Ο τελευταίος βιασμός...
Την ιστορία μού τη διηγήθηκε ένας γέρος που συνάντησα κάποτε σε κάποια εκδρομή, σε ένα μέρος που δεν μπορώ να θυμηθώ...
Για χρόνια ολόκληρα, σε ένα μακρινό χωριό μιας άγνωστης χώρας, δύο κτήνη ασελγούσαν συνεχώς και αλληλοδιαδόχως πάνω σε μια πνευματικά ανάπηρη κοπέλα. Για να μην διαπληκτίζονται μεταξύ τους, και για να την ξεγελούν προσφέροντάς της μια επίφαση ελεύθερης επιλογής, είχαν συμφωνήσει να την ρωτούν κάθε τέσσερα χρόνια αν ήθελε ή όχι μια αλλαγή στο πρόσωπο του βιαστή της. Προσπαθώντας να την δελεάσουν, της έταζε ο καθένας τους μια πλούσια ζωή και αμέτρητα πανάκριβα δώρα. Όμως δεν πλήρωναν ποτέ το λογαριασμό από την τσέπη τους: έπαιρναν δάνεια από τους τοκογλύφους των γειτονικών χωριών, βάζοντας ενέχυρο την προίκα της!
Με τα χρόνια, όμως, η προίκα αποσώθηκε, και οι δύο αλήτες δεν μπορούσαν πια να προσφέρουν στην κοπέλα ούτε τα στοιχειώδη για την επιβίωσή της. Κι εκείνη, αποκαμωμένη από τη στέρηση, σχεδόν σκελετωμένη, δεν την ένοιαζε καν ποιος θα ‘ταν ο επόμενος: μόνο ένα πιάτο φαΐ και λίγο νερό, τίποτ’ άλλο...
Την ώρα που ψυχορραγούσε, μια αποκρουστική μάζα πια από πετσί και κόκαλα, πάνω απ’ το ξέπνοο σώμα της οι δύο επιβήτορες έδιναν την τελική τους μάχη. Ήθελε ο καθένας τους να ‘ναι αυτός που θα προλάβει να τη βιάσει για τελευταία φορά, να γευτεί την υπέρτατη ευχαρίστηση τη στιγμή που εκείνη θα ξεψυχούσε! Ήξεραν καλά πως άλλη φορά δεν θα υπάρξει...
«Και τώρα φίλε μου», κατέληξε ο γερο-φιλόσοφος, «στο αόρατο δικαστήριο της Ιστορίας σού ζητώ να γίνεις δικαστής. Και να δικάσεις αυτά τα δύο κτήνη για την πολύχρονη, αποκρουστική πράξη τους. Μα μην ξεχάσεις να δικάσεις μαζί και όλους τους ηθικούς αυτουργούς. Και είμαστε πολλοί, πάρα πολλοί! Τόσοι που το δικαστήριο θα ξεμείνει στο τέλος από εισαγγελείς κι ενόρκους. Και η δίκη, φοβάμαι, δεν θ’ αρχίσει ποτέ. Γιατί, ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΕΝΟΧΟΙ! Κάποιοι γιατί την ώρα του βιασμού χειροκροτούσαν με ενθουσιασμό και αυταρέσκεια. Και κάποιοι άλλοι γιατί άκουσαν τα χειροκροτήματα αλλά καμώθηκαν πως δεν άκουσαν τα ουρλιαχτά. Και δεν έτρεξαν ποτέ να βοηθήσουν!»
Θυμάμαι συχνά το γέρο τώρα τελευταία. Ιδιαίτερα τις στιγμές που πατώ με αίσθημα οργής το κουμπί που διακόπτει την παροχή της ηλεκτρικής ενέργειας στις φτηνές συσκευές που χρησιμοποιώ για να μαθαίνω αν είν’ ακόμα ζωντανή αυτή η χώρα. Μια χώρα που εκπνέει τη στιγμή που από πάνω της κάποιοι αντιμάχονται αλλήλους διεκδικώντας το προνόμιο στην απόλαυση του τελευταίου βιασμού της! Και τώρα που το καλοσκέφτομαι, φίλε αναγνώστη, ίσως και να ‘ναι περισσότεροι από δύο: Συντηρητικοί, «προοδευτικοί», νεο-φιλελεύθεροι, προστάτες των δίκιων «του λαού», συνδικαλιζόμενοι συντεχνίτες, κουκουλοφόροι δολοφόνοι... (Ξέχασα κανέναν;) Α ναι, κι εγώ ο ίδιος ακόμα, που θυμήθηκα ν’ «αγανακτήσω» τώρα που ήρθε και σ’ εμένα ο λογαριασμός! Έτσι, όλοι μαζί, όπως στη φαντασμαγορική γιορτή των λειψάνων με την οποία κλείνει την τρίωρη εποποιία του ο Κάμερον στον «Τιτανικό»!
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Μυξοπαρθένες και Βλαχοσυμπέθεροι!
Η πολιτική κατάσταση των τελευταίων ημερών με παραπέμπει έντονα στις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα, για να μην πω στον προπερασμένο ή και ακόμα παλιότερα! Τότε που τα ήθη αναδείκνυαν την υποκρισία ως μέγιστη κοινωνική αρετή...
Το σκηνικό: αρραβώνας στο χωριό. Ο Γιώργος του παπα-Αντρέα θα πάρει την Αστέρω, την κόρη του τεχνίτη που φτιάνει τα σαμάρια. Πονηρός ο Γιώργος –κατά πώς λέει και το παλιό τραγούδι- τάζει στη μνηστή του λαγούς με πετραχήλια προκειμένου να την πείσει να του δώσει μια «προκαταβολή» από τις πλούσιες χάρες της. Η μαμά της Αστέρως, όμως, την έχει δασκαλέψει καλά: «Κοίτα μην πεις του ‘ναι’ πριν του γάμου, γιατί θα σι νουμίζ’ για παστρικιά!» Και ο καημένος ο Γιώργος –που καίγεται για... ξέρετε τι!- κυνηγάει ολημερίς τη μυξοπαρθένα για να αποσπάσει την πολυπόθητη «συναίνεση», εκείνη όμως ολοένα εφευρίσκει και νέα προσχήματα για να αποφύγει τη «συνεργασία»!
Στο μεταξύ, σε ανώτερο επίπεδο οικογενειακής ιεραρχίας, οι μέλλοντες βλαχοσυμπέθεροι επιδίδονται παρασκηνιακά σε σκληρό πόκερ με έπαθλο την προίκα: ο μεν παπάς για να πάρει ο γιος του το περιζήτητο χωράφι δίπλα στο λιοτρίβι, ο δε σαμαρτζής για να πείσει τον παπά να δεχθεί αντ’ αυτού το περιβόλι πάνω απ’ το μύλο της Αλέξαινας (που ούτως ή άλλως το ‘χε για «σκότωμα» κοψοχρονιά)...
Κάνοντας τώρα χρονικό άλμα στους ατέλειωτους πολιτικούς «αρραβώνες» τού σήμερα (για να θυμηθούμε και τη φοβερή ταινία του Jean-Pierre Jeunet), απευθύνομαι στις καταστροφικές για τον τόπο φιγούρες του δικομματισμού, μέλη του θιάσου στο θέατρο σκιών του Ευγένιου Σπαθάρη (για να το πω κομψά), και τους λέω, με όσο αίσθημα απέχθειας και αγανάκτησης μου έχει απομείνει: Κύριοι, αυτό το πολιτικό σύστημα δεν το αξίζει η χώρα που ανακάλυψε το πολίτευμα του οποίου το πτώμα εσείς τώρα σκυλεύετε. Αν δεν μπορείτε να τα βρείτε μεταξύ σας, αδειάστε μας επιτέλους τη γωνιά που ανάξια κατέχετε! Πριν φύγετε, όμως, κάντε επιτέλους μια πατριωτική πράξη, τη μόνη που θα σώσει κάπως την υστεροφημία σας στις επόμενες γενιές: Αναζητήστε ανθρώπους άφθαρτους κι αμόλυντους από τις νοσηρές κομματικές σας εγωπάθειες και τους φτηνούς πολιτικάντικους καιροσκοπισμούς σας. Και δείξτε τους σε DVD διπλής επίστρωσης το χρονικό ολόκληρης της πολιτικής σας διαδρομής, για να γνωρίζουν τι ΔΕΝ θα πρέπει να κάνουν και ποια ιστορικά λάθη ΔΕΝ θα πρέπει να επαναλάβουν. Τέλος, παραδώστε τους τα πεπρωμένα της χώρας και άντε στο καλό!
Καιρός πια να κλειδώσουμε στα πιο σκοτεινά ντουλάπια της νεότερης ιστορίας μας τις μυξοπαρθένες, τα τσελιγκόπουλα και τα βλαχοσυμπεθεριά του χρεοκοπημένου Ελληνικού πολιτικού δικομματισμού, και να πετάξουμε στα βάθη της θάλασσας το κλειδί. Ας μας τους θυμίζουν μόνο οι παλιές ασπρόμαυρες βουκολικές ταινίες της Φίνος Φιλμ. Ξέρετε, εκείνες με τη Βουγιουκλάκη, τον Κακαβά και τη Γεωργία Βασιλειάδου!
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου