Άλλο ένα ηλικιωμένο άτομο έπεσε θύμα δολοφονίας από αδίστακτο εισαγόμενο κακοποιό. Κάποιοι «ανθρωπιστές» θα σπεύσουν να αιτιολογήσουν (διάβαζε: δικαιολογήσουν) το έγκλημα. Κάποιοι πραγματιστές θα πουν «μια σύνταξη λιγότερη για το ελληνικό δημόσιο»...
Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου
Η είδηση: Ηλικιωμένη τραυματίστηκε θανάσιμα στη μέση του δρόμου στην Ηλιούπολη, μετά από βίαιη αρπαγή της τσάντας της από αλλοδαπό σεσημασμένο κακοποιό. Ο δράστης (ο οποίος βαρύνεται και με άλλες παρόμοιες επιθέσεις) συνελήφθη από την αστυνομία.
Δεν είναι παρά το τελευταίο (την ώρα που γράφονται τούτες οι γραμμές) γνωστό περιστατικό δολοφονίας ηλικιωμένου συνανθρώπου μας από άτομο στο οποίο η χώρα άνοιξε διάπλατα τα σύνορά της προσφέροντας φιλοξενία και ευκαιρία για μία καλύτερη ζωή. Και μου έρχεται στο νου μία φρικτή δολοφονία που έλαβε χώρα το μακρινό 2012, ανάμεσα σε αμέτρητα άλλα εγκλήματα, πριν και μετά, με θύματα ανθρώπους της τρίτης ηλικίας. Το μόνο παρήγορο είναι ότι η Πολιτεία έλαβε άμεσα μέτρα προστασίας των ηλικιωμένων από εισαγόμενους κακοποιούς, ψηφίζοντας νόμο που τιμωρεί αυστηρά την ξενοφοβία (ναι, ο ανθρώπινος φόβος είναι αίσθημα ποινικά κολάσιμο!).
Για το περιστατικό εκείνο του 2012 είχα γράψει ένα κείμενο στο ΒΗΜΑ, το οποίο (κείμενο) συνάντησε έντονες αντιδράσεις από κύκλους πιστών του δόγματος των πλέρια ανοιχτών συνόρων (ένα δόγμα που καλά κρατεί). Παραδόξως, εισέπραξα και μία (συγκεκαλυμμένη, ομολογώ) ενόχληση από «συστημικούς» αναγνώστες. Ήταν η περίοδος της φοβερής οικονομικής κρίσης, και οι συντάξεις των «μη παραγωγικών» ανθρώπων αποτελούσαν αγκάθι για την Πολιτεία στην προσπάθειά της να τα βρει με κάποιον στρυφνό Γερμανό υπουργό οικονομικών...
Παραθέτω ένα εκτενές απόσπασμα από το άρθρο εκείνο, σαν ιστορικό αποτύπωμα μιας άλλης εποχής. Αλλά και επειδή, όπως λέει το τραγούδι, «όλα τα ίδια μένουν»...
----------------------------------------
Κάποιες άλλες, μακρινές εποχές, η είδηση θα είχε αναστατώσει το πανελλήνιο. Οι εφημερίδες θα την πρόβαλλαν με πηχυαίους τίτλους, ενώ θα ήταν για μέρες το πρώτο θέμα της ειδησεογραφίας στα κανάλια και στα ραδιόφωνα. Σήμερα, η είδηση πέρασε στα «ψιλά» των εφημερίδων (αν έφτασε καν ως εκεί), ενώ για τα κανάλια ήταν ένα «συνηθισμένο» περιστατικό του καθημερινού αστυνομικού δελτίου. Πώς λέει εκείνο το χιλιο-αναμασημένο (αν και σοφό) κλισέ για το τέρας που δεν μας τρομάζει πια γιατί αρχίσαμε να του μοιάζουμε…
Όλοι έχουμε συναντήσει ανθρώπους που πέρασαν τα ογδόντα και βρέθηκαν στην ανάγκη να ζουν μόνοι. Για να κάνουμε πιο συγκεκριμένο το σενάριο, σκεφτείτε κάποιον που μόλις πριν ένα χρόνο έχασε τη σύντροφό του, το μόνο πρόσωπο στον κόσμο που είχε για παρέα και η παρουσία του τού έδινε κάποιο αίσθημα ασφάλειας. Τώρα οι νύχτες ήταν άυπνες και βασανιστικά αξημέρωτες. Κι ο κάθε θόρυβος απ’ το μπαλκόνι ή την κουζίνα έμοιαζε με απειλή ικανή να προκαλέσει πανικό. Ώσπου το φως της μέρας νάρθει σαν βάλσαμο παρηγοριάς και ψευδαίσθηση προστασίας…
Ευτυχώς υπήρχε μια σύνταξη, χάρις στην οποία μπορούσε να ζει με αξιοπρέπεια χωρίς να επιβαρύνει τα παιδιά του (τα οποία ήταν αναγκασμένα να μένουν μακριά). Χρόνια τώρα, μία φορά το μήνα συνδύαζε τον πρωινό του περίπατο με μια βόλτα ως την τράπεζα, να πάρει το καθορισμένο ποσό που θα του επέτρεπε να βγάλει τις δύσκολες μέρες που ακολουθούσαν. Δεν υπήρχε κανείς να τον συνοδέψει με ασφάλεια στο σπίτι, κι έτσι γύριζε μόνος του, κουβαλώντας στην τσέπη το πολύτιμο για την επιβίωση φορτίο του.
Δεν ξέρω αν το ‘χε, όμως, πληροφορηθεί (μα, κι αν το γνώριζε, τι θα μπορούσε να κάνει;) πως η Αθήνα δεν είναι πια η πόλη που ήξερε! Κάποτε ζούσαν εδώ άνθρωποι – καλοί, κακοί, με τις αρετές και τις αμαρτίες τους. Σήμερα οι άνθρωποι αναγκάζονται να συμβιώνουν με κτήνη. Και, όσο πιο πολύ συμβιώνουν με αυτά, τόσο πιο πολύ συνηθίζουν στην κτηνωδία, μέχρι που σιγά – σιγά παύουν να τη φοβούνται…
Στη χώρα της απόλυτης παρακμής, τα πάντα εισάγονται, αφού έχουμε ξεχάσει πια τι θα πει παραγωγή – από οδοντογλυφίδες και άλλα μικροπράγματα, έως πολιτισμό και ποιότητα ζωής. Και επειδή, φαίνεται, γίναμε υπερβολικά πολλοί και ανεπίτρεπτα πλούσιοι, αποφασίσαμε να ανοίξουμε τα σύνορα και στο εισαγόμενο έγκλημα, μήπως κι εξισορροπήσουμε κάπως την κατάσταση και καταφέρουμε, τελικά, να γίνουμε λιγότεροι και φτωχότεροι!
Το γεροντάκι των 82 χρόνων στο Παγκράτι ήταν εύκολος στόχος καθώς γυρνούσε μόνος από την τράπεζα με την πολύτιμη σύνταξη στην τσέπη. Δύο «απελπισμένοι» της περιοχής (σύμφωνα με μαρτυρίες περιοίκων) τον είχαν βάλει από καιρό στο σημάδι. Την πρώτη φορά απλώς τον λήστεψαν. Τη δεύτερη φαίνεται πως βρήκαν ζόρι καθώς τον ακολούθησαν ως μέσα στο σπίτι του. Έτσι, αναγκάστηκαν να του κλείσουν το στόμα για να μη φωνάζει και τους πάρουν είδηση οι γείτονες. Ως πρόχειρο μέσο απόφραξης του στόματος που σε λίγα λεπτά επρόκειτο να σιγήσει για πάντα από ασφυξία, επέλεξαν μια ικανή ποσότητα χαρτιού υγείας από την τουαλέτα...
Και, επειδή κάποιοι έχουν ήδη αρχίσει να αφαιρούν το περιτύλιγμα της άνοστης, χιλιομασημένης τσιχλόφουσκας περί «ρατσισμού», θα θέσω ένα ερώτημα που προσωπικά θεωρώ ρητορικό: Τι είναι, αν όχι ρατσιστική, η «κατανόηση» και η ανοχή στην άσκηση ακραίας βίας από τους βιολογικά ανθεκτικότερους και σωματικά υπέρτερους προς τους αδύναμους κι ανήμπορους να αμυνθούν;
Το μέγεθος του κακού σ’ αυτή τη χώρα έγινε πια τέτοιο που δεν μπορεί να χωρέσει σε συμβατικές ηθικές αξιολογήσεις. (Όπως με ωμό κυνισμό είχε πει κάποιος, μερικές χιλιάδες θάνατοι δεν είναι τραγωδία, είναι στατιστική!) Πιστή στις επιταγές του Δαρβίνου, η κοινωνία των ανθρώπων έχει ασυνείδητα αναπτύξει νοσηρά ανακλαστικά αυτοσυντήρησης με τελικό στόχο το ξεσκαρτάρισμα των βιολογικά αδύναμων και κοινωνικά μη-παραγωγικών στοιχείων. Γι’ αυτό και, στη χρεοκοπημένη Ελλάδα τού σήμερα, το γεροντάκι των 82 που απολάμβανε το «προνόμιο» μιας ολόκληρης σύνταξης, μέσα στα πειραγμένα υποσυνείδητά μας ίσως και να πρόβαλλε ως ανεπίτρεπτη «πολυτέλεια» που θα ‘πρεπε με κάποιον τρόπο να εκλείψει!
Αυτό εξηγεί, άλλωστε, τα ψιλά γράμματα των εφημερίδων, τις λιτές και άχρωμες – σχεδόν εξαναγκαστικές – αναφορές ρουτίνας στα Μέσα Ενημέρωσης, μα, κυρίως, την απουσία έμπρακτης ευαισθησίας εκ μέρους όσων κόπτονται επιλεκτικά για τα ανθρώπινα δικαιώματα και αυτοχρίζονται σταυροφόροι «κατά του ρατσισμού»!
Καμία Πολιτεία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει από μόνη της προβλήματα τέτοιου μεγέθους, αν πρώτα η ίδια η κοινωνία δεν τα καταδικάσει στη συλλογική της συνείδηση. Μια συνείδηση που πρέπει, όμως, να πάψει να εμφανίζεται κατακερματισμένη με βάση κομματικές συμπάθειες ή ιδεολογικές προκαταλήψεις, και να λειτουργήσει με πνεύμα μη-επιλεκτικού (άρα, μη-μεροληπτικού και μονόπλευρου) ανθρωπισμού, αλλά και με αίσθημα εθνικής αυτοσυντήρησης (όσο κι αν ο επιθετικός προσδιορισμός στην αυτοσυντήρηση προκαλεί αλλεργία σε ορισμένους «προοδευτικούς» κύκλους…).
Και, ας αφήσουμε, επιτέλους, κατά μέρος τις γελοίες ρητορείες περί δήθεν «ρατσιστικών τάσεων» της κοινωνίας μας. Είμαστε, κατά παράδοση, ο πιο ανεκτικός και φιλόξενος λαός του κόσμου. Αυτονόητα, βέβαια, για εκείνους που σέβονται τους κανόνες της φιλοξενίας και τιμούν αυτούς που τους την προσφέρουν!
Κι αυτή μας τη διάθεση δεν μπορούν να την επιβάλουν ξενόφερτοι νόμοι «κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας». Μπορούν μόνο να την εμπνεύσουν οι καλές προθέσεις αυτών που έρχονται στη χώρα για να συμβάλουν στην αναδημιουργία της – όχι να αποτελειώσουν την αποσύνθεσή της.
(Ιούλιος 2012, στην «καρδιά» μιας οικονομικής κρίσης)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου