Τρίτη 28 Μαΐου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Αναμνήσεις από ένα εκλογικό κιόσκι…


Ζητώ εκ προοιμίου την κατανόηση του αναγνώστη για την κατάχρηση πρώτου ενικού στο παρόν κείμενο. Όμως, με κανένα άλλο γραμματικό σχήμα (που δεν θα πρόδιδε την εξ ορισμού προσχηματική χρήση του) δεν θα μπορούσα να περιγράψω προσωπικές εμπειρίες…

Ήταν λίγες μέρες πριν την Κυριακή των εκλογών. Καθώς έβγαινα από τον σταθμό Συγγρού-Φιξ του Μετρό, είδα στημένο στη γνωστή του θέση το εκλογικό κιόσκι του ΣΥΡΙΖΑ. Μία παρέα νέων ανθρώπων συζητούσαν σε ήρεμους τόνους για την τρέχουσα πολιτική κατάσταση και τις επικείμενες εκλογές. Έδιναν την εικόνα ανθρώπων που θα μπορούσαν, ίσως, ακόμα και να ακούσουν μια άλλη άποψη χωρίς να βάλουν το χέρι στη θήκη με το περίστροφο!

«Πώς άλλαξαν οι καιροί!», σκέφτηκα, καθώς το μυαλό μου πήγε κάπου τέσσερα χρόνια πίσω, στο ίδιο ακριβώς σημείο έξω από τον σταθμό Συγγρού-Φιξ. Ήταν τέλη Ιουνίου ή αρχές Ιουλίου, το εφιαλτικό καλοκαίρι του 2015…

Το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας ζούσε τότε ένα αληθινά «χιτσκοκικό» θρίλερ. Το σαββατοκύριακο που είχε προηγηθεί είχαμε ξυπνήσει, εντελώς απροετοίμαστοι, σε μια χώρα αλλιώτικη. Μια χώρα έτοιμη να αυτοκτονήσει μέσα σε μία εβδομάδα, έχοντας μόλις αποφασίσει την διενέργεια ενός δημοψηφίσματος που αντιστέκεται ως σήμερα σε κάθε απόπειρα λογικής ερμηνείας.

Μάθαμε πως η ζωή που ξέραμε, και ό,τι ως πριν θεωρούσαμε δεδομένο κι αυτονόητο, είχαν χαθεί ξαφνικά. Αρκούσε το αυτάρεσκο νεύμα ενός νάρκισσου γητευτή με επιτηδευμένα ανορθόγραφο όνομα, το αφελές χαμόγελο ενός μικρού μαθητευόμενου μάγου που βρέθηκε σε μια καρέκλα πολύ μεγαλύτερη από το μέγεθός του, οι υστερικές κραυγές μιας πολιτικής κόρης με εξουσίες αυτόκλητου εθνικού δικτάτορα, και οι παρανοϊκές φαντασιώσεις ενός νεο-σταλινικού υποψήφιου κουρσάρου του εθνικού νομισματοκοπείου, για να αμφισβητήσουν το δικαίωμα στη ζωή που μας ανήκε.

Με τον καιρό γίναμε αποδέκτες απίστευτων αποκαλύψεων που άγγιζαν, αν όχι ξεπερνούσαν, τα όρια ενός εθνικού εφιάλτη! Ακούσαμε για σχέδια μεθοδευμένης χρεοκοπίας της χώρας και καθολικής φτωχοποίησης των Ελλήνων, στο πλαίσιο μίας αντίληψης για την επίτευξη «κοινωνικής δικαιοσύνης» μέσω γενικευμένης ισοπέδωσης. Μάθαμε για σκέψεις εθνικοποίησης των – ήδη κλειστών – τραπεζών, με βέβαιη την παράλληλη εξανέμιση των καταθέσεων των πολιτών, αφού, στη λογική του μαρξιστικού πουριτανισμού, οι έχοντες τραπεζικές καταθέσεις (ακόμα και οι μικρο-καταθέτες!) ανήκαν στην επαίσχυντη κατηγορία των «βολεμένων αστών» και έπρεπε να υποστούν την ανάλογη τιμωρία προς όφελος αυτών που δεν είχαν ένα ευρώ στην άκρη. Ακούσαμε για σχέδια διανομής τροφίμων και βασικών ειδών διαβίωσης με το δελτίο, ακόμα και για συσσίτια που παρέπεμπαν σε φοβερές μνήμες Κατοχής.

Το τραγικότερο και πολιτικά κυνικότερο όλων: Γίναμε μάρτυρες της απάνθρωπης μεταχείρισης των ηλικιωμένων, που στήνονταν – συχνά μάταια – έξω από κλειστές τράπεζες μες στο αφόρητο λιοπύρι του καλοκαιριού, για να εξασφαλίσουν λίγα ευρώ, ίσα να επιβιώσουν. Πράγμα που δεν μπορεί αλλιώς να ερμηνευτεί παρά με την υπόθεση ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν θεωρήθηκε ότι ανήκαν στον συμπαγή πυρήνα της εκλογικής «πελατείας» του κυβερνώντος κόμματος.

(Θυμάμαι τον ναρκισσευόμενο μπον βιβέρ υπουργό σε μία τηλεοπτική συνέντευξή του το απόγευμα της μέρας του δημοψηφίσματος, να απαντά σε ερώτηση δημοσιογράφου σχετικά με τους ηλικιωμένους που, μες στη ζέστη του καλοκαιριού, ξεροστάλιαζαν με τις ώρες έξω απ’ τις τράπεζες. Με υπεροψία και κυνισμό που θα έκαναν οποιονδήποτε – πλην θαυμαστών – να ανατριχιάσει, τους περιέγραψε περίπου ως αναλώσιμο είδος, κάτι σαν αναγκαίες παράπλευρες απώλειες στον αγώνα για «εθνική ανεξαρτησία»! Έτσι όπως εκείνος, τουλάχιστον, αντιλαμβανόταν τις έννοιες…)

Αντίθετα, είδαμε ένα συστηματικό προπαγανδιστικό «χαϊδολόγημα» της νέας γενιάς, ιδιαίτερα εκείνου του κομματιού της που δεν είχε κατορθώσει να βρει μία θέση στην αγορά εργασίας. Όσο κι αν ακούγεται ανατριχιαστικό, υπήρχαν νέα παιδιά που περίμεναν ανυπόμονα τη στιγμή που το μαρξιστικό (υποτίθεται) καθεστώς «θα τα πάρει» από τους «βολεμένους» για να τα μοιράσει «δίκαια» σ’ αυτούς που ζητούν μία ευκαιρία για δουλειά και αξιοπρεπή επιβίωση. Μια ματιά στα απίστευτης αγριότητας σχόλια που μαζικά αναρτήθηκαν προ του δημοψηφίσματος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα αρκούσε για να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος των προσδοκιών που έντεχνα καλλιεργήθηκαν…

Ήταν, λοιπόν, λίγες μέρες μετά την προκήρυξη του δημοψηφίσματος – και λίγες μέρες πριν την διεξαγωγή του. Κατηφόριζα προς το μετρό, όταν βρέθηκα μπροστά στο εκλογικό κιόσκι του ΣΥΡΙΖΑ όπου μία παρέα νεαρών (αγόρια και κορίτσια) μοίραζαν προπαγανδιστικά φυλλάδια υπέρ του ‘ΟΧΙ’. Κοντοστάθηκα να ρίξω μια ματιά και, με την ευκαιρία, επιχείρησα να ξεκινήσω μία κουβέντα. Τους ρώτησα ποια, κατά τη γνώμη τους, θα ήταν η επόμενη μέρα αν το αποτέλεσμα ήταν ‘ΟΧΙ’, για να εισπράξω ως απάντηση μερικές γενικόλογες ηρωικές ρητορείες και αφορισμούς κατά των πολιτικών δυνάμεων «των μνημονίων».

Όταν επέμεινα στην ερώτηση, μου έσκασαν τελικά το μυστικό: Πανικόβλητες οι δυνάμεις της Ευρώπης μπροστά στη θέληση του ελληνικού λαού, θα υποτάσσονταν και θα μας πρόσφεραν γη και ύδωρ προκειμένου να μην αποχωρήσουμε από την ευρωπαϊκή οικογένεια! Κατάλαβα ότι δεν είχε νόημα να συνεχίσω τη συζήτηση. Έτσι, έκανα να φύγω, λέγοντας: «Αν βρεθούμε ξανά εδώ την ερχόμενη Δευτέρα, θα έχουμε την ευκαιρία να σχολιάσουμε το αποτέλεσμα.»

Το πρόσωπο μίας κοπέλας που καθόταν ως τότε σιωπηλή, πήρε ξάφνου μια άγρια όψη: «Αν είσαι απ’ αυτούς που θα ψηφίσουν ‘ΝΑΙ’, δεν θα ‘χω να πω τίποτα μαζί σου τη Δευτέρα. Από κείνη τη στιγμή και μετά, θα είσαι εχθρός μου!» Τους είπα πως η ακραία αυτή θέση καταδεικνύει το πόσο πράγματι δίχασε τον ελληνικό λαό αυτό το δημοψήφισμα. Ένας νεαρός φάνηκε να δαγκώνεται για την επικοινωνιακή γκάφα της συντρόφισσας και βάλθηκε ευθύς να την δικαιολογήσει, λέγοντας πως δεν το εννοούσε έτσι ακριβώς όπως το εξέφρασε.

Από μια άλλη κοπέλα, τότε, δέχθηκα μία προσωπική ερώτηση διατυπωμένη σε τρίτο πρόσωπο: «Ας μας πει ο κύριος, εργάζεται;» Της απάντησα πως είμαι εκπαιδευτικός. Υποδέχθηκε την απάντησή μου με το θριαμβευτικό ύφος ανθρώπου που μόλις ξεσκέπασε μια σκοτεινή συνωμοσία: «Α, έτσι πες μου! Είδατε, ο κύριος ανήκει στους βολεμένους!» Η πρώτη κοπέλα σήκωσε ακόμα πιο πολύ την ένταση καθώς άρχισε να μιλά για το πρόβλημα χρόνιας ανεργίας που αντιμετώπιζαν όλα τα μέλη της παρέας. Όμως, κάποια στιγμή ξέφυγε: «Ξέρεις τι είναι να σου σπάσουν οι μπάτσοι το κεφάλι; Εσένα σου το ‘χουν σπάσει ποτέ;»

Έκανα την μάλλον αφελή ερώτηση αν ένα σπασμένο κεφάλι θα αποτελούσε τεκμήριο αξιοπιστίας μου ως συνομιλητή, αλλά εκείνη δεν άκουγε πια: ήμουν ο «εχθρός» που έπρεπε με κάθε τρόπο να εξοντωθεί! Κατάλαβα ότι μία περαιτέρω παραμονή μου στο κιόσκι θα μπορούσε να οδηγήσει σε επικίνδυνες κλιμακώσεις, και έφυγα χαιρετώντας βιαστικά. Η δεύτερη κοπέλα είχε τον τελευταίο, νικητήριο λόγο: «Ε, βέβαια, του τελείωσαν τα επιχειρήματα και το βάζει στα πόδια!»

Ομολογώ ότι δεν το άκουσα να αρθρώνεται επί λέξει, μπορούσα όμως να το διαβάσω στα μάτια τους που ξεχείλιζαν από θυμό: «Περίμενε να ‘ρθει η Δευτέρα και θα τα πούμε με όλους εσάς τους βολεμένους!» Κι αν δεν άκουσα εγώ κάτι τέτοιο, το άκουσαν πολλοί γνωστοί, ακόμα κι από επιστήθιους φίλους τους! Κάποιοι επιχείρησαν τότε, για λόγους πολιτικά ιδιοτελείς, να διχοτομήσουν την κοινωνία στήνοντας αριστοτεχνικά το τερέν μίας οιονεί εμφύλιας διαμάχης…

Καθώς το βουητό από την κίνηση στη Συγγρού με επανέφερε στο «σήμερα», αναλογίστηκα πόσα έχουν αλλάξει από εκείνο το φοβερό καλοκαίρι του ’15. Χιμαιρικά οράματα που διαψεύστηκαν και κατέρρευσαν… Μεγαλόστομες διακηρύξεις και ανεδαφικές υποσχέσεις που αποδείχθηκαν κοινά πολιτικά ψεύδη… Αποδαιμονοποίηση του πραγματισμού και (μερική, τουλάχιστον) αποδοχή του ως εργαλείου άσκησης πολιτικής… Και, εν τέλει, (μερική και πάλι) συνειδητοποίηση από την κοινωνία ότι στην δημοκρατία δεν υπάρχουν «καλοί» και «κακοί» αλλά, απλά, εκείνοι που σκέπτονται «έτσι» κι οι άλλοι που σκέπτονται «αλλιώς»!

Τούτη τη φορά δεν κοντοστάθηκα καν στο εκλογικό κιόσκι του ΣΥΡΙΖΑ. Άλλωστε, οι ερωτήσεις τώρα πάλιωσαν. Κι οι απαντήσεις έχουν προ πολλού πια γίνει γνωστές…

ΤΟ ΒΗΜΑ

Πέμπτη 23 Μαΐου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Για τα γενέθλια ενός Γερμανού φιλέλληνα


Παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα από την αυτοβιογραφία (*) ενός μεγάλου Γερμανού καλλιτέχνη και φιλέλληνα, ο οποίος έκανε σκοπό της καλλιτεχνικής του δημιουργίας την αναβίωση του αρχαίου ελληνικού δράματος μέσω του λυρικού θεάτρου. Αφορμή παίρνω από την συμπλήρωση έξι χρόνων και δύο αιώνων από την γέννησή του.

«Οι ανταποκρίσεις των εφημερίδων και των περιοδικών από τον αγώνα των Ελλήνων για ανεξαρτησία, μου είχαν προξενήσει φοβερή συγκίνηση. Έτσι, η αγάπη μου για την Ελλάδα, που αργότερα μετατράπηκε σε ενθουσιασμό για τη μυθολογία και την ιστορία της αρχαιότητάς της, πήγασε από το ζωηρό και επώδυνο ενδιαφέρον μου για τα γεγονότα του παρόντος. Στα κατοπινά χρόνια, η ιστορία των αγώνων των Ελλήνων κατά των Περσών μού έφερνε πάντα στο νου τη σύγχρονη επανάσταση κατά των Τούρκων.»

Ο Ρίχαρντ Βάγκνερ (Richard Wagner) γεννήθηκε στη Λειψία στις 22 Μαΐου του 1813 και πέθανε στις 13 Φεβρουαρίου του 1883 στη Βενετία. Μετά απ’ αυτόν, τίποτα στην όπερα – αλλά ίσως και στην Τέχνη γενικότερα – δεν ήταν ίδιο. Έκανε πράξη το όραμά του να συνενώσει όλες τις τέχνες (ποίηση, μουσική, εικαστικές τέχνες…) σε μία ενιαία Τέχνη που θα εμπεριείχε κάθε δυνατή έκφανση του ωραίου.

Σε ό,τι αφορά την όπερα (ορθότερα, «μουσικό δράμα») αναβάθμισε, μεταξύ άλλων, τον ρόλο της ορχήστρας από απλά συνοδευτικό και υποδηλωτικό του ρυθμού (νοοτροπία από την οποία, δυστυχώς, δεν ξέφυγε ούτε ο μεγάλος Βέρντι) σε ρόλο αληθινού φιλοσοφικού σχολιαστή τού επί σκηνής παριστώμενου δράματος, ανάλογου με τον χορό στο αρχαίο ελληνικό θέατρο.

Η υστεροφημία του Βάγκνερ αμαυρώθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο λόγω του ότι ένας παράφρων Γερμανός δικτάτορας, ο οποίος έτυχε να συμπαθεί σε βαθμό ψύχωσης τη μουσική του, επέλεξε να τον καταστήσει εθνικό σύμβολο «απόλυτης γερμανικότητας» στην Τέχνη. Για τον ίδιο λόγο αποδόθηκε, όψιμα, υπέρμετρη σημασία στον φαινομενικό «αντισημιτισμό» του Βάγκνερ. Στην πραγματικότητα, η καταραμένη αυτή ετικέτα – που τον καταδιώκει ακόμα και σήμερα, ιδιαίτερα στο Ισραήλ – βασίζεται, κατά κύριο λόγο, σε ένα γελοίο δοκίμιο («Ο Ιουδαϊσμός στη Μουσική») το οποίο έγραψε για να δώσει διέξοδο στο σύμπλεγμα που τον διακατείχε απέναντι στην «εύκολη» (όπως πίστευε) καλλιτεχνική επιτυχία μεγάλων Εβραίων συνθετών της εποχής του, όπως ο Μέντελσον και ο Μάγερμπεερ.

Εν τούτοις, στον κύκλο του Βάγκνερ θα μπορούσε κάποιος να διακρίνει πολλούς Εβραίους φίλους και συνεργάτες, ενώ ο ίδιος ουδέποτε δέχθηκε να προσυπογράψει αντισημιτικές διακηρύξεις! Είναι αξιοσημείωτο, μάλιστα, ότι ανέθεσε την διεύθυνση της τελευταίας – και, κατά πολλούς, κορυφαίας – όπεράς του, «Πάρσιφαλ», στον νέο και ταλαντούχο Γερμανοεβραίο μαέστρο Χέρμαν Λεβί (με τον οποίο ανέπτυξε και στενή προσωπική φιλία) παρά την έντονη αντίδραση χριστιανικών και αντισημιτικών κύκλων της εποχής (και, ενδεχομένως, την μη-εκφρασμένη αντίθεση της ίδιας του της συζύγου, της Κόζιμα Λιστ).

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, αυτό που εντυπωσιάζει ιδιαίτερα είναι το γεγονός ότι, σε αντίθεση με πολλούς άλλους φιλέλληνες που αγάπησαν τη χώρα αυτή κυρίως (αν όχι αποκλειστικά) λόγω θαυμασμού για την αρχαιότητά της, ο Βάγκνερ – όπως φαίνεται καθαρά στην αυτοβιογραφία του – στράφηκε στη μελέτη της κλασικής Ελλάδας έχοντας ως αφετηριακό ερέθισμα τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες του σύγχρονού του Ελληνισμού.

Για τον Βάγκνερ, η Ελλάδα αποτελούσε μία ενιαία ιδέα και μια πολιτιστική αξία με απόλυτη ιστορική συνέχεια. Δυστυχώς, τον διέψευσαν οι κατοπινές γενιές των ίδιων των Ελλήνων…

(*) Richard Wagner, “My Life” (αγγλική έκδοση, Cambridge University Press, 1983). Η μετάφραση του αποσπάσματος έγινε από τον γράφοντα.

ΤΟ ΒΗΜΑ

Τετάρτη 15 Μαΐου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Η εγγενής απροσδιοριστία στο φαινόμενο Χίτλερ: Μια «κβαντομηχανική» θεώρηση της Ιστορίας


Στις αρχές του εικοστού αιώνα έλαβαν χώρα δύο μεγάλες επαναστάσεις στην επιστήμη της Φυσικής, οι οποίες άλλαξαν για πάντα τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο που μας περιβάλλει. Πρόκειται για την Κβαντική Θεωρία και την Θεωρία της Σχετικότητας. Στη συνέχεια – επειδή ο Άνθρωπος είναι από τη φύση του είδος αυτοκαταστροφικό – συνέβησαν και δύο παγκόσμιοι πόλεμοι που ανέδειξαν τις πιο σκοτεινές πλευρές της ανθρώπινης φύσης. Αν κάποιος, τώρα, κοιτάξει με φιλοσοφική διάθεση τα ιστορικά γεγονότα, θα διαπιστώσει ότι Ιστορία και Φυσική διαπλέκονται με έναν τρόπο σχεδόν μεταφυσικό…

Ας ξεκινήσουμε με την επιστήμη. Η Κβαντομηχανική και η Σχετικότητα προκάλεσαν ρήγματα στην ιερή, ως τότε, και μη επιδεχόμενη αμφισβήτηση Νευτώνεια Μηχανική. Σύμφωνα με τις νέες θεωρίες, η κλασική θεωρία του Νεύτωνα έπασχε σε περιοχές που δεν είναι εύκολα προσεγγίσιμες μέσα στα όρια της καθημερινής μας εμπειρίας. Συγκεκριμένα, η νευτώνεια θεωρία αποτυγχάνει να ερμηνεύσει τα φαινόμενα που σχετίζονται με τον μικρόκοσμο των υποατομικών σωματιδίων, όπως και εκείνα που αφορούν κινήσεις σωμάτων με πάρα πολύ υψηλές ταχύτητες. Ακόμα και η κλασική θεωρία της βαρύτητας, επίσης πνευματικό κληροδότημα του Νεύτωνα, βρέθηκε πως ήθελε σημαντική τροποποίηση. Ο Αϊνστάιν επέλεξε να την καταργήσει ολότελα, αντικαθιστώντας την με μία γεωμετρική θεωρία: την Γενική Σχετικότητα.

Στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα μία ακόμα επανάσταση ήρθε να κλονίσει τις ευτυχείς βεβαιότητες της νευτώνειας μηχανικής. Η Θεωρία του Χάους έδειξε ότι μερικά ασταθή φυσικά ή μαθηματικά συστήματα είναι άκρως μη προβλέψιμα στη χρονική τους εξέλιξη, αφού μία απειροελάχιστη διαφοροποίηση στο αίτιο μπορεί να επιφέρει τεράστια απόκλιση στο αιτιατό. (Οι μαθηματικοί μιλούν για «ευαίσθητη εξάρτηση από τις αρχικές συνθήκες».) Έτσι, για παράδειγμα, το τίναγμα των φτερών μιας πεταλούδας στο Πεκίνο θα μπορούσε, θεωρητικά, να προκαλέσει μετά από κάποιο χρονικό διάστημα έναν ανεμοστρόβιλο στο Τέξας (αυτό που ονομάζουμε «φαινόμενο της πεταλούδας»). Γενικά, η απουσία προβλεψιμότητας σε καταρχήν ντετερμινιστικά (αιτιοκρατικά) συστήματα συνιστά αυτό που στη φυσικομαθηματική επιστήμη καλείται «χάος».

Σε ό,τι αφορά τον μικρόκοσμο, η έννοια του ντετερμινισμού είχε ήδη καταρρεύσει από τις αρχές του αιώνα με την ανάπτυξη της κβαντικής θεωρίας, κεντρική θέση στην οποία κατέχει η «αρχή της αβεβαιότητας». Υπάρχει όμως μία βασική διαφορά ανάμεσα στις δύο θεωρίες που προαναφέρθηκαν. Το χάος δεν αρνείται την καταρχήν, την εν δυνάμει προβλεψιμότητα. Διαπιστώνει όμως ότι, στα χαοτικά συστήματα, ένα απόλυτα ντετερμινιστικό αποτέλεσμα θα απαιτούσε πρακτικά άπειρη ακρίβεια στον καθορισμό των αρχικών συνθηκών, άρα άπειρη ακρίβεια στη διαδικασία των μετρήσεων, πράγμα ακατόρθωτο στην πράξη. (Και μία απειροελάχιστη διαφοροποίηση στον τρόπο που η πεταλούδα τινάζει τα φτερά της θα μπορούσε, τελικά, να σώσει το Τέξας από έναν πιθανό ανεμοστρόβιλο!)

Στην κβαντική θεωρία, από την άλλη μεριά, η μη-προβλεψιμότητα (η κατάρρευση του ντετερμινισμού) δεν σχετίζεται με την όποια αδυναμία του ανθρώπου να βελτιώσει την ακρίβεια των εργαστηριακών μετρήσεών του. Ακόμα και τα τελειότερα όργανα μέτρησης δεν θα μπορούσαν να ξεπεράσουν τους περιορισμούς που επιβάλλει η αρχή της αβεβαιότητας, η οποία θέτει ένα απόλυτο όριο στην ακρίβεια με την οποία μπορούμε να γνωρίσουμε τη συμπεριφορά ενός συστήματος του μικρόκοσμου. Είναι νόμος της Φύσης ότι δεν επιτρέπεται να την γνωρίσουμε στις παραμικρότερες λεπτομέρειές της! Το μόνο που μας επιτρέπεται είναι μία πιθανοκρατική ερμηνεία των φαινομένων, η οποία καταργεί την απόλυτα καθορισμένη σχέση αιτίου – αποτελέσματος.

Μετά την σύντομη περιδιάβαση στις σημαντικότερες φυσικές θεωρίες του εικοστού αιώνα, ας επιχειρήσουμε να εξετάσουμε πώς σχετίζονται αυτές με τα ιστορικά γεγονότα της περιόδου. Ο όποιος αναλογικός συσχετισμός δεν εντάσσει, φυσικά, την Ιστορία στη Φυσική Επιστήμη, θα μπορούσε όμως να οδηγήσει σε έναν διαφορετικό τρόπο θεώρησης (και ίσως μία βαθύτερη κατανόηση) των ιστορικών γεγονότων, δεσπόζουσα θέση ανάμεσα στα οποία κατέχουν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι. Ειδικότερα, το μεγαλύτερο μαζικό έγκλημα της Ιστορίας, που έλαβε χώρα στον δεύτερο από αυτούς…

Συμπληρώθηκαν πέρυσι 100 χρόνια από το τέλος του «Μεγάλου Πολέμου», όπως αποκλήθηκε στην εποχή του ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος (1914–1918). Όπως γράψαμε σε προηγούμενα σημειώματα [1,2] ο πόλεμος αυτός ήταν γεμάτος κρίσιμα γεγονότα όπου η πλάστιγγα ισορροπούσε κυριολεκτικά στην κόψη του ξυραφιού. Ποικίλοι αστάθμητοι παράγοντες έκριναν την έκβαση μιας μάχης που, αν το αποτέλεσμά της ήταν διαφορετικό, ο πόλεμος θα μπορούσε να είχε πάρει αντίθετη τροπή και η Ιστορία στη συνέχεια ίσως είχε γραφεί διαφορετικά. (Ας θυμηθούμε την πρώτη κιόλας κρίσιμη μάχη του πολέμου, εκείνη στον Μάρνη.) Προσεκτικά εκπονημένα στρατιωτικά σχέδια (κυρίως των Γερμανών, όπως το σχέδιο Schlieffen) κατέρρεαν το ένα μετά το άλλο και κάθε έννοια προβλεψιμότητας είχε χαθεί. Ο «γρήγορος» πόλεμος που θα διαρκούσε «μέχρι τα Χριστούγεννα» μετατράπηκε, έτσι, στο ανελέητο τετραετές σφαγείο των χαρακωμάτων…

Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι τα χαρακτηριστικά αυτού του πολέμου παραπέμπουν στο χαοτικό φαινόμενο της πεταλούδας που αναφέραμε πιο πάνω. Στον Μεγάλο Πόλεμο η μηχανή του χάους πήρε μπρος από την πρώτη κιόλας πιστολιά, όταν ο νεαρός Σερβοβόσνιος εθνικιστής Gavrilo Princip δολοφόνησε στο Σαράγεβο τον διάδοχο του αυστροουγγρικού θρόνου και την σύζυγό του τον Ιούνιο του 1914. Η «πεταλούδα» του πολέμου τίναξε τα φτερά της ενεργοποιώντας ένα απίστευτο ντόμινο γεγονότων που παρόμοιο δεν έχει να επιδείξει η Ιστορία. Η μία μετά την άλλη οι Μεγάλες Δυνάμεις σύρονταν στη δίνη του πολέμου με τη δύναμη μιας νομοτέλειας που ήταν αποτέλεσμα ατέλειωτων ωρών μυστικής διπλωματίας, ακολουθώντας στρατηγικά πλάνα που, όπως πίστευαν, θα οδηγούσαν την κάθε πλευρά στη «σίγουρη» νίκη.

Με το πλεονέκτημα της εκ των υστέρων σοφίας, βέβαια, γνωρίζουμε τώρα τις ατέλειες όλων των στρατηγικών σχεδιασμών της εποχής, οι οποίοι δεν έλαβαν υπόψη μία σειρά παραμέτρων που, όσο κι αν τότε δεν φαίνονταν σημαντικές, αποδείχθηκαν εξόχως κρίσιμες στη συνέχεια. Και τα χαρακώματα έγιναν έτσι το υπέρτατο σύμβολο της άσκοπης θυσίας, αλλά και ένα εφιαλτικό ανάλογο της θεωρίας του χάους…

Χαοτικά φαινόμενα καθόρισαν και την πορεία ζωής του Αδόλφου Χίτλερ και, κατ’ επέκταση, τη μοίρα της ανθρωπότητας κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Θα είχε γίνει ζωγράφος, αντί πολιτικός, αν τον είχαν δεχθεί στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βιέννης… Θα μπορούσε να είχε σκοτωθεί νωρίς αν η σφαίρα είχε βρει αυτόν, αντί τον παραπλεύρως ευρισκόμενο Max Scheubner-Richter, στο «Πραξικόπημα της Μπυραρίας» στο Μόναχο το 1923…

Το μαζικό έγκλημα του Ολοκαυτώματος, όμως, που έλαβε χώρα ενώ μαίνονταν οι μάχες στα πολεμικά μέτωπα απαιτεί μία διαφορετική – θα λέγαμε, μια «κβαντική» – προσέγγιση. Για να προϊδεάσω τον αναγνώστη θα πω επιγραμματικά ότι, αν η κβαντική θεωρία είναι το τέλος του ντετερμινισμού στη Φυσική, ο Χίτλερ και ό,τι τον αντιπροσωπεύει είναι το τέλος του ντετερμινισμού στην Ιστορία!

Σε παλιότερο σημείωμα [3] είχαμε επιχειρήσει να ερμηνεύσουμε το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι, στη συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπινων συνειδήσεων, η μορφή του Χίτλερ δεσπόζει πάντα ως η ενσάρκωση του απόλυτου, του ακραίου Κακού. Όπως είχαμε αναφέρει, στο βιβλίο “Explaining Hitler” (ελληνική έκδοση: «Ερμηνεύοντας τον Χίτλερ») ο Αμερικανός δημοσιογράφος και ιστορικός Ron Rosenbaum αναζητά τα αληθινά κίνητρα του Χίτλερ πίσω από το Ολοκαύτωμα. Ή, για να το θέσουμε ακριβέστερα, επιχειρεί μία κριτική εξέταση των ερμηνειών που έχουν δοθεί πάνω σε αυτό το ζήτημα. Το τελικό συμπέρασμα του βιβλίου είναι απογοητευτικό: Ακόμα κι αν υποτεθεί ότι ο Χίτλερ είναι εν δυνάμει εξηγήσιμος, η ευκαιρία να τον εξηγήσουμε έχει πια οριστικά χαθεί!

Θέτουμε, όμως, τώρα ένα νέο ερώτημα που, αν ιδωθεί ως ρητορικό, θα μας οδηγήσει σε ένα ακόμα πιο απογοητευτικό συμπέρασμα: Είναι, τελικά, ο Χίτλερ – αν μη τι άλλο – εν δυνάμει εξηγήσιμος, όπως υποθέσαμε πιο πάνω; Και η εξήγηση δεν αφορά μόνο τα βαθύτερα κίνητρά του που οδήγησαν στη μεγαλύτερη μαζική δολοφονία των αιώνων, αλλά και στον δαιμονικό, σχεδόν μεταφυσικό τρόπο που ένας και μόνο άνθρωπος κατόρθωσε να «υπνωτίσει» ένα μεγάλο έθνος με τεράστια πολιτιστική παράδοση, συμπαρασύροντάς το πρώτα στην (παθητική ή ενεργητική) συνενοχή στο έγκλημα, και μετά στον όλεθρο.

Υπάρχουν, φυσικά, λογικοφανείς εξηγήσεις, όπως η ακραία οικονομική κρίση στη Γερμανία μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (ιδιαίτερα, μάλιστα, μετά το χρηματιστηριακό κραχ στις ΗΠΑ το 1929), ο εμμονικός τιμωρητισμός των Γάλλων που πλήγωσε το γερμανικό φιλότιμο, η αναζήτηση «αποδιοπομπαίων τράγων» για την ήττα του 1918, η γερμανική απέχθεια για τον εβραϊκό καπιταλισμό, κλπ. Ας μου επιτραπεί να πω ότι, όσο και αν τα παραπάνω ακούγονται λογικά, δεν μπορούν να προσφέρουν πειστική εξήγηση για τον απρόκλητο φόνο έξι εκατομμυρίων άοπλων ανθρώπων, σε βάρος μάλιστα των παράλληλων πολεμικών επιχειρήσεων που διεξήγαν οι Γερμανοί στη Ρωσία. Η αποτυχία των οποίων επιχειρήσεων σήμανε και την αρχή του τέλους για τον Χίτλερ και το ναζιστικό καθεστώς του…

Όμως, γιατί αδυνατούμε να ερμηνεύσουμε πειστικά κι απόλυτα τον Χίτλερ; Μία προφανής απάντηση είναι αυτή που δίνει ο Rosenbaum: μας λείπει κρίσιμη πληροφορία, μας λείπουν δεδομένα που χάθηκαν τυχαία ή και σκόπιμα καταστράφηκαν. Μια τρομακτικότερη, εναλλακτική θεώρηση είναι ότι ο Χίτλερ αποτελεί ίσως μία πεπερασμένη μεταφυσική παρέκβαση της Ιστορίας, στη διάρκεια της οποίας καταπαύει ο μηχανισμός της ιστορικής αιτιότητας έτσι ώστε οποιαδήποτε λογική σύνδεση του αποτελέσματος (Ολοκαύτωμα) με το αίτιο που το προκάλεσε να είναι καταρχήν αδύνατη.

Το πρόβλημα, λοιπόν, ίσως δεν είναι ότι μας λείπουν τα στοιχεία πληροφορίας που απαιτούνται για να ερμηνεύσουμε τον Χίτλερ αλλά ότι, τελικά, ο Χίτλερ είναι εξ ορισμού μη ερμηνεύσιμος. Όπως εξ ορισμού (και όχι λόγω εργαστηριακής αδυναμίας μας) είναι αδύνατο να γνωρίσουμε την κίνηση ενός ηλεκτρονίου μέσα σε ένα άτομο. Η Φύση κρατά καλά κρυμμένα τα μυστικά του μικρόκοσμου. Το ίδιο, ίσως, και η Ιστορία σε ό,τι αφορά το βαθύτερο «γιατί» των εγκλημάτων του ναζισμού. Η αρχή της αβεβαιότητας ξεφεύγει, θα λέγαμε, από τα συγγράμματα της κβαντομηχανικής και εισχωρεί στα βιβλία της Ιστορίας. Ή, τουλάχιστον, στα κεφάλαια που αφορούν την πιο σκοτεινή περίοδο της ανθρωπότητας…

Εν κατακλείδι, ο Χίτλερ μοιάζει να καταργεί προσωρινά τον ιστορικό ντετερμινισμό με όμοιο τρόπο όπως η κβαντική θεωρία καταργεί τον αντίστοιχο νευτώνειο. Τονίζω τη λέξη «μοιάζει», αφού το παρόν κείμενο απλά διατυπώνει σκέψεις, δεν αναγγέλλει αδιάσειστες επιστημονικές θεωρήσεις. Πρέπει, όμως, κάπου να αποδώσουμε το γεγονός ότι, μετά από δεκαετίες επίμονης και επίπονης έρευνας, η ιστορική επιστήμη δεν έχει ακόμα κατορθώσει να ξεσκεπάσει απόλυτα το πέπλο που καλύπτει τα βαθύτερα αίτια του Ολοκαυτώματος.

Σύμφωνα με τον Εβραίο φιλόσοφο και θεολόγο Emil Fackenheim (1916–2003) ο Χίτλερ αντιπροσωπεύει ένα «θεμελιώδες Κακό», μια «έκρηξη δαιμονισμού στην Ιστορία» που τον τοποθετεί πέρα ακόμα και από το τελευταίο άκρο στο συνεχές της ανθρώπινης φύσης [3]. Είναι ένα φαινόμενο έξω από τα ανθρώπινα μέτρα, του οποίου το νόημα δεν πρέπει να αναζητήσουμε στην Ιστορία ή την Κοινωνιολογία αλλά στη Θεολογία, αφού η εξήγησή του – αν υπάρχει – μπορεί να είναι γνωστή μόνο στον Θεό.

Με άλλα λόγια, ο Χίτλερ είναι μία έννοια που ανήκει στην περιοχή της μεταφυσικής. Αλλά, ακόμα κι αν επιχειρούσαμε να τον μελετήσουμε στο πλαίσιο μιας φυσικής πραγματικότητας, η αληθινή του φύση θα κρυβόταν πίσω από κάτι που θυμίζει την αρχή της αβεβαιότητας στην Κβαντομηχανική. Σε κάθε περίπτωση, θα παρέμενε ουσιαστικά άγνωστος…

Αναφορές

[1] Οι «ένοχοι» του Μεγάλου Πολέμου

[2] Ζωή εν τάφω: Μικρό χρονικό ενός «Μεγάλου Πολέμου»

[3] Ο Χίτλερ και η φιλοσοφική θεώρηση του Κακού

ΤΟ ΒΗΜΑ