Κάποιοι –ευτυχώς όχι λίγοι– εξοργιστήκαμε για τον διασυρμό που υπέστη πρόσφατα η Κική Δημουλά από κύκλους της φιλο-πολυπολιτισμικής «προοδευτικής» Αριστεράς, επειδή η ποιήτρια τόλμησε να αρθρώσει το αυταπόδεικτο: πως η ζωή πια είναι αβίωτη σε κάποιες γειτονιές της Αθήνας! Γειτονιές που κάποτε φιλοξενούσαν οικογένειες, και τώρα είναι λημέρια κακοποιών και φυλακές τρομαγμένων γερόντων…
«Ξεσκονίζοντας» παλιά αρθρογραφικά αμαρτήματα, έπεσα πάνω σ’ ένα άρθρο μου του 2011 στην «Ελευθεροτυπία», με τίτλο: «Ο Βύρωνας, η Κυρά-Μαλαίνα, και οι γειτονιές του χθες: Μνήμες από μια άλλη Αθήνα». Το άρθρο κατέληγε ως εξής:
Ο Βύρωνας και η Κυρά-Μαλαίνα έχουν φύγει εδώ και χρόνια απ’ την πλατεία που έμενα κάποτε. Έχουν φύγει κι απ’ αυτόν εδώ τον κόσμο που γίνεται όλο και πιο αφιλόξενος για φιλόσοφους και καλλιτέχνες κάποιας ηλικίας. Σε λίγο αυτή η πόλη ολόκληρη θα γίνει αφιλόξενη για όλους μας. «Ευτυχώς» εκείνοι δεν πρόλαβαν να βιώσουν τον πολυπολιτισμικό τρόμο που σήμερα ζουν, σχεδόν αδιαμαρτύρητα πια (εξάλλου, ποιος ν’ ακούσει;) οι Αθηναϊκές γειτονιές, και όχι μόνο αυτές στα Κάτω Πατήσια…
Όμως, κάπου εδώ πρέπει να σιωπήσω! Το να θυμάσαι καλύτερες εποχές σε μια πόλη που αργοπεθαίνει είναι σαδομαζοχιστική διαστροφή. Το είπε άλλωστε κι ο ίδιος ο Δάντης, βλέποντας με συμπόνια το μαρτύριο της Φραντσέσκα ντα Ρίμινι στην Κόλαση…
Ταπεινά και χωρίς ιδιαίτερες ποιητικές φιλοδοξίες είναι και τα λόγια ενός άσημου, σχετικώς ατάλαντου «οιονεί ποιητή» που αγάπησε, φαίνεται, αυτή την πόλη και την ένιωσε να πεθαίνει αβοήθητη μπρος στα μάτια του:
Πόλη φαντασμάτων
Τις νύχτες που περιπλανιέσαι
μες στα στενά που ήξερες της πόλης
ποτέ μην αναρωτηθείς
οι δρόμοι αυτοί οι άγριοι, οι σκοτεινοί
πού θα σε βγάλουν:
δε βγάζουν πουθενά!
Τα μέρη που έζησες γίναν αδιάβατα.
Στα σπίτια που ερήμωσαν
μένουν φαντάσματα,
στους άδειους δρόμους περπατούν σκιές
που σέρνουνε τα θλιβερά τους βήματα
μέσα σ’ αυτά που κάποτε λεγόνταν γειτονιές…
Η πόλη που αγάπησες
δεν είναι πια εδώ!
Χιλιάδες χρόνια αντιστάθηκε
μα στέρεψ’ από ήρωες κι απόκαμε.
Κι αμέτρητες ανοίξανε κερκόπορτες
(πώς δεν τις βλέπαμε;)
κι από στεριά και θάλασσα
οι βάρβαροι διαβήκανε στο τέλος…
Όσο για σένα, πεισματάρη νοσταλγέ
πάψε να κλαις και να αγανακτείς
και μάταια μην τους ψάχνεις:
φευγάτοι οι Εφιάλτες είν’ από καιρό!
Δεν πρόσεξες πως λείπουνε
οι θησαυροί της πόλης;
(Ντίνος Πυργιώτης, Μετά τα Περιστέρια)
Δείτε το video
Όχι: όλοι εμείς που αγαπήσαμε κι εξακολουθούμε ν’ αγαπάμε αυτή την πόλη δεν είμαστε «ρατσιστές», «ξενοφοβικοί» ή «φασίστες»! Ζητάμε μόνο απ’ τους φιλοξενούμενους να σέβονται τους όρους της φιλοξενίας… Ζητάμε να μπορούμε να προσφέρουμε από τα λιγοστά αγαθά μας ως πράξη ελεύθερης επιλογής κι όχι ως αποτέλεσμα βίας… Ζητάμε απ’ τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου να δείχνουν για τα θύματα την ίδια ευαισθησία που χαρίζουν απλόχερα στους θύτες…
Ζητάμε πίσω την πόλη που ξέραμε. Εκείνη που, σαν έβλεπες στο δρόμο ανθρώπους με άλλα χρώματα κι άλλες γλώσσες, δεν κοιτούσες πίσω σου καχύποπτα μα χαμογελούσες εγκάρδια και τσακιζόσουν να προσφέρεις βοήθεια. Τότε που η συνύπαρξη των πολιτισμών δεν ήταν υπόθεση του νομοθέτη, μα της πατροπαράδοτης ελληνικής ψυχής!
* Ο Κώστας Παπαχρήστου είναι θαυμαστής των πολιτισμών που σέβονται (χωρίς αναγκαία και ν’ αγαπούν) αλλήλους...
Aixmi.gr
«Ξεσκονίζοντας» παλιά αρθρογραφικά αμαρτήματα, έπεσα πάνω σ’ ένα άρθρο μου του 2011 στην «Ελευθεροτυπία», με τίτλο: «Ο Βύρωνας, η Κυρά-Μαλαίνα, και οι γειτονιές του χθες: Μνήμες από μια άλλη Αθήνα». Το άρθρο κατέληγε ως εξής:
Ο Βύρωνας και η Κυρά-Μαλαίνα έχουν φύγει εδώ και χρόνια απ’ την πλατεία που έμενα κάποτε. Έχουν φύγει κι απ’ αυτόν εδώ τον κόσμο που γίνεται όλο και πιο αφιλόξενος για φιλόσοφους και καλλιτέχνες κάποιας ηλικίας. Σε λίγο αυτή η πόλη ολόκληρη θα γίνει αφιλόξενη για όλους μας. «Ευτυχώς» εκείνοι δεν πρόλαβαν να βιώσουν τον πολυπολιτισμικό τρόμο που σήμερα ζουν, σχεδόν αδιαμαρτύρητα πια (εξάλλου, ποιος ν’ ακούσει;) οι Αθηναϊκές γειτονιές, και όχι μόνο αυτές στα Κάτω Πατήσια…
Όμως, κάπου εδώ πρέπει να σιωπήσω! Το να θυμάσαι καλύτερες εποχές σε μια πόλη που αργοπεθαίνει είναι σαδομαζοχιστική διαστροφή. Το είπε άλλωστε κι ο ίδιος ο Δάντης, βλέποντας με συμπόνια το μαρτύριο της Φραντσέσκα ντα Ρίμινι στην Κόλαση…
Ταπεινά και χωρίς ιδιαίτερες ποιητικές φιλοδοξίες είναι και τα λόγια ενός άσημου, σχετικώς ατάλαντου «οιονεί ποιητή» που αγάπησε, φαίνεται, αυτή την πόλη και την ένιωσε να πεθαίνει αβοήθητη μπρος στα μάτια του:
Πόλη φαντασμάτων
Τις νύχτες που περιπλανιέσαι
μες στα στενά που ήξερες της πόλης
ποτέ μην αναρωτηθείς
οι δρόμοι αυτοί οι άγριοι, οι σκοτεινοί
πού θα σε βγάλουν:
δε βγάζουν πουθενά!
Τα μέρη που έζησες γίναν αδιάβατα.
Στα σπίτια που ερήμωσαν
μένουν φαντάσματα,
στους άδειους δρόμους περπατούν σκιές
που σέρνουνε τα θλιβερά τους βήματα
μέσα σ’ αυτά που κάποτε λεγόνταν γειτονιές…
Η πόλη που αγάπησες
δεν είναι πια εδώ!
Χιλιάδες χρόνια αντιστάθηκε
μα στέρεψ’ από ήρωες κι απόκαμε.
Κι αμέτρητες ανοίξανε κερκόπορτες
(πώς δεν τις βλέπαμε;)
κι από στεριά και θάλασσα
οι βάρβαροι διαβήκανε στο τέλος…
Όσο για σένα, πεισματάρη νοσταλγέ
πάψε να κλαις και να αγανακτείς
και μάταια μην τους ψάχνεις:
φευγάτοι οι Εφιάλτες είν’ από καιρό!
Δεν πρόσεξες πως λείπουνε
οι θησαυροί της πόλης;
(Ντίνος Πυργιώτης, Μετά τα Περιστέρια)
Δείτε το video
Όχι: όλοι εμείς που αγαπήσαμε κι εξακολουθούμε ν’ αγαπάμε αυτή την πόλη δεν είμαστε «ρατσιστές», «ξενοφοβικοί» ή «φασίστες»! Ζητάμε μόνο απ’ τους φιλοξενούμενους να σέβονται τους όρους της φιλοξενίας… Ζητάμε να μπορούμε να προσφέρουμε από τα λιγοστά αγαθά μας ως πράξη ελεύθερης επιλογής κι όχι ως αποτέλεσμα βίας… Ζητάμε απ’ τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου να δείχνουν για τα θύματα την ίδια ευαισθησία που χαρίζουν απλόχερα στους θύτες…
Ζητάμε πίσω την πόλη που ξέραμε. Εκείνη που, σαν έβλεπες στο δρόμο ανθρώπους με άλλα χρώματα κι άλλες γλώσσες, δεν κοιτούσες πίσω σου καχύποπτα μα χαμογελούσες εγκάρδια και τσακιζόσουν να προσφέρεις βοήθεια. Τότε που η συνύπαρξη των πολιτισμών δεν ήταν υπόθεση του νομοθέτη, μα της πατροπαράδοτης ελληνικής ψυχής!
* Ο Κώστας Παπαχρήστου είναι θαυμαστής των πολιτισμών που σέβονται (χωρίς αναγκαία και ν’ αγαπούν) αλλήλους...
Aixmi.gr