Αυτό το σημείωμα μοιάζει
προσωπικό. Ως ένα σημείο, ίσως και να ‘ναι... Ίσως όμως και ν’ αφορά εξίσου
όλους όσους λαχαίνει να το διαβάζουν. Γιατί κοινό είναι, τελικά, το πεπρωμένο
μας, μιας και βρεθήκαμε στην ίδια γωνιά του Σύμπαντος, πάνω στον ίδιο αυτό
ασήμαντο σφαιρικό βράχο που αδιάκοπα μας παρασέρνει να στροβιλιζόμαστε μέσα
στην κοσμική τροχιά του...
Ο Φίλος – ας τον ονομάσουμε
έτσι – ήταν Δάσκαλος. Κι ήταν ευλογημένος με το ευγενέστερο των δώρων: την
αγάπη και την εκτίμηση των μαθητών του!
Κι ήταν πατέρας ο Φίλος. Και
οι θεοί του δώρισαν ένα παιδί που ανταποκρίθηκε σε όλα του τα οράματα, που
εκπλήρωσε κάθε του προσδοκία – ίσως και με το παραπάνω!
Ήταν από τους λίγους
πραγματικά κι απόλυτα αγαπημένους της κοινωνίας. Ο ορισμός του καλού παιδιού,
του ανθρώπου που θεωρείται απ’ όλους σαν ιδανικός φίλος, πατέρας, σύντροφος,
συνάδελφος, συνάνθρωπος...
Κι όμως... Ο Φίλος δεν
υπήρξε ευτυχισμένος! Δε χάρηκε ποτέ τα δώρα της ζωής, κι αφέθηκε να τον
καταναλώνει το μαράζι για όσα έχασε ή όσα δε μπόρεσε ν’ αποχτήσει. Σπάνια
ένιωθε τη δύναμη – ή εύρισκε το νόημα – να πει στη ζωή ένα απλό «ευχαριστώ»...
Είχε μες στην ψυχή θυμό,
πολύ θυμό, ο Φίλος. Ένα θυμό που σαν δηλητήριο κυλούσε στις φλέβες του! Μ’
αυτόν ξυπνούσε το πρωί, αυτός τον συντρόφευε τη μέρα (λες και φοβόταν μην τον
χάσει!), αυτός ήταν που του ‘λεγε τα βράδια «καληνύχτα». Ένα αίσθημα σαρκοβόρο
που του κατέτρωγε τα σωθικά, από λίγο κάθε μέρα... Κι έσβησε μόνο σαν δεν είχε
πια τίποτα να φάει!
Γιατί ο θυμός είναι σαν το
οξύ: πρώτα διαβρώνει το ίδιο το δοχείο που τον κουβαλάει! Έναν οργανισμό που,
μέσα σ’ όλα τ’ άλλα, τον αποδυνάμωνε η αδιαφορία για την υγιεινή ζωή και τον
δηλητηρίαζαν μεθοδικά και ύπουλα τα υποπροϊόντα δεκάδων χιλιάδων τσιγάρων που
αλληλοδιαδέχονταν το ένα το άλλο χωρίς σταματημό, σε μια ατέλειωτη
σκυταλοδρομία θανάτου...
Κι ύστερα ήρθε η αρρώστια...
Κι ήταν πολύ αργά πια να φιλοσοφήσει κανείς τη ζωή, ν’ αναθεωρήσει τις
προτεραιότητές της, να κοιτάξει πίσω και να επανεκτιμήσει τις ευκαιρίες και τα
δώρα της που προσπέρασε θολωμένος απ’ το θυμό που εναλλασσόταν μ’ ένα εξίσου
αυτοκαταστροφικό αίσθημα αυτο-οίκτου...
Ο Φίλος έφυγε πριν λίγες
μέρες... Ίσα που πρόλαβε να γαληνέψει την ψυχή του διαπιστώνοντας πως αυτοί που
τον φρόντισαν και τον έκλαψαν περισσότερο και με τη μεγαλύτερη ανιδιοτέλεια, ως
την τελευταία στιγμή, ήταν εκείνοι που είχε πιστέψει για χειρότερους εχθρούς!
Εγώ δεν πρόλαβα να του μιλήσω... Πιστεύω όμως πως, εκεί που βρίσκεται,
απαλλαγμένος πια απ’ τις προκαταλήψεις που εμφυτεύει η γήινη φύση στη
συνείδηση, θα γνωρίζει ήδη...
«Και τι με νοιάζει η
ιστορία κάποιου άγνωστου Φίλου;»,
ακούω ήδη την ενοχλημένη φωνή του αναγνώστη. Όμως ο Φίλος, φίλοι μου, δεν
αντιπροσωπεύει πια μια ατομικότητα, ένα ονοματεπώνυμο: Με τη μεταστοιχείωσή του
έγινε «εγώ», έγινε «εσύ», έγινε «όλοι μας»! Μέρος της
Ψυχής του Σύμπαντος που θα μας καλέσει να ενωθούμε μαζί της κάποια μέρα. Κι
αυτός είναι ο μόνος δρόμος που θα μπορούσε, ίσως, να οδηγήσει στην Αθανασία...
Αντίο Φίλε! Σου στέλνω ένα κακότεχνο «οιονεί ποίημα» να σε
συντροφεύει στο ταξίδι. Γιατί, είναι το μόνο που έχω...
Υπέρβαση του Εγώ
Αυτός ο στυλογράφος ο
ακριβός
ήταν δικός μου:
κοίτα στο πλάι το
μονόγραμμα!
Αυτό το σπίτι το ψηλό
σε μένα ανήκε:
μες στο συρτάρι είναι τα
συμβόλαια!
Αυτό το ποίημα το εξαίσιο
εγώ το έγραψα:
πρόσεξε τ’ όνομά μου στο
εξώφυλλο!
Αυτό το πλήθος το τεράστιο
για μένα ζητωκραύγαζε:
σώπα και άκουσε στο δίσκο τα
συνθήματα!
Αυτή τη δωρεά τη γενναιόδωρη
εγώ την είχα κάνει:
για δες στην πινακίδα τα
χρυσά τα γράμματα!
Αυτοί που κλαιν με σπαραγμό
για μένα κλαίνε:
διάβασε τ’ όνομά μου
χαραγμένο στο σταυρό!
... Όμως «εγώ» δεν είμαι πια
Εγώ:
Είμαι «εσύ», είμαι «εμείς»,
είμ’ ό,τι πέρασε και ό,τι
θάρθει,
το χθες μαζί και τ’ αύριο,
το εδώ και το εκεί
αγκαλιασμένα στο παντού,
ψυχή του Σύμπαντος και όλων
των Συμπάντων!
Τώρα πια λεύτερος,
καμία αιτιότητα κρυφή να μη
με σκιάζει...
(Ντίνος Πυργιώτης, ΜΕΤΑ ΤΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΑ...)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου