Στην ταβέρνα του Στέλιου το αφεντικό δεν με αφήνει ποτέ να ξεχάσω τη σπουδαιότητα του λειτουργήματος που υπηρετώ:
«Δάσκαλε, να σε απασχολήσω λίγο; Εσύ τρώγε, δεν πειράζει! Ήθελα, που λες, να σου πω για τη δασκάλα του Γιώργου και της Μαρίας...»
Ο Στέλιος έχει δύο πολύ έξυπνα παιδιά, μαθητές δημοτικού και πρώτοι πάντα στις τάξεις τους. Αγωνιά για το μέλλον τους και θέλει να τους εξασφαλίσει τις ευκαιρίες που δεν δόθηκαν σ’ εκείνον. «Αυτονόητα», το κλειδί που ανοίγει ένα καλό μέλλον είναι η μόρφωση. Θυμάμαι την κλασική συμβουλή που έδιναν κάποτε (πριν τη φεμινιστική επανάσταση) οι μητέρες στις κόρες τους: «Κοίτα να πάρεις δικηγόρο, γιατρό, άντε μηχανικό!» Δεν γνωρίζω πόσες απ’ τις σημερινές μητέρες θα υποδέχονταν με χαρά έναν υποψήφιο γαμπρό άρτι αποφοιτήσαντα από τη Νομική ή την Ιατρική, ή το Πολυτεχνείο...
Μου το αφηγείται ο θείος μου ο Νικήτας (σήμερα αισίως 91) και νομίζω πως αστειεύεται! Μέσα στα χρόνια της Κατοχής κατάφερε να πάρει δύο πτυχία, του Πολυτεχνείου και της Παντείου. Οι σπουδές του τού άνοιξαν επίσης δύο δρόμους: μια μόνιμη θέση στο Δημόσιο, και μια θέση μηχανικού σε μεγάλο εργοστάσιο χαλυβουργίας. Παρά τη μονιμότητα που εξασφάλιζε η πρώτη θέση, ο μισθός ήταν μικρός. Έτσι ο θείος μου, χωρίς καν την αίσθηση του ρίσκου (αφού οι μηχανικοί ήταν τότε περιζήτητοι στην αναπτυσσόμενη βιομηχανία), επέλεξε τη θέση στο εργοστάσιο, όπου έκανε λαμπρή καριέρα. Δεν το μετάνιωσε ποτέ!
Σ’ εμάς τους σημερινούς, η τότε επιλογή του θείου μου φαντάζει... παρανοϊκή! Μιλάμε όμως για μια εποχή πολύ διαφορετική απ’ τη δική μας, όπου η ανάπτυξη της χώρας διψούσε για νέους με μόρφωση και τεχνογνωσία. Και η απόκτηση τέτοιων προσόντων δεν ήταν τότε όσο εύκολη υπόθεση είναι σήμερα, αφού δεν είχε ακόμα θεσπιστεί το κοινωνικό ευεργέτημα της δωρεάν παιδείας, και το υψηλό κόστος των σπουδών λειτουργούσε αποθαρρυντικά (ή και απαγορευτικά) στις φιλοδοξίες και τα όνειρα πολλών νέων παιδιών με δυνατότητες. (Ναι, μιλώ για εκείνη τη δωρεάν παιδεία προς την οποία οι σημερινοί «προοδευτικοί» φοιτητές εκφράζουν την «ευγνωμοσύνη» τους σπάζοντας γραφεία και υπολογιστές καθηγητών, καταστρέφοντας κτίρια χτισμένα απ’ το υστέρημα του Ελληνικού λαού, απαιτώντας από την πολιτεία την αναγνώριση της «κατάληψης» ως διδαχθέντος μαθήματος, κλπ.!)
«Δάσκαλε, με προσέχεις; Συγνώμη που σ’ ενοχλώ, με καταλαβαίνεις όμως... Πατέρας είμαι, σε ποιον να τα πω; Εσύ κάτι παραπάνω ξέρεις απ’ αυτά!»
Η αγωνία του Στέλιου για την ποιότητα της μόρφωσης που παρέχει η πολιτεία στα παιδιά του είναι έκδηλη. Και πώς να μην είναι, όταν βλέπει ότι ελάχιστοι από τους νέους εκπαιδευτικούς έχουν συναίσθηση ότι ασκούν λειτούργημα και όχι απλά κάποιο κοινό επάγγελμα, στο οποίο είτε βρέθηκαν συνειδητά για λόγους βιοπορισμού, είτε παρέτυχαν λόγω των ιδιομορφιών του συστήματος επιλογής υποψηφίων μέσω εισαγωγικών εξετάσεων... Ο Στέλιος, όμως, αρχίζει σιγά-σιγά να συνειδητοποιεί πως υπάρχουν κι άλλοι λόγοι να αγωνιά για το μέλλον των παιδιών του, ίσως ακόμα πιο σημαντικοί: Η ίδια ή μόρφωση, όσο υψηλού επιπέδου κι αν είναι, δεν αποτελεί πια το θαυματουργό κλειδί που ανοίγει τις πόρτες. Και, στη σημερινή ζοφερή πραγματικότητα, η λέξη «μέλλον» δεν είναι στολισμένη με τα φανταχτερά όνειρα του παρελθόντος για ευμάρεια και κοινωνική διάκριση: φοράει ένα φθηνό, τριμμένο ταγέρ που η εσωτερική του ετικέτα γράφει μόνο μια μισοσβησμένη λέξη - «ΕΠΙΒΙΩΣΗ»...!
Αν έχετε κάτι πιο αισιόδοξο – αλλά συνάμα και ρεαλιστικό – να προτείνετε στο Στέλιο, κάντε μια βόλτα ως την «Εύβοια», στο Κουκάκι. Το μπριάμ δεν παίζεται, και η μπύρα είναι πάντα στη σωστή θερμοκρασία!
«Δάσκαλε, να σε απασχολήσω λίγο; Εσύ τρώγε, δεν πειράζει! Ήθελα, που λες, να σου πω για τη δασκάλα του Γιώργου και της Μαρίας...»
Ο Στέλιος έχει δύο πολύ έξυπνα παιδιά, μαθητές δημοτικού και πρώτοι πάντα στις τάξεις τους. Αγωνιά για το μέλλον τους και θέλει να τους εξασφαλίσει τις ευκαιρίες που δεν δόθηκαν σ’ εκείνον. «Αυτονόητα», το κλειδί που ανοίγει ένα καλό μέλλον είναι η μόρφωση. Θυμάμαι την κλασική συμβουλή που έδιναν κάποτε (πριν τη φεμινιστική επανάσταση) οι μητέρες στις κόρες τους: «Κοίτα να πάρεις δικηγόρο, γιατρό, άντε μηχανικό!» Δεν γνωρίζω πόσες απ’ τις σημερινές μητέρες θα υποδέχονταν με χαρά έναν υποψήφιο γαμπρό άρτι αποφοιτήσαντα από τη Νομική ή την Ιατρική, ή το Πολυτεχνείο...
Μου το αφηγείται ο θείος μου ο Νικήτας (σήμερα αισίως 91) και νομίζω πως αστειεύεται! Μέσα στα χρόνια της Κατοχής κατάφερε να πάρει δύο πτυχία, του Πολυτεχνείου και της Παντείου. Οι σπουδές του τού άνοιξαν επίσης δύο δρόμους: μια μόνιμη θέση στο Δημόσιο, και μια θέση μηχανικού σε μεγάλο εργοστάσιο χαλυβουργίας. Παρά τη μονιμότητα που εξασφάλιζε η πρώτη θέση, ο μισθός ήταν μικρός. Έτσι ο θείος μου, χωρίς καν την αίσθηση του ρίσκου (αφού οι μηχανικοί ήταν τότε περιζήτητοι στην αναπτυσσόμενη βιομηχανία), επέλεξε τη θέση στο εργοστάσιο, όπου έκανε λαμπρή καριέρα. Δεν το μετάνιωσε ποτέ!
Σ’ εμάς τους σημερινούς, η τότε επιλογή του θείου μου φαντάζει... παρανοϊκή! Μιλάμε όμως για μια εποχή πολύ διαφορετική απ’ τη δική μας, όπου η ανάπτυξη της χώρας διψούσε για νέους με μόρφωση και τεχνογνωσία. Και η απόκτηση τέτοιων προσόντων δεν ήταν τότε όσο εύκολη υπόθεση είναι σήμερα, αφού δεν είχε ακόμα θεσπιστεί το κοινωνικό ευεργέτημα της δωρεάν παιδείας, και το υψηλό κόστος των σπουδών λειτουργούσε αποθαρρυντικά (ή και απαγορευτικά) στις φιλοδοξίες και τα όνειρα πολλών νέων παιδιών με δυνατότητες. (Ναι, μιλώ για εκείνη τη δωρεάν παιδεία προς την οποία οι σημερινοί «προοδευτικοί» φοιτητές εκφράζουν την «ευγνωμοσύνη» τους σπάζοντας γραφεία και υπολογιστές καθηγητών, καταστρέφοντας κτίρια χτισμένα απ’ το υστέρημα του Ελληνικού λαού, απαιτώντας από την πολιτεία την αναγνώριση της «κατάληψης» ως διδαχθέντος μαθήματος, κλπ.!)
«Δάσκαλε, με προσέχεις; Συγνώμη που σ’ ενοχλώ, με καταλαβαίνεις όμως... Πατέρας είμαι, σε ποιον να τα πω; Εσύ κάτι παραπάνω ξέρεις απ’ αυτά!»
Η αγωνία του Στέλιου για την ποιότητα της μόρφωσης που παρέχει η πολιτεία στα παιδιά του είναι έκδηλη. Και πώς να μην είναι, όταν βλέπει ότι ελάχιστοι από τους νέους εκπαιδευτικούς έχουν συναίσθηση ότι ασκούν λειτούργημα και όχι απλά κάποιο κοινό επάγγελμα, στο οποίο είτε βρέθηκαν συνειδητά για λόγους βιοπορισμού, είτε παρέτυχαν λόγω των ιδιομορφιών του συστήματος επιλογής υποψηφίων μέσω εισαγωγικών εξετάσεων... Ο Στέλιος, όμως, αρχίζει σιγά-σιγά να συνειδητοποιεί πως υπάρχουν κι άλλοι λόγοι να αγωνιά για το μέλλον των παιδιών του, ίσως ακόμα πιο σημαντικοί: Η ίδια ή μόρφωση, όσο υψηλού επιπέδου κι αν είναι, δεν αποτελεί πια το θαυματουργό κλειδί που ανοίγει τις πόρτες. Και, στη σημερινή ζοφερή πραγματικότητα, η λέξη «μέλλον» δεν είναι στολισμένη με τα φανταχτερά όνειρα του παρελθόντος για ευμάρεια και κοινωνική διάκριση: φοράει ένα φθηνό, τριμμένο ταγέρ που η εσωτερική του ετικέτα γράφει μόνο μια μισοσβησμένη λέξη - «ΕΠΙΒΙΩΣΗ»...!
Αν έχετε κάτι πιο αισιόδοξο – αλλά συνάμα και ρεαλιστικό – να προτείνετε στο Στέλιο, κάντε μια βόλτα ως την «Εύβοια», στο Κουκάκι. Το μπριάμ δεν παίζεται, και η μπύρα είναι πάντα στη σωστή θερμοκρασία!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου