Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου
Θόρυβος πολύς ξέσπασε πρόσφατα όταν Έλληνας βουλευτής παρευρέθη σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην Πλατεία Βικτωρίας, με αντικείμενο τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι της περιοχής από την ανεξέλεγκτη «μετανάστευση» και την διαγραφόμενη πολιτισμική αλλοίωση του κέντρου της πόλης. Ο λόγος του θορύβου ήταν ότι στη συγκέντρωση παρέστη (για τους δικούς του σκοπούς) και γνωστό μέλος νεοναζιστικής οργάνωσης...
Θα επιχειρήσουμε να σχολιάσουμε το ζήτημα στην ουσία του, μακριά από τις πάγιες ιδεοληψίες και τους πολιτικούς καιροσκοπισμούς της λεγόμενης «ανανεωτικής αριστεράς» (η οποία, παρεμπιπτόντως, την αγάπη για τη χώρα και τον πολιτισμό της θεωρεί ως ένδειξη υφέρποντος ρατσισμού).
Τίθεται καταρχάς ένα βασικό ερώτημα: Θεωρούμε ή όχι ως υπαρκτό το πρόβλημα για το οποίο διαμαρτύρονται οι κάτοικοι; Αν υποτεθεί πως όχι, τότε δεν τίθεται καν θέμα συζήτησης και κακώς έλαβε χώρα η συγκέντρωση.
Δυστυχώς, όμως, το πρόβλημα είναι υπαρκτό. Οι άνθρωποι στις μη-προνομιακές συνοικίες του κέντρου της πόλης ζουν μέσα σε διαρκή φόβο, έχοντας καθημερινά να αντιμετωπίσουν μορφές σκληρής παραβατικότητας όπως ληστείες (συχνά ιδιαίτερα βίαιες, έως και δολοφονικές, με θύματα κυρίως ηλικιωμένους), ανοιχτή διακίνηση και δημόσια χρήση ναρκωτικών, μαχαιρώματα στη μέση του δρόμου μεταξύ αντίπαλων συμμοριών, κτλ. Και δεν νομίζουμε πως υπερβάλλουν οι κάτοικοι όταν ομολογούν ότι φοβούνται να βγουν από τα σπίτια τους!
Πέραν τούτου, θεωρούμε θεμιτές τις ανησυχίες που υφίστανται για την βαθμιαία πολιτισμική αλλοίωση του κέντρου της πόλης ως συνέπεια της υπέρμετρα αγιοποιημένης, και de facto (δηλαδή, παράνομα) επιβεβλημένης, «πολυπολιτισμικότητας»...
Ας δούμε τώρα το θέμα που προκάλεσε αντιδράσεις. Αυτό που πρέπει να τονίσουμε είναι ότι η ταυτόχρονη παρουσία νεοφασιστών και δημοκρατικών πολιτών ουδόλως συνεπάγεται ιδεολογική ταύτιση, αφού τα κίνητρα των δύο πλευρών είναι εντελώς διαφορετικά:
– Οι νεοναζί, εμφορούμενοι από ρατσιστικές ιδέες, θεωρούν αποβλητέο οτιδήποτε δεν ανήκει στην «ευγενή» και «ανώτερη» ελληνική ράτσα, ανεξάρτητα από χαρακτήρα και κοινωνική συμπεριφορά.
– Οι δημοκρατικοί πολίτες, από τη μεριά τους, ενίστανται στην παρουσία αλλοδαπών στο βαθμό και μόνο που αυτοί είτε επιδίδονται σε πράξεις βίας και παρανομίας εις βάρος των κατοίκων, είτε εμφανίζουν τάσεις επιβολής πολιτισμικών χαρακτηριστικών που αντίκεινται στις παραδόσεις και τις εν γένει αξίες της ελληνικής κοινωνίας. (Η πρόοδος, που έδωσε μάχη για την ισότητα των φύλων και τα δικαιώματα της γυναίκας, έρχεται τώρα ως «πρόοδος» – με μπόλικα εισαγωγικά – να υπερασπιστεί τον πολιτισμό που αμφισβητεί στη γυναίκα την ίδια την ανθρώπινη υπόσταση! Η πιο ελεεινή μορφή υποκρισίας στην υπηρεσία της πολιτικής...)
Κάποιοι από τον χώρο της Αριστεράς διατύπωσαν την άποψη ότι ο δημοκρατικός βουλευτής θα έπρεπε να είχε αποχωρήσει αμέσως όταν διαπίστωσε την παρουσία του εκπροσώπου των νεοναζί στη συγκέντρωση. Αυτό θα ήταν τεράστιο λάθος, για τους εξής λόγους:
1. Με την αποχώρηση η Δημοκρατία θα είχε προσφέρει μία σημαντική συμβολική νίκη στον Φασισμό, αφού θα του έδινε το δικαίωμα να την εκτοπίσει και να την εκδιώξει από ένα κοινωνικό πεδίο, επιδεικνύοντας ταυτόχρονα φοβικά σύνδρομα απέναντί του.
2. Θα έδινε στους νεοναζί το πολύτιμο γι’ αυτούς προνόμιο να μονοπωλήσουν τον ρόλο του «προστάτη» των ανθρώπων της γειτονιάς, κερδίζοντας έτσι πολιτική δυναμική εις βάρος ενός δημοκρατικού συστήματος που θα φαινόταν να εγκαταλείπει τους κατοίκους της πόλης στην τύχη τους, κωφεύοντας στις εκκλήσεις τους για βοήθεια (ή, έστω, κατανόηση στα προβλήματά τους).
Με την ίδια λογική, εξ άλλου, η κυβέρνηση που έφερε προς ψήφιση στη Βουλή το δημοψήφισμα του 2015 θα έπρεπε να είχε αρνηθεί να ξεκινήσει η κοινοβουλευτική διαδικασία εφόσον παρίστατο σε αυτήν το κόμμα των νεοναζί, έστω και αν το κόμμα αυτό επρόκειτο να υπερψηφίσει την κυβερνητική πρόταση. Γιατί, πολιτικό ήθος αλά καρτ απλά δεν υπάρχει!
Σε κείμενο του 2019 στο «Βήμα» είχαμε αναφέρει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
Όσο και αν μεμφόμαστε τον άνθρωπο της γειτονιάς που με την ψήφο του συνέβαλε στην κοινοβουλευτική «κανονικοποίηση» των νεοφασιστών, θα πρέπει να αναλογιστούμε κατά πόσον η δημοκρατική πολιτεία, αλλά και όλοι όσοι ομνύουμε στα δημοκρατικά ιδεώδη, έχουμε επιδείξει την δέουσα κατανόηση στην ανάγκη του ανθρώπου αυτού να ξαναβρεί το αίσθημα ασφάλειας που εδώ και χρόνια έχει απολέσει λόγω της ολοένα αυξανόμενης εγκληματικότητας. Οι «προοδευτικές» ρητορείες που κατανοούν έως και δικαιολογούν τον θύτη – ιδίως αν πρόκειται για φιλοξενούμενο στη χώρα – το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να προσφέρουν πεδίο δόξης λαμπρό σε κάθε είδους αντιδημοκρατικές και ρατσιστικές δυνάμεις που με κάθε ευκαιρία εμφανίζονται πρόθυμες να υποκαταστήσουν την επίσημη πολιτεία στο θέμα της ασφάλειας των πολιτών. Μια πολιτεία που καταγγέλλεται ως «απάνθρωπη» και «αντιδημοκρατική» όταν απλά επιχειρεί να εφαρμόσει τον νόμο απέναντι στο έγκλημα...
Θέτουμε, λοιπόν, το κατ’ ουσίαν ρητορικό ερώτημα: Θα εγκαταλείψουμε και πάλι την αθηναϊκή γειτονιά στο έλεος της «στοργικής αγκαλιάς» αντιδημοκρατικών δυνάμεων, καταγγέλλοντας μετά ελαφρά τη καρδία τους δεινοπαθούντες κατοίκους ως «ρατσιστές» και «φασίστες»; Το λάθος αυτό έγινε μία φορά, και τα αποτελέσματα τα είδαμε στη συνέχεια...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου