιολογημένη» την εισβολή του «τσάρου» στην Ουκρανία, εξ ίσου «δικαιολογημένη» θα έπρεπε να θεωρεί και μία ενδεχόμενη επίθεση του «σουλτάνου» στα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου!

Εν τούτοις, ο «τσάρος» έχει έναν συμπαγή πυρήνα φανατικών υποστηρικτών στην Ελλάδα, πολλοί εκ των οποίων (αν όχι όλοι) βρήκαν την ευκαιρία να κάνουν ένα διάλειμμα από τον αντι-εμβολιαστικό αγώνα. Αν και γνωρίζουν καλά ότι, στην παρούσα συγκυρία, κάθε υποστήριξη στην φιλοπόλεμη πολιτική της Ρωσίας κλείνει ευνοϊκά το μάτι στα σχέδια της Τουρκίας ενάντια στη χώρα μας, υπάρχει κάτι που υπερβαίνει κατά πολύ το αίσθημα της φιλοπατρίας (αν υποτεθεί ότι υφίσταται) αυτών των ανθρώπων: το μίσος τους για τη Δύση. Και, η Ρωσία του προέδρου Πούτιν είναι η μόνη ελπίδα που τους απομένει ώστε να δουν την μισητή Δύση να ηττάται, να καταστρέφεται και να ταπεινώνεται. Έστω και αν η ίδια η Ελλάδα – μέρος, εξ ορισμού, της Δύσης – αφανιστεί μαζί της!

Παρακολουθώντας τους στα social media, μπορεί κάποιος να τους δει να αναπαράγουν καθημερινά (μερικοί, ενδεχομένως με το αζημίωτο...) κάθε λέξη από την επίσημη ρωσική προπαγάνδα. Και να υπερθεματίζουν ακόμα και στις ανακοινώσεις της ρωσικής πρεσβείας που, σε άπταιστη διάλεκτο καφενείου, καταφέρονται κατά της χώρας μας και της πολιτικής της ηγεσίας (της όποιας ηγεσίας: εδώ οι κομματικές διαχωριστικές γραμμές δεν έχουν την παραμικρή σημασία!).

Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ επαναστατούν για την απαγόρευση πρόσβασης των ανεμβολίαστων στα δημόσια θεάματα και τις καφετέριες, δεν εκφράζουν ίχνος συμπάθειας για τους άμαχους – και μάλιστα, τα παιδιά – που σκοτώνονται στους βομβαρδισμούς των ουκρανικών πόλεων, για τους έγκλειστους στα καταφύγια εν μέσω ερειπίων, που ζουν μέρες μες στο κρύο χωρίς τροφή και νερό, ή για τα κύματα των ξεσπιτωμένων (αφού σπίτι δεν υπάρχει πια) που αναζητούν υποψία ζωής κάπου στο άγνωστο. Στην ανθρώπινη τραγωδία απαντούν με σπουδαιοφανείς γεωπολιτικές αναλύσεις, με πομπώδεις ρητορείες για τα «ιστορικά δίκαια» της Ρωσίας, και με γελοίους συμψηφισμούς του τύπου «ναι, αλλά και το NATO τα ίδια δεν έκανε στη Σερβία;».

Το ερώτημα, τώρα, είναι: αξίζει τον κόπο να προβληματιζόμαστε γι’ αυτή την αντι-δυτική υστερία; Μήπως πρόκειται απλά για μερικούς (αν και όχι λίγους) άκακους γραφικούς που λένε τον πόνο τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ανταλλάσσοντας σκέψεις που δεν αντέχουν καν σε λογική ανάλυση; Ας το εξετάσουμε:

Το καλοκαίρι του 2015, το αντι-δυτικό μένος της εποχής παρέσυρε την κοινωνία στο αυτοκτονικό «ΟΧΙ» σε ένα παράλογο δημοψήφισμα που λίγο έλειψε να οδηγήσει τη χώρα στην άτακτη χρεοκοπία και τον λαό στην απόλυτη φτωχοποίηση (θυμάται κανείς τις συζητήσεις της εποχής για κατοχικού τύπου συσσίτια, εν μέσω τραγικών capital controls;).

Η αντι-εμβολιαστική υστερία οδήγησε στις εντατικές και, δυστυχώς, ακόμα και στον θάνατο αμέτρητους ανθρώπους που θα είχαν σωθεί αν απλά είχαν ακούσει την επιστήμη και είχαν κάνει το αυτονόητο.

Και, τέλος, η αλόγιστη και εθνικά επιζήμια υποστήριξη στον πόλεμο που αποφάσισε ο Ρώσος δικτάτορας – αν ληφθούν, μάλιστα, υπόψη οι λόγοι «ασφάλειας» που επικαλέστηκε – προσφέρει δωρεάν επιχειρήματα σε έναν άλλο δικτάτορα που καλοβλέπει μερικά νησιά μας.

Όχι, δεν πρόκειται για μία παρέα γραφικών αντι-δυτικιστών αλλά για κάτι πολύ πιο σοβαρό και επικίνδυνο. Έχουμε να κάνουμε με έναν νεοελληνικό ομαδικό παραλογισμό. Και, λυπάμαι που θα το διατυπώσω τόσο κυνικά και πεσιμιστικά: Στον πόλεμο κατά του παραλογισμού, η φυγομαχία είναι η μόνη λογική επιλογή. Ο αντίπαλος είναι ανίκητος...

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2022

Μια απάντηση στους θερμούς υποστηρικτές του Προέδρου Πούτιν


Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου

Σε πρόσφατη συνέντευξη στην εξαίρετη δημοσιογράφο του KLIK, Μανταλένα - Μαρία Διαμαντή, εξέφρασα κάποιες προσωπικές απόψεις σχετικά με τον επιθετικό πόλεμο που διεξάγει η Ρωσία του προέδρου Πούτιν στην Ουκρανία. Καθώς το θέμα έχει συγκλονίσει το σύνολο της δημοκρατικής ανθρωπότητας, επέλεξα να εκφραστώ με την αμεσότητα και τον αυθορμητισμό ενός απλού ανθρώπου της καθημερινότητας, μακριά από προσχηματικούς ακαδημαϊκούς καθωσπρεπισμούς και εκφραστικά «στρογγυλέματα». Από τα σχόλια που έλαβα από αρκετούς φίλους, μπορώ να συμπεράνω ότι η επιλογή μου αυτή ήταν σωστή.

Ανάμεσα στα σχόλια, όμως, υπήρχε και ένα ιδιαίτερα επικριτικό από φίλη αναγνώστρια, η οποία εμφανώς ανήκει στους θερμούς υποστηρικτές του Προέδρου Πούτιν και, παράλληλα, στους πολέμιους αυτού που με πολιτικούς όρους κωδικοποιείται ως «Δύση», με προεξάρχουσα την Ενωμένη Ευρώπη «των (αλήστου μνήμης) μνημονίων». Αφού χαρακτήρισε τις θέσεις μου ως «παράλογες» και «επιφανειακές», η φίλη εστίασε ιδιαίτερα στην απάντησή μου στο ερώτημα περί των πιθανών κινήτρων του Βλαντιμίρ Πούτιν, εκφράζοντας έντονη ενόχληση για την αναφορά μου στον «παθολογικό ναρκισσισμό» και την «εγωπαθή και υπερφίαλη προσωπικότητα» του Ρώσου δικτάτορα. Όπως σημείωσε, οι μόνοι που δικαιούνται να εκφέρουν άποψη για τον ψυχισμό του είναι ο θεράπων και οι οικείοι του!

Οφείλω καταρχάς να παραδεχθώ - απολογούμενος προς τους αναγνώστες - ότι η απάντησή μου στο ερώτημα περί κινήτρων του πολέμου δεν ήταν όσο εμπεριστατωμένη θα έπρεπε. Η αλήθεια είναι ότι ακόμα και έμπειροι διεθνείς αναλυτές διστάζουν να εκφράσουν ασφαλείς βεβαιότητες σε ό,τι αφορά τα βαθύτερα κίνητρα και τις τελικές προθέσεις του Πούτιν. Η ταπεινή (το εννοώ απόλυτα!) δική μου άποψη είναι ότι το ζήτημα της «ασφάλειας απέναντι στο ΝΑΤΟ», που προβάλλεται κατά κόρον, είναι καθαρά προσχηματικό, όσο προσχηματική ήταν, π.χ., η «απειλή» που αισθανόταν η ναζιστική Γερμανία από την Τσεχοσλοβακία ή την Πολωνία. Τα κίνητρα του Πούτιν δείχνουν να είναι τόσο ψυχολογικά - το αίσθημα εκδίκησης απέναντι στη Δύση, λόγω της υπεροπτικής στάσης της τελευταίας μετά τη διάλυση της πάλαι ποτέ κραταιάς Σοβιετικής Ένωσης - όσο και γεωπολιτικά - η προσάρτηση «ζωτικού χώρου» στη Ρωσία ή, τουλάχιστον, η διεύρυνση της σφαίρας επιρροής της χώρας αυτής στη γειτονιά της (και ίσως όχι μόνο...).

Τώρα, σε ό,τι αφορά τους χαρακτηρισμούς μου για το προφίλ προσωπικότητας του Πούτιν, δεν εκφράζουν, φυσικά, δικές μου διαγνώσεις (δεν είμαι ειδικός για κάτι τέτοιο, άλλωστε!) αλλά αποτελούν σύνθεση απόψεων από έγκριτους διεθνείς και εγχώριους αναλυτές με βάση μαρτυρίες που έχουν διαρρεύσει από το περιβάλλον του ίδιου του Ρώσου προέδρου.

Συνεχίζοντας με τα σχόλια της φίλης, σημειώνω ιδιαίτερα το ακόλουθο, το οποίο αναφέρεται στην τοποθέτησή μου σχετικά με την απειλή ενός Τρίτου Παγκόσμιου Πολέμου: «Αν η Δύση θέλει να αποφύγει έναν Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τότε να σταματήσει να τον προκαλεί με τις συμμαχίες και τις συνωμοσίες της.» Η διατύπωση αυτή αντανακλά μία γενικότερη στάση ενός (όχι ευκαταφρόνητου) μέρους της ελληνικής κοινής γνώμης, που επιχειρεί να απενοχοποιήσει τη Ρωσία: Υπεύθυνη για ό,τι τυχόν συμβεί θα είναι η «κακή Δύση»! Πολλοί, μάλιστα, φτάνουν στο σημείο να θεωρούν ως αποκλειστικά ένοχη τη Δύση για τα εγκλήματα πολέμου που συντελούνται και την ανθρώπινη τραγωδία που εκτυλίσσεται τούτη τη στιγμή στην Ουκρανία. Είναι σαν να επιχειρούμε να «δικαιολογήσουμε» τον δράστη ενός βιασμού επικαλούμενοι τον σκληρό τρόπο με τον οποίο του φέρθηκε η κοινωνία, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα την οδύνη που βιώνει το θύμα της πράξης του!

Με την ευκαιρία, θα ήθελα να προσθέσω τούτο, απευθυνόμενος σε όσους μέμφονται τον Ουκρανικό λαό επειδή αντιστέκεται (σαν να λέμε, «τα θέλει και τα παθαίνει!»). Είναι οι ίδιοι εκείνοι (ας μην κρυβόμαστε) που, τον καιρό της ελληνικής χρεοκοπίας, κατηγόρησαν ως «δοσίλογους», «προδότες» και «Τσολάκογλου» τους τότε κυβερνώντες επειδή επέλεξαν έναν έντιμο συμβιβασμό αντί μίας «υπερήφανης» εθνικής καταστροφής. Τι απέγιναν, άραγε, οι ηρωικές προτροπές και οι αγωνιστικές εξαγγελίες του τύπου «θα γίνει το Κούγκι» (για όσους νομίζουν ότι έχουμε ξεχάσει); Βέβαια, εχθρός τότε ήταν η «κακή Ευρώπη των μνημονίων». Σήμερα είναι αλλιώς...

Επέλεξα να δημοσιοποιήσω κάποια από τα αρνητικά σχόλια που έλαβα από την καλή φίλη, με το σκεπτικό ότι εκφράζουν μία γενικότερη στάση ενός μέρους της κοινής γνώμης απέναντι σε απόψεις που συγκλίνουν με τις δικές μου (κάποιοι πρώην φοιτητές μου, μάλιστα, με «μαλώνουν» διακριτικά κι ευγενικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τις θέσεις που παίρνω!). Θεώρησα, έτσι, ότι έπρεπε να δώσω βήμα και σε εκείνους που διαφωνούν. Από την άλλη μεριά, αισθάνθηκα ως υποχρέωσή μου να απαντήσω στις επικρίσεις δίχως να καταφύγω σε υπεκφυγές. Γνωρίζω καλά ότι θα προκύψουν νέες διαφωνίες. Όμως, η αντιπαράθεση των ιδεών είναι που προάγει τον δημοκρατικό διάλογο και μας φέρνει, τελικά, κοντύτερα στην αλήθεια!

Σάββατο 19 Μαρτίου 2022

Όταν ο Τσαϊκόφσκι σκοτώθηκε στη Μαριούπολη...



Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου

Ο Τσαϊκόφσκι υπήρξε πάντα ένας από τους πιο αγαπημένους μου συνθέτες, μαζί με τον Βάγκνερ, τον Μπραμς και τον Μάλερ. Ένα έργο τού Πιότρ Ίλιτς που ξεχωρίζω είναι η όπερα «Ντάμα Πίκα». Όχι μόνο για την ωραιότητα της μουσικής της αλλά και για την ιδιοφυή ανάπτυξη των μουσικών θεμάτων της – των λάιτμοτιφ, στην οπερατική διάλεκτο.

Θέλησα πριν μερικές μέρες να δω και πάλι την Ντάμα Πίκα. Ίσως και για να πάρω λίγο το μυαλό μου από τα όσα ζοφερά τεκταίνονται αυτό τον καιρό στην Ουκρανία, τη χώρα που βιώνει και στον 21ο αιώνα την εμπειρία μίας ναζιστικού τύπου εισβολής. Αυτή τη φορά όχι από Γερμανούς αλλά από Ρώσους επιδρομείς...

Ο δίσκος DVD ξεκίνησε το καθιερωμένο τελετουργικό του ρωτώντας για τη γλώσσα των υποτίτλων. Μετά τη σύντομη αλλά μουσικά περιεκτική ορχηστρική εισαγωγή, στη σκηνή του θεάτρου Μαρίνσκι εμφανίστηκαν νταντάδες, γκουβερνάντες και παιδιά, να απολαμβάνουν τη λιακάδα και το παιχνίδι σε ένα πάρκο της Αγίας Πετρούπολης την εποχή της Μεγάλης Αικατερίνης. Ξάφνου, υπό τον ήχο ενός ταμπούρλου έκαναν την εμφάνισή τους τα αγόρια που έπαιζαν τους στρατιώτες:

Ένα - δύο, εν - δυο,

αριστερό - δεξί, αριστερό - δεξί.

Μη χαλάτε τις γραμμές!

Ήρθαμε να πολεμήσουμε

τους εχθρούς της Ρωσίας. Ουρά (ζήτω)!

Θα πιάσουμε αμέτρητους αιχμαλώτους. Ουρά! 

Να ζήσει η βασίλισσά μας. Μαρς!

Ομολογώ ότι θεωρούσα πάντα τη χορωδία των αγοριών «στρατιωτών» σαν την λιγότερο ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια σε αυτή την όπερα (ο Τσαϊκόφσκι εδώ είχε μάλλον στο νου του την «Κάρμεν» του Ζωρζ Μπιζέ). Ανυπομονούσα να δω να μπαίνει, επιτέλους, στη σκηνή ο τραγικός Χέρμαν υπό τους ήχους των leitmotiv που προφητεύουν την αναπόδραστη μοίρα του.

Μα τούτη τη φορά στάθηκα, όπως ποτέ άλλοτε, στα στρατιωτάκια. Και, μέσα από την αθώα, παιδιάστικη περηφάνια τους είδα να αναδύεται προφητικά η νεο-αυτοκρατορική αλαζονεία της σημερινής Ρωσίας. Μιας Ρωσίας που ενώ, θεωρητικά, πολεμά τον ναζισμό, στην πράξη υιοθετεί τον κυνικό αμοραλισμό του και επιδεικνύει την ρατσιστική υπεροψία του. Και, μιας Ρωσίας που ο στρατός της βομβαρδίζει μαιευτήρια, σκοτώνοντας ακόμα και μωρά που ήταν έτοιμα – μα δεν πρόλαβαν – να γεννηθούν. Όπως εκείνο το τραγικό μωρό που σκοτώθηκε στη Μαριούπολη μαζί με την ετοιμόγεννη μάνα του.

Εκείνη τη στιγμή, για πρώτη φορά στη ζωή μου βίωσα ένα αίσθημα αποστροφής για τη μουσική του Τσαϊκόφσκι. Και μάλιστα, για το έργο του που θαυμάζω περισσότερο! Με μία κίνηση σχεδόν ενστικτώδη, πάτησα το stop και έβγαλα τον δίσκο DVD από τη συσκευή.

Και τότε, ενσυναίσθητα κατανόησα εκείνο που ως χθες μου φαινόταν παράλογο: την άρνηση των ανθρώπων στο Ισραήλ να αποδεχθούν τις δημόσιες εκτελέσεις των έργων του Βάγκνερ. Αυτό δεν έχει να κάνει με τον ίδιο τον Βάγκνερ, η ευθύνη δεν τον βαρύνει προσωπικά. Τα έργα του είναι βαθιά ανθρώπινα και, πριν την άνοδο των ναζί στην εξουσία, τύγχαναν μεγάλης αποδοχής τόσο από τους Εβραίους μουσικούς, όσο και από το μουσικόφιλο εβραϊκό κοινό. Όσο για τον περιβόητο «αντισημιτισμό» του Βάγκνερ, εκφρασμένο κυρίως σε ένα γελοίο δοκίμιο («Το Ιουδαϊκό στοιχείο στη Μουσική») που ελάχιστη επίδραση είχε στην εποχή του, δεν ήταν παρά μία συμπλεγματική αντίδραση του συνθέτη στην «εύκολη» – όπως πίστευε ο Βάγκνερ – επιτυχία Εβραίων συνθετών όπως ο Μέντελσον και ο Μάγιερμπερ.

Αυτό που καταδίκασε, ηθικά, τον Βάγκνερ μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν η ατυχία του να αποτελέσει, ως μουσικοσυνθέτης, το αντικείμενο λατρείας ενός παρανοϊκού δικτάτορα, ο οποίος είδε στον Βάγκνερ τον ιδανικό εκφραστή της «γερμανικότητας» στην Τέχνη. (Ο Χίτλερ προφανώς αγνοούσε ότι οι στενότεροι συνεργάτες του Βάγκνερ στο Μπαϊρόιτ κατά το ανέβασμα του «Πάρσιφαλ» – αγαπημένης όπερας του Φύρερ – ήταν εβραϊκής καταγωγής! Σημαντικότερος όλων ο μαέστρος Χέρμαν Λεβί, γιος ενός ραβίνου.)

Στη συνείδηση, όμως, ενός ανθρώπου που γνώρισε τη φρίκη του Ολοκαυτώματος ή άκουσε κάποιους προγόνους του να μιλούν γι' αυτό, η μουσική του Βάγκνερ είναι συνυφασμένη με τη μορφή του Χίτλερ και, με κάποιον μεταφυσικό τρόπο, της «αναλογεί» ένα μερίδιο ευθύνης και μία δόση ενοχής για τα εγκλήματα του δικτάτορα! Η ίδια μοίρα θα επιφυλασσόταν, λ.χ., στον Μότσαρτ αν εκείνου η μουσική τύχαινε να είχε γοητεύσει στον ίδιο βαθμό το ναζιστικό τέρας.

Κατανοώ, λοιπόν, τους καθαρά ψυχολογικούς λόγους για τους οποίους η μουσική του Βάγκνερ δεν παίζεται δημόσια στο Ισραήλ, έστω και αν ο ίδιος ο Βάγκνερ ελάχιστα έως καθόλου ευθύνεται γι' αυτό τον αποκλεισμό του. Μπήκα στη θέση των Ισραηλινών όταν κινήθηκα αυθόρμητα να σταματήσω το DVD που έπαιζε την Ντάμα Πίκα του αγαπημένου μου Τσαϊκόφσκι – λίγο προτού ο μοιραίος Χέρμαν εκμυστηρευτεί στον Τόμσκι τον απελπισμένο έρωτά του για τη Λίζα – τη στιγμή που οι ρωσικές βόμβες έσπερναν τον θάνατο σε αμάχους στην Ουκρανία.

Το τραγικό της υπόθεσης είναι πως στην πραγματική ζωή, αντίθετα με την όπερα, δεν υπάρχουν παιδιά που παίζουν τους στρατιώτες αλλά στρατιώτες που σκοτώνουν ακόμα και παιδιά. Και είναι σκληρή μα αυτονόητη αλήθεια πως ο πόλεμος δεν σταματά με το απλό πάτημα ενός κουμπιού σε μία συσκευή DVD...

Καλή τύχη στην Ουκρανία. Κι αν ακόμα (πράγμα που απευχόμαστε) ο επιχειρούμενος αφανισμός της επιτευχθεί, θα είναι μόνο μία παράπλευρη απώλεια σε έναν πόλεμο με μεγαλύτερο και πιο φιλόδοξο στόχο: την καταστροφή της Δύσης (και, μαζί, την διάλυση της Ενωμένης Ευρώπης) από ένα αναδυόμενο νέο «Ράιχ». Μιας Ευρώπης που σε κάθε μέρος της μπορούν σήμερα να συνηχούν αρμονικά ο Βάγκνερ με τον Τσαϊκόφσκι, και κανένας δίσκος δεν θέλει να σταματά να παίζει προτού τελειώσει η μουσική...

KLIK

          Ιστορική σημείωση:

Δεν ξεχνούμε και το προμελετημένο σταλινικό έγκλημα του λιμού του 1932-33, όπου περί τα 4 εκατομμύρια κατοίκων της Σοβιετικής Ουκρανίας πέθαναν κυριολεκτικά από την πείνα (ή τις εκτελέσεις, για όσους πιάνονταν να κρύβουν έστω και λίγο στάρι για να επιβιώσουν). Και είναι ιστορικά αληθές ότι οι Ουκρανοί υποδέχθηκαν αρχικά τους ναζί σαν "ελευθερωτές" από την τυραννία και την δολοφονική μανία του Στάλιν. Σύντομα όμως συνειδητοποίησαν ότι το μόνο που είχε αλλάξει ήταν το όνομα του δολοφόνου... (Διαβάστε σχετικά)