Αν ήθελα να δώσω έναν
σκοτεινό –και, σε κάθε περίπτωση, όχι καλοπροαίρετο- ορισμό της πολιτικής, θα
έλεγα πως είναι η τέχνη της διαχείρισης του δημόσιου ψεύδους. Συν τοις άλλοις,
ένας τέτοιος ορισμός διαχωρίζει την πολιτική από την επιστήμη, η οποία εξ
ορισμού αναζητά την αλήθεια μέσα από τους αυστηρούς κανόνες της αποδεικτικής
διαδικασίας. Το πρόβλημα για την επιστήμη αρχίζει τη στιγμή που αυτή
διολισθαίνει –έστω, ασυνείδητα- στις λογικές και τις πρακτικές της πολιτικής...
Στις 7-9-2011, μια αμετροεπής και αψυχολόγητη δήλωση του
τότε Υπουργού Υγείας Α. Λοβέρδου στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής,
σηματοδότησε μια ολομέτωπη επίθεση κατά του συνόλου των δημόσιων λειτουργών της
χώρας: «Το 1 εκατομμύριο υπάλληλοι που ταλαιπωρούν τα 10 εκατομμύρια με την
βεβαιότητα ότι ο δημόσιος τομέας είναι ισόβιος, μας έφτασαν εδώ που μας
έφτασαν. Τα 10 εκατομμύρια πληρώνουν το 1 εκατομμύριο.»
Όσο κι αν θα ήθελα να
αποφύγω την δίκη προθέσεων, δεν μπορώ να μην διακρίνω πολιτικό δόλο στη δήλωση
του Υπουργού. Ήταν η εποχή που η τότε κυβέρνηση θα έπρεπε να προετοιμάσει την
κοινή γνώμη για επερχόμενες δραματικές αλλαγές στον δημόσιο τομέα, που μόνο
αναίμακτες δεν επρόκειτο να είναι. Και ο αποτελεσματικότερος τρόπος να
θυσιάσεις κάποιους χωρίς να συναντήσεις κοινωνικές αντιδράσεις, είναι να
φροντίσεις πρώτα με κάποιον τρόπο να τους δαιμονοποιήσεις. Η μέθοδος είναι
παλιά και αποτελεσματική: την είχαν ήδη δοκιμάσει οι Ναζί πριν ξεκινήσουν το
Ολοκαύτωμα!
Αυτό που επακολούθησε μετά την διαβόητη πολιτική
δήλωση ήταν ένας ανηλεής κοινωνικός κανιβαλισμός εις βάρος όλων ανεξαιρέτως των
εργαζομένων στο δημόσιο. Οχετοί ύβρεων εναντίον τους κατέκλυσαν το Διαδίκτυο,
ενώ ένα ρεύμα χαιρεκακίας άρχισε να απλώνεται μόλις έγινε γνωστή η επικείμενη
κατάργηση κρατικών θέσεων εργασίας και η διαφαινόμενη εξώθηση χιλιάδων ανθρώπων
στην ανεργία. Το «κόλπο γκρόσο» της εξουσίας πέτυχε απόλυτα: πατώντας στις
αδιαμφισβήτητες παθογένειες του δημόσιου τομέα (για τις οποίες, εν τούτοις,
κυρίως υπεύθυνη ήταν η ίδια η εποπτεύουσα εξουσία), κατάφερε να στρέψει την
οργή και το ανάθεμα της κοινωνίας στην κατεύθυνση μιας ολόκληρης κοινωνικής
ομάδας, στην οποία αποδόθηκε η αποκλειστική ευθύνη για την οικονομική (αν όχι και
την εν γένει αξιακή) κατάρρευση της χώρας...
Όσο κι αν για κάποιους η
δήλωση του κ. Λοβέρδου υπήρξε εξοργιστική, ήταν απόλυτα μέσα στο πλαίσιο του
αναμενομένου σε σχέση με την ηθική και τις πρακτικές της πολιτικής. Αυτό που
δεν περιμέναμε ήταν ότι την ίδια εμπαθή, μονόπλευρη, ισοπεδωτική, καθολικά και
αδιάκριτα αφοριστική λογική θα συναντούσαμε σε ένα επιστημονικό κείμενο!
Αναφέρομαι στο άρθρο «Δημόσιο και έλλειμμα δημοκρατίας» (http://www.tovima.gr/opinions/useropinions/article/?aid=466527)
της Ελένης Δ. Τσέλιγκα, υποψήφιας διδάκτορος Πολιτικών Επιστημών, το οποίο
διαβάσαμε πρόσφατα στο «Βήμα».
Κεντρική ιδέα του άρθρου
είναι ότι, ο δυσλειτουργικός χαρακτήρας του ελληνικού δημοσίου δεν είναι
πρωτίστως πρόβλημα οικονομίας για τη χώρα, αλλά πρόβλημα που αφορά την
ακεραιότητα αυτού τούτου του δημοκρατικού πολιτεύματός της. Με απλά λόγια, ο
δημόσιος τομέας προκαλεί «ελλείμματα δημοκρατίας» πολύ περισσότερα απ’ τα
δημοσιονομικά ελλείμματα που επιφέρει στην οικονομία!
Δεν έχω χώρο να αναλύσω λέξη
προς λέξη το άρθρο (το οποίο υποθέτω ότι ο αναγνώστης έχει ήδη μελετήσει), έτσι
θα περιοριστώ σε μερικές επιμέρους παρατηρήσεις:
1. Το «δια ταύτα» του άρθρου
δεν είναι ξεκάθαρο. Τι ακριβώς προτείνεται; Η ολική κατάργηση του
«διεφθαρμένου» (κατά την αρθρογράφο) δημόσιου τομέα; Ή (πράγμα λογικότερο) η
θεραπεία των χρονιζουσών παθογενειών του; Και, πώς θα επιτευχθεί αυτή η
θεραπεία; Με άρση, π.χ., της μονιμότητας; Αυτό δεν θα έχει ως αποτέλεσμα την
ενίσχυση της σχέσης υποτέλειας εκλογέων-κυβερνήσεων (αφού κάθε νέα κυβέρνηση θα
μπορεί να απολύει και να επαναδιορίζει), άρα και τη διεύρυνση του «ελλείμματος
δημοκρατίας»;
2. Δεν νομίζω να είναι
ελληνική πρωτοτυπία το ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι αποτελούν μέρος του εκλογικού
σώματος, ή, αντίστροφα, ότι η εκάστοτε κυβέρνηση εκτιμά τις ανάγκες του
δημόσιου τομέα και προβαίνει, αναλόγως, στις απαραίτητες προσλήψεις προσωπικού.
Και υπάρχουν πλέον διαδικασίες που διασφαλίζουν, σε μεγάλο βαθμό, τη διαφάνεια
και την αξιοκρατία των επιλογών. Ποια είναι η αιτιατική σχέση όλων αυτών με το
υποτιθέμενο «έλλειμμα δημοκρατίας»;
3. Σε ποιο εγχειρίδιο
πολιτικής επιστήμης παρατίθεται η απόδειξη του ισχυρισμού της αρθρογράφου, ότι
η δημοκρατία αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση ώστε μια χώρα να μην είναι «φτωχή και
με περιορισμένη διεθνή επιρροή»; Να θυμίσω ποια είναι η τρίτη μεγαλύτερη (και
ταχέως αναπτυσσόμενη) οικονομία του κόσμου, και τι είδος «δημοκρατικού»
πολιτεύματος διαθέτει;
4. Από ποια στοιχεία
προσωπικής έρευνας της αρθρογράφου προκύπτει ότι ο δημόσιος τομέας (μη
αμφισβητουμένων, ασφαλώς, των παθογενειών του) είναι στο σύνολό του
«διεφθαρμένος», όπως παρεμφαίνεται σε όλη την έκταση του άρθρου; Επίσης, από
πού προκύπτει ότι η «βαρβαρότητα» αποτελεί καθολική ιδιότητα των δημοσίων
υπαλλήλων (ή έστω, της πλειονότητάς τους); Θεωρεί η υποψήφια διδάκτωρ ότι
τέτοιες αναπόδεικτες απλουστευτικές γενικεύσεις, ποτισμένες με φανερή δόση
εμπάθειας και προκατάληψης, αποτελούν δείγμα σοβαρής επιστημονικής προσέγγισης
σε ένα τόσο ευαίσθητο θέμα;
5. Αυτό που ίσως δεν
κατανοεί η αρθρογράφος είναι ότι ο δημόσιος τομέας δεν είναι ένα απομονωμένο
στεγανό της δημοκρατίας, της οποίας την «ποιότητα» απειλεί, αλλά ισχύει μάλλον
το αντίστροφο: οι αδυναμίες στη διαχείριση του πολιτεύματος από τους εκάστοτε
φορείς εξουσίας, βλάπτουν το δημόσιο, όπως εξίσου βλάπτουν και κάθε άλλη πτυχή
της κοινωνικής ζωής του τόπου (ρίξτε μια ματιά, π.χ., στην παραοικονομία
–εκλεκτό τέκνο του ιδιωτικού, κυρίως, τομέα- την οποία καμία κυβέρνηση ως τώρα
δεν τόλμησε να αντιμετωπίσει αποφασιστικά).
Σε ένα πράγμα θα συμφωνήσω
απόλυτα με την αρθρογράφο: Οι δικτατορικές μέθοδοι των πανίσχυρων συνδικάτων
του ευρύτερου δημόσιου τομέα συνιστούν πράγματι απειλή για την εύρυθμη
λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Γιατί, θύμα των πρακτικών τους πέφτει
το σύνολο της κοινωνίας, «καλοί» και «κακοί», ανεξάρτητα απ’ το αν ανήκουν σ’
αυτούς που συμπαθεί ή σ’ εκείνους που μέμφεται η αρθρογράφος. Στην οποία,
παρεμπιπτόντως, εύχομαι επιτυχή ολοκλήρωση των σπουδών της, πράγμα για το οποίο
είμαι απόλυτα βέβαιος!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου