Τρίτη 28 Αυγούστου 2012

ΤΟ ΒΗΜΑ - Αυτοκαταστροφικοί εγωκεντρισμοί

Πριν κάπου δέκα χρόνια, η ποδοσφαιρική ΑΕΚ αναστατώθηκε από μια ακραία συμπεριφορά μιας οργάνωσης φανατικών οπαδών της. Οι εν λόγω οπαδοί αντιδρούσαν βίαια στην παρουσία στον πάγκο της ομάδας ενός προπονητή που στο παρελθόν την είχε οδηγήσει στην κατάκτηση πρωταθλημάτων, αλλά είχε κάνει το «λάθος» να εργαστεί για ένα διάστημα σε ανταγωνιστικό σύλλογο. Οι αντιδράσεις έφταναν ως το σημείο της ευθείας και απροκάλυπτης υπονόμευσης της αγωνιστικής πορείας της ομάδας, κάθε νίκη της οποίας θα μπορούσε να πιστωθεί στον «μισητό» τεχνικό!

Χαρακτηριστικό ήταν ένα περιστατικό σε ένα δύσκολο εκτός έδρας παιχνίδι: Οι οπαδοί στρατοπέδευσαν έξω απ’ το ξενοδοχείο όπου είχε καταλύσει η ομάδα, και όλη τη νύχτα την παραμονή του αγώνα έκαναν τόσο θόρυβο ώστε να μην μπορέσουν να κλείσουν μάτι οι ποδοσφαιριστές. Περιττό να αναφέρω την έκβαση του αγώνα εκείνου... Το περιστατικό αυτό, που το είδος του δυστυχώς δεν περιορίζεται στο χώρο του ποδοσφαίρου, αποκαλύπτει μια νοσηρή πλευρά του ελληνικού χαρακτήρα: είμαστε ικανοί να καταστρέψουμε αυτό που (υποτίθεται πως) αγαπάμε, αν δεν μπορέσουμε να το φέρουμε στα μέτρα μας!

Η ίδια η καταστροφή της χώρας πέρασε μέσα από τέτοια μονοπάτια αρρωστημένου εγωκεντρισμού: Ποιος ξεχνάει, για παράδειγμα, την εγκληματική συμπεριφορά κάποιων συντεχνιών που παρέλυαν την παραπαίουσα εθνική οικονομία προκειμένου να μη θιχτεί μια τρίχα από τα σκανδαλώδη προνόμιά τους; Ποιος ξεχνάει πως αυτές τις δράσεις συχνά υποδαύλιζαν αντιπολιτευτικοί καιροσκοπισμοί πολιτικών φορέων που φιλοδοξούσαν να ανακτήσουν την εξουσία φθείροντας τον κυβερνώντα αντίπαλο; Ποιος αγνοεί ότι ακόμα και σήμερα υπάρχουν κοινοβουλευτικές δυνάμεις που οραματίζονται μια πιθανή οικονομική καταστροφή του τόπου, θεωρώντας την κάτι σαν «αναγκαίο κακό» για το ξεκίνημα μιας «λαϊκής επανάστασης»;

Εκτός από την εθνική οικονομία, όμως, και ο φυσικός πλούτος της χώρας έχει πέσει θύμα ποικιλόμορφων εγωκεντρισμών. Αποτελούν ιστορική παράδοση πολλών δεκαετιών οι καταστροφές δασικών εκτάσεων από τις καλοκαιρινές πυρκαγιές. Η λαϊκή φαντασία αναζητούσε πάντα τους υπαίτιους σε πράκτορες και κατασκόπους γειτονικών χωρών, ή απλά σε ψυχοπαθείς συμπολίτες. Ενίοτε δικαιωνόταν.

Όμως, μια πιο ρεαλιστική εκτίμηση των πραγμάτων δείχνει κατά κύριο λόγο στην κατεύθυνση οργανωμένων οικονομικών συμφερόντων, καθώς και εγκληματικής αμέλειας. Υπήρξαν, μάλιστα, κατά καιρούς ακόμα και υπόνοιες πως, πίσω από κάποιες πυρκαγιές κρύβονταν επαγγελματικές σκοπιμότητες που σχετίζονταν με τους ίδιους τους κρατικούς μηχανισμούς δασοπυρόσβεσης...

Εστίες αποσυνθετικού εγωκεντρισμού υπάρχουν παντού μέσα στις υπηρεσίες του κράτους. Το παρακάτω περιστατικό είναι απολύτως αυθεντικό: Πριν λίγα χρόνια βρέθηκα σε εφορία των βορείων προαστίων για κληρονομική υπόθεση. Χρειάστηκε μια απλή θεώρηση ενός εγγράφου, για την οποία απ’ το γραφείο που βρισκόμουν με παρέπεμψαν σε κάποιο άλλο γραφείο. Πηγαίνοντας εκεί, προσέκρουσα σε μια δύσθυμη και κακότροπη προϊσταμένη η οποία, για μια απλή υπογραφή, ζήτησε να προσκομίσω έναν αριθμό πρόσθετων –και εμφανώς αχρείαστων- δικαιολογητικών που δεν διέθετα, και των οποίων η έκδοση ήταν χρονοβόρα και θα είχε ως αποτέλεσμα να χάσω σημαντικές προθεσμίες.

Επέστρεψα σε κατάσταση απόγνωσης στο πρώτο γραφείο, όπου μου εξήγησαν ότι η συμπεριφορά της προϊσταμένης προς τους πολίτες ήταν πράξη εκδίκησης κι εκβιασμού προς την υπηρεσία, λόγω του ότι είχαν αποσπάσει απ’ το γραφείο της μια νεοδιορισμένη υπάλληλο και την είχαν τοποθετήσει σε κάποιο άλλο γραφείο! Τελικά, το θέμα μου τακτοποιήθηκε εύκολα με την ευγενή παρέμβαση άλλων αρμοδίων, παρακάμπτοντας έτσι τον κυνικό αμοραλισμό της γραφειοκρατίας...

Από τα λίγα αλλά χαρακτηριστικά παραδείγματα, αναδύεται η εικόνα του εγωκεντρικού νεοέλληνα που θα θυσίαζε ελαφρά τη καρδία κάθε τι που θα ‘πρεπε να αποτελεί μη διαπραγματεύσιμη αρχή κι αξία, προκειμένου να το προσαρμόσει στα δικά του μέτρα. Κι όπως καίει τα ξερά χόρτα στο χωράφι του τη στιγμή που οι άνεμοι λυσσομανούν, επειδή έτσι τον βολεύει, με την ίδια ευκολία ρίχνει στην πυρά την εθνική οικονομία όταν θεωρεί πως εκείνος δεν είναι ευνοούμενός της!

Βέβαια, όταν ανοίγει κανείς τρύπα στη βάρκα που είναι κι αυτός επιβάτης, στην ουσία προδιαγράφει και τη δική του μοίρα. Σαν φίλαθλος της υπό εξαφάνιση ΑΕΚ το γνωρίζω –δυστυχώς- καλά...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Τρίτη 21 Αυγούστου 2012

ΤΟ ΒΗΜΑ - Ποιοι πληρώνουν την κρίση...

Την χιλιοειπωμένη φράση τη διάβασα ξανά σε πρόσφατο άρθρο αυτής της εφημερίδας (με το οποίο, κατά τα άλλα, συμφωνώ): «Το κόστος της κρίσης καλείται να πληρώσει ο ιδιωτικός τομέας.» Επειδή η αέναη επανάληψη είναι δυνατόν, εκτός από την επιθυμητή εμπέδωση, να οδηγήσει και σε αναθεωρητισμό, σκέφτηκα να βάλουμε για λίγο τη φράση στο μικροσκόπιο και να εξετάσουμε κάποιες λεπτές –και όχι τόσο ξεκάθαρες- υφές της...

Πρώτα απ’ όλα, η συνήθης ομογενοποίηση του όρου «ιδιωτικός τομέας» δείχνει να παραβλέπει μια σημαντική εννοιολογική διαστρωμάτωσή του. Στην πραγματικότητα, τα μεγάλα θύματα –και οι αληθινές τραγωδίες- αυτής της κρίσης είναι οι ιδιωτικοί υπάλληλοι, που βίωσαν και εξακολουθούν να βιώνουν (άγνωστο για πόσο ακόμα) τον εφιάλτη της απώλειας –ή, έστω, της ακραίας ανασφάλειας- της εργασίας.

Γνωρίζω περίπτωση (και σίγουρα δεν είναι μοναδική) μεσόκοπου ζευγαριού που έχασαν ταυτόχρονα τη δουλειά τους λόγω περικοπών στις ιδιωτικές επιχειρήσεις όπου για χρόνια εργάζονταν. Κι η μόνη λύση για να επιβιώσουν και να συντηρήσουν την οικογένειά τους, ήταν ο ξενιτεμός...

Από την άλλη, εκτός από τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, υπάρχουν και τα αφεντικά (και δεν αναφέρομαι εδώ στους μεροκαματιάρηδες μικρομεσαίους επιχειρηματίες...). Για να είμαι ειλικρινής, ελάχιστους μπον-βιβέρ αλλοτινών χαρισάμενων εποχών είδα να υποφέρουν σημαντικά λόγω της κρίσης, ή έστω να την αισθάνονται έντονα. Εύγε τους αν τα καταφέρνουν, και ουδεμία μομφή παρεμφαίνει το σχόλιό μου, το οποίο στοχεύει αποκλειστικά και μόνο στην καταγραφή της πραγματικότητας και ουδόλως στην ηθική αξιολόγησή της!

Πάμε τώρα σε ένα δεύτερο επίπεδο ασάφειας της υπό εξέταση φράσης: Τι ακριβώς σημαίνει το ρήμα «πληρώνω» σε σχέση με την κρίση; Αν η χρήση του ρήματος είναι μεταφορική και δεν αφορά απόλυτα οικονομικά μεγέθη, το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον ο ιδιωτικός τομέας είναι αυτός που κατ’ αποκλειστικότητα αισθάνεται τις συνέπειες της κρίσης.

Πέραν των όσων προαναφέραμε, τα οποία μερικώς απαντούν στο ερώτημα, θα προσθέσουμε πως είναι μάλλον αφελές, και σε κάθε περίπτωση άδικο, να υποστηρίζει κανείς ότι η κρίση δεν έχει αγγίξει τους –υπέρ το δέον δυσφημισθέντες- εργαζόμενους στον δημόσιο τομέα! Οι συνεχείς περικοπές, που σε πολλές περιπτώσεις οδηγούν στα επίπεδα μισθών πείνας, έχουν φέρει πολλές οικογένειες χαμηλόμισθων εργαζομένων σε απόγνωση. Και, κάτω από τα διαμορφούμενα νέα δεδομένα, ούτε κι αυτή η εργασιακή σταθερότητα αποτελεί πλέον μη-διαπραγματεύσιμη πραγματικότητα...

Αν, τώρα, το ρήμα «πληρώνω» χρησιμοποιείται κατά κυριολεξία (με την έννοια της πραγματικής οικονομικής θυσίας) λέγοντας ότι «ο ιδιωτικός τομέας καλείται να πληρώσει το κόστος της κρίσης», τότε πρόκειται για θέση που εντάσσεται στη σφαίρα του σουρεαλισμού! Ποιος ιδιωτικός τομέας; Από τους σχεδόν εξαθλιωμένους εργαζόμενους δεν θα μπορούσε κανείς, ασφαλώς, να απαιτήσει να σηκώσουν το βάρος της κρίσης. Το μεγάλο κεφάλαιο; Αυτό, με χαρακτηριστική απουσία φιλοπατρίας, φρόντισε εγκαίρως να διασώσει τον εαυτό του (και δεν χρειάζεται, νομίζω, να υπεισέλθω σε λεπτομέρειες...).

Μήπως οι ελεύθεροι επαγγελματίες είναι ανάμεσα σ’ αυτούς που πληρώνουν (κατά κυριολεξία) την κρίση, όπως ισχυρίζεται ο αρθρογράφος του «Βήματος»; Η θέση αυτή είναι τόσο διάτρητη που δεν χρήζει καν ιδιαίτερης ανάλυσης! Το όργιο της φοροδιαφυγής το βιώνει ο καθένας μας στις καθημερινές του συναλλαγές, και είναι μάλλον περιττό να αναφέρω τις πρωταρχικές πηγές του. (Αυτό, βέβαια, δεν απαλλάσσει κι εμάς τους ίδιους απ’ το δικό μας μερίδιο ευθύνης για τη συντήρηση του φαινομένου...)

Ποιοι είναι, λοιπόν, αυτοί που στ’ αλήθεια καλούνται να πληρώσουν την κρίση; Μα, οι «συνήθεις ύποπτοι»: οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι! Αλλά εξίσου κι οι άνεργοι του ιδιωτικού –προς το παρόν- τομέα, αν επεκτείνουμε το νόημα του ρήματος «πληρώνω» προσδίδοντάς του ηθική διάσταση, πέραν της οικονομικής. Θ’ αντέξουν, άραγε, το βάρος οι ώμοι των προαναφερθέντων;

Φοβάμαι πως ναι, all the way to the grave!

ΤΟ ΒΗΜΑ

Πέμπτη 16 Αυγούστου 2012

ΤΟ ΒΗΜΑ - Εγκλήματα γνώμης...

Αποτελεί ειρωνεία της Ιστορίας ότι η Δημοκρατία επέλεξε αυτόν εδώ τον τόπο για να γεννηθεί. Ίσως να παρασύρθηκε από συγκυριακά ευνοϊκές συνθήκες που είχαν να κάνουν με ανθρωπογεωγραφικούς παράγοντες της εποχής... Το μόνο βέβαιο είναι ότι, για λόγους συμβολισμού και μόνο, το πολίτευμα θα επέλεγε κάποιους άλλους τόπους για να δει το φως της μέρας, αν γνώριζε την εκφυλιστική εξελικτική πορεία του αρχαίου εκείνου λαού του οποίου όλοι εμείς –γράφοντες και αναγιγνώσκοντες- αποτελούμε ιστορική συνέχεια...

Η πιο επιτυχημένη, ίσως, κωδικοποίηση της έννοιας του δημοκρατικού ήθους περιέχεται στη γνωστή, φοβερή φράση του φιλόσοφου François-Marie Arouet: «Διαφωνώ με αυτό που λες, αλλά θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμά σου να το λες.» Στο σύγχρονο συνονθύλευμα παρηκμασμένων και μισαλλόδοξων συνειδήσεων, θλιβερό κατάντημα αυτού που κάποτε λεγόταν –και κατ’ ευφημισμό εξακολουθεί να λέγεται- «Ελλάδα» (sic), η φράση του Βολταίρου έχει αποκτήσει ένα νέο, διαστροφικό νόημα: «Διαφωνώ με αυτό που λες, και θα αγωνιστώ μέχρι θανάτου (σου) ώστε να μην μπορείς να το λες!»

Δεν χρειάζεται, μέσα στην εξουθενωτική ζέστη του πιο δύσκολου καλοκαιριού των τελευταίων δύο αιώνων, να μπω καν στον κόπο να υπερασπιστώ τις απόψεις μου. Μια και τυχαίνει να βρίσκεστε στον ιστότοπο της κορυφαίας εφημερίδας της χώρας, δεν έχετε παρά να ρίξετε μια ματιά στους σχολιασμούς των άρθρων γνώμης (τους οποίους, υπέρμετρα δημοκρατικά φερόμενη, δημοσιεύει χωρίς ίχνος λογοκρισίας η εφημερίδα), καθώς και στις δια της φοράς του αντίχειρος αξιολογήσεις των σχολίων. Ποταμοί εμπάθειας –η οποία κάποιες φορές φτάνει ως το αλληλοεξοντωτικό μίσος- ξεχύνονται συχνά από τα σχόλια όσων διαφωνούν με τις απόψεις που εκτίθενται, πρωτοστατούντων των (σχεδόν κατά κανόνα ανώνυμων) σχολιαστών που ανήκουν ιδεολογικά στα άκρα του πολιτικού φάσματος. Και, σε μια χώρα που, εκ των πραγμάτων, διολισθαίνει επικίνδυνα στην κατάσταση της κοινωνικής διχοτόμησης και της απόλυτης ιδεολογικής πόλωσης, τα άκρα, φοβάμαι, αποτελούν το μόνο ορατό πολιτικό της μέλλον...

Θα αποφύγω να αναλύσω εδώ διεξοδικά τις αντιδημοκρατικές συμπεριφορές όσων εκπροσωπούν ιδιαίτερες σχολές σκέψης (θα μπορούσα να αναφερθώ, π.χ., στις υπερβολές κάποιων που φανατικά υπερασπίζονται ή αντιμάχονται την ιδέα μιας άνευ όρων και προϋποθέσεων μετανάστευσης, ή στη σχεδόν «ρατσιστική» εμπάθεια ακραίων νεοφιλελεύθερων κύκλων εναντίον όλων, ανεξαιρέτως, των δημοσίων λειτουργών και όσων τολμούν να εκφέρουν άποψη προς υπεράσπιση της υπόληψής τους). Θα πω μόνο ότι, σε μια χώρα που θρήνησε (τρόπος του λέγειν...) νεκρούς επειδή κάποιοι είχαν διαφορετική άποψη πάνω στο δικαίωμα της εργασίας εν μέσω περιρρέουσας επαναστατικής εξαλλοσύνης, οποιαδήποτε συζήτηση περί «δημοκρατικού ήθους» καταντά κωμική. Το ίδιο κωμική όπως στη χώρα όπου ο παροξυσμός λαϊκίστικης χαιρεκακίας οδήγησε σε δημόσιες τοποθετήσεις του τύπου: «πετάξτε τους όλους στο δρόμο, (μόνο και μόνο για) να δουν κι αυτοί τη γλύκα της ανεργίας»! (Και, από τους δηλούντες δεν εξαιρούνται, δυστυχώς, πεπαιδευμένοι με διδακτορικά...)

Ας κάνουμε, λοιπόν, βαθιά υπόκλιση στο σκιάχτρο του πολιτεύματος που κάποτε ανακαλύψαμε, κι ας το αποχαιρετήσουμε για πάντα από την εθνική μας συνείδηση. Ας το διατηρήσουμε μόνο ως θεσμική καρικατούρα που δικαιώνει την ύπαρξή της μια φορά στα τέσσερα χρόνια, για λίγες μέρες, ίσα για να τηρείται το έθιμο. Γιατί, είμαστε μια κοινωνία πολιτών που διεκδικούν όλα τα προνόμια της δημοκρατίας, τη στιγμή που αρνούνται το δημοκρατικά κατοχυρωμένο δικαίωμα ύπαρξης στην άλλη άποψη. Και, ως γνωστόν, με χαλασμένα τούβλα δεν χτίζεις ποτέ γερά σπίτια... Όπως δεν χτίζεις και δημοκρατικές κοινωνίες με χαλασμένες πολιτικές συνειδήσεις!

Παρασκευή 10 Αυγούστου 2012

ΤΟ ΒΗΜΑ - Το «σύνδρομο της Τατιάνας» (κι αν το ‘χαμε...)

Ομολογώ πως δεν μου ‘χε ξανατύχει, κι ούτε που μου ‘τυχε ξανά από τότε! Το θυμάμαι όμως όλο και πιο πολύ τελευταία, καθώς φιλοσοφώ πάνω στις βαθύτερες αιτίες του εθνικού μας ναυαγίου... Η Τατιάνα ήταν αλλοδαπή φοιτήτριά μου, από το Καμερούν. Ιδιαίτερα ευφυής και, πάνω απ’ όλα, εργατική και μεθοδική όσο λίγοι στο τμήμα της. Σαν δευτεροετής, παρακολουθούσε το μάθημα του θεωρητικού ηλεκτρομαγνητισμού που διδάσκω.

Κάποια φορά, μπήκα στην τάξη κρατώντας βαθμολογημένα διαγωνίσματα, τα οποία επέστρεψα στους μαθητές μου ζητώντας τους να σχολιάσουν την αξιολόγησή μου. Πρόσεξα την αγριεμένη έκφραση στο πρόσωπο της Τατιάνας καθώς με παρακάλεσε να πλησιάσω στο θρανίο της: «Γιατί, κύριε, μου βάλατε τόσο;» Ήμουν έτοιμος να βάλω τις φωνές, καθώς ο βαθμός της ήταν κάπου 90% του άριστα! Διατήρησα, όμως, την ψυχραιμία μου: «Πιο πολύ θα θέλατε; Υπήρχαν κάποια λαθάκια...» Η απάντησή της με καθήλωσε: «Όχι, διαμαρτύρομαι γιατί μου βάλατε πιο πολύ απ’ ό,τι άξιζα! Αυτή τη φορά δεν είχα διαβάσει όσο έπρεπε...» Είδα κι έπαθα να την πείσω ότι ο βαθμός της ήταν αντικειμενικός κι απόλυτα δίκαιος!

Καθώς φέρνω το παλιό εκείνο περιστατικό στο μυαλό μου, σκέφτομαι με μια δόση μελαγχολίας: Αχ, και να ‘μασταν δέκα εκατομμύρια «Τατιάνες»! Να ‘λεγε ο καθένας μας: «δεν πειράζει, μου φτάνουν τόσα!», τις εποχές της αθωότητάς μας, τότε που ακόμα οι αγελάδες έμοιαζαν παχιές κι αστείρευτες... Να ‘χαμε λίγο περισσότερο ήθος και μια σταλιά λιγότερη απληστία... Να ‘μασταν πρώτα συνάνθρωποι και μετά ανταγωνιστές... Να βάζαμε τη δημοκρατία λίγο ψηλότερα απ’ τη συντεχνία... Να βολευόμασταν με το παλιό αμάξι τη στιγμή που ο γείτονας δεν είχε ούτε για το λεωφορείο... Κι αν τον συναντούσαμε πρωί-πρωί στο δρόμο, μ’ αυτό το παλιό αμάξι να τον πετούσαμε ως τη δουλειά... Και να ‘ταν αυτός ο λόγος που θα ‘δινε σ’ αυτό την πρέπουσα χρηστική αξία, μακριά από κενόδοξες ανάγκες επίδειξης σε «φίλους» κι επιβεβαίωσης από ρηχές και ξιπασμένες «συντρόφους»...

Ένας τέτοιος λαός, λοιπόν, σήμερα θα μπορούσε ακόμα και να βγάζει αναιδώς τη γλώσσα του στην κυρία Μέρκελ: «Άντε στο καλό σου, κυρά μου! Ποιος σου ‘πε πως έχουμε ανάγκη από δανεικά;»

ΤΟ ΒΗΜΑ

Τρίτη 7 Αυγούστου 2012

ΤΟ ΒΗΜΑ - Όταν το ποδόσφαιρο ξύνει πληγές...

Καθώς η ποδοσφαιρική ΑΕΚ βυθίζεται στην οικονομική ανυπαρξία, στο μυαλό μας έρχονται τα λάθη και οι χαμένες ευκαιρίες. Για τα περισσότερα από αυτά ευθύνονται, ασφαλώς, οι επιλογές των μεγαλομετόχων. Αλλά κι εμείς οι φίλαθλοι δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών! Το 2005, η σκληροπυρηνική οργάνωση οπαδών “Original 21” απέτρεψε την είσοδο στον σύλλογο (αρχικά, μέσω της Ερασιτεχνικής) του Δημήτρη Μελισσανίδη, σε μια εποχή που το ενδιαφέρον του εφοπλιστή για τα πράγματα της ΑΕΚ ήταν ιδιαίτερα «ζεστό». Στο τέλος του 2011, εκδηλώθηκε ενδιαφέρον για την ΠΑΕ από τον Τουρκικό οικονομικό κολοσσό Sabanci Holding, προσέκρουσε όμως στις αντιτουρκικές ιδεοληψίες μεγάλης μερίδας φιλάθλων της ΑΕΚ, και το θέμα (που θα ήταν σωτήρια λύση για τον σύλλογο) δεν προχώρησε...

Επειδή τα γεγονότα του 2011 ήρθαν ξανά στην επικαιρότητα με μια πρόσφατη συνέντευξη πρώην τεχνικού διευθυντή της ΑΕΚ, σκέφτηκα να παρουσιάσω στο αναγνωστικό κοινό του «Βήματος» ένα χρονογράφημά μου που δημοσιεύθηκε στις 6 Δεκεμβρίου 2011 στην «Ελευθεροτυπία». Μια μεταφυσική προσέγγιση σε ένα ζήτημα που προκάλεσε υπερβολικές αντιδράσεις, με ζημιωμένη –ως συνήθως- την ίδια την ΑΕΚ...

Ακολουθεί το άρθρο (με μικρές βελτιωτικές παρεμβάσεις):

Η ευαισθησία που επέδειξαν πρόσφατα οι φίλοι της ΑΕΚ απέναντι στην φημολογούμενη εμπλοκή Τούρκων επιχειρηματιών στα διοικητικά του συλλόγου, είναι κατανοητή, με βάση τους ιστορικούς συμβολισμούς που ο σύλλογος αυτός φέρει. Βέβαια, αυτή δεν είναι η πρώτη απόπειρα εισόδου ξένων επενδυτών στην ΑΕΚ. Ποιος δεν θυμάται τους Άγγλους της ENIC που ανέλαβαν τα ηνία της ΠΑΕ το 1997 και έμειναν στο τιμόνι –με τον ένα ή τον άλλο τρόπο- έως την «μεταπολίτευση» του Θεμιστοκλή Νικολαΐδη...

Ακούγεται φυσιολογικό, ίσως, ότι οι περισσότεροι φίλαθλοι της Αθηναϊκής ομάδας αποδέχθηκαν την Αγγλική «κατοχή» με πολύ μεγαλύτερη ευκολία απ’ ό,τι την προοπτική μιας Τουρκικής παρουσίας στη μετοχική σύνθεση της ΑΕΚ. Η διαφορά προφανώς ανάγεται στις ιστορικές προσφυγικές ρίζες του συλλόγου: σύμφωνα με την κρατούσα αντίληψη, δεν είναι διανοητό η «Ένωση», που γεννήθηκε μέσα από τις στάχτες μιας εθνικής καταστροφής, να διοικείται από τους απογόνους των ίδιων των «εχθρών» που την προκάλεσαν!

Εν τούτοις, με την προβοκατόρικη νοοτροπία που με διακρίνει, σκέφτηκα να ζητήσω και τη γνώμη ενός παλιού πρόσφυγα επί του θέματος, κάποιου που είχε ζήσει την εθνική τραγωδία από κοντά. Και μάλιστα, ενός ανθρώπου που δεν ασχολήθηκε ποτέ του με το ποδόσφαιρο. Έτσι, η απάντηση που θα έπαιρνα θα ήταν καθαρά ιδεολογική, απαλλαγμένη από τυχόν υστερόβουλες οπαδικές σκοπιμότητες...

Ο εν λόγω πρόσφυγας ήρθε στην Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, κυνηγημένος από τους Τούρκους που είχαν σφάξει τον πατέρα και την αδελφή του, και είχαν λεηλατήσει και στη συνέχεια πυρπολήσει την οικογενειακή τους επιχείρηση. Κρυβόταν επί μήνες στα βουνά και τρεφόταν με ό,τι μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου, μέχρι να καταφέρει να περάσει με ασφάλεια τα Ελληνοτουρκικά σύνορα...

Είναι απίστευτο, αλλά στα κάπου τριάντα χρόνια που πρόλαβα να τον γνωρίσω, δεν άκουσα μία φορά τον παππού μου να λέει κακή κουβέντα για τους Τούρκους! Τους θεωρούσε φίλους κι αδελφούς, και πίστευε πάντα πως άλλοι μας είχαν βάλει να φαγωθούμε, εξωθώντας την Ελλάδα με πλάνες υποσχέσεις σε πολεμική περιπέτεια και αφήνοντάς την μόνη στο τέλος. Ποιοι ήταν αυτοί οι «άλλοι»; Ίσως το καταλάβετε αν σας πω πως δεν θυμάμαι ποτέ τον παππού μου να λέει σκέτα «η Αγγλία». Πάντα έβαζε και επιθετικό προσδιορισμό: «η (***) η Αγγλία»! Το εύκολο έργο της προφανούς ερμηνείας των αποσιωπητικών –με βάση το αρχαιότερο γνωστό επάγγελμα- αφήνεται στον αναγνώστη...

Αν ζούσε, λοιπόν, ο παππούς μου το 1997, σίγουρα θα είχε επαναστατήσει ακούγοντας πως κάποιοι Άγγλοι επρόκειτο τότε να κάνουν κουμάντο σε μια Ελληνική ομάδα με προσφυγικές ρίζες. Τώρα, όσον αφορά την πιθανή γνώμη του για τους υποψήφιους Τούρκους επενδυτές που πρόσφατα ήρθαν στο φως της επικαιρότητας, τι να σας πω... Δεν είμαι βέβαιος, αν και μάλλον μπορώ να την μαντέψω!

ΤΟ ΒΗΜΑ