Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2020

Ο ρατσισμός των 65-plus: Όταν η ηλικία είναι ποινικό αδίκημα...


Γράφει: Κώστας Παπαχρήστου

Ξεκινούμε με λίγη (γνωστή, πολύ γνωστή) Ιστορία...

Η αντιμετώπιση των Εβραίων στη Ναζιστική Γερμανία αποτελεί ίσως το κορυφαίο παράδειγμα ρατσιστικής πολιτικής ενός συστήματος εξουσίας, εις βάρος ενός διακριτού τμήματος μίας κοινωνίας. Η ρατσιστική φύση της πολιτικής εκείνης στοιχειοθετείται με βάση δύο, κυρίως, κριτήρια, όπως αυτά εκτέθηκαν σε παλιότερα κείμενα (βλ., π.χ., [1]):

1. Η εβραϊκή ιδιότητα είναι μη-επιλεγμένο χαρακτηριστικό εκείνων που την φέρουν. (Κανείς δεν επιλέγει αν θα είναι ή δεν θα είναι Εβραίος.)

2. Η πιο πάνω ιδιότητα στοχοποιήθηκε αυθαίρετα αφού, αντικειμενικά, σε τίποτα δεν διαφοροποιεί τους φέροντες από τα υπόλοιπα μέλη μίας κοινωνίας.

Η πολιτική των Ναζί απέναντι στους Εβραίους (πριν το φρικτό μαζικό έγκλημα της «Τελικής Λύσης») είχε ως αποτέλεσμα να στερηθούν οι δεύτεροι μία σειρά δικαιωμάτων και ελευθεριών που αυτονόητα απολάμβαναν οι υπόλοιποι Γερμανοί πολίτες. Ειδικά, ο περιορισμός στην μετακίνηση οδήγησε σταδιακά στην πλήρη απαγόρευσή της και, τελικά, στον απόλυτο εγκλεισμό. Και έχει σημασία να σημειώσουμε εδώ ότι η μεταφορά στα γκέτος (και αργότερα στα στρατόπεδα του θανάτου) γινόταν συνήθως με πρόσχημα την «προστασία» των ίδιων των μελλοθανάτων (πώς αλλιώς θα πείθονταν να ανέβουν στα τραίνα;).

Αυτά όλα, βέβαια, ανήκουν στην Ιστορία. Σήμερα, τα πολιτισμένα δημοκρατικά κράτη δεν στήνουν γκέτος και στρατόπεδα συγκεντρώσεως για αυθαίρετο εγκλεισμό κοινωνικών ομάδων. Ή, τουλάχιστον, ο εγκλεισμός, όταν επιβάλλεται από τις συνθήκες, δεν στοχεύει πλέον στην εξόντωση αλλά (αντικειμενικά) στην προστασία. Το ερώτημα είναι: την προστασία ποίων; Εκείνων που υφίστανται τον περιορισμό, ή του ίδιου του συστήματος εξουσίας που τον επιβάλλει;

Η πανδημία, μεταξύ άλλων δεινών που επέφερε, ανέδειξε ένα νέο είδος «εκλεπτυσμένου» ρατσισμού που στοχεύει όχι τη φυλή ή την εθνική και πολιτισμική προέλευση, αλλά την ηλικία. Αφορά στην εφαρμογή μέτρων περιορισμού της μετακίνησης «ηλικιωμένων» ατόμων, όπου ως ηλικιωμένοι ορίζονται αυθαίρετα οι έχοντες συμπληρώσει τα 65 χρόνια ζωής.

Ο χαρακτηρισμός των μέτρων ως ρατσιστικών βασίζεται, και πάλι, σε δύο στοιχεία [1]:

1. Η ηλικία του ανθρώπου καθορίζεται από ληξιαρχικά δεδομένα και δεν είναι αποτέλεσμα προσωπικής επιλογής. Όσο κι αν το θελήσει, ο άνθρωπος δεν είναι δυνατό να αλλάξει την ηλικία του!

2. Κανένας φυσικός νόμος δεν υπαγορεύει ότι, με το που συμπληρώνουν το 65ο έτος της ηλικίας τους, οι άνθρωποι καθίστανται αυτόματα περισσότερο επικίνδυνοι για τη διάδοση μίας επιδημίας.

Οι εξουσίες παρακάμπτουν τις ενστάσεις που εγείρει η αμφιλεγόμενη αυτή πολιτική κοινωνικών διακρίσεων, ισχυριζόμενες ότι ο υποχρεωτικός περιορισμός στη μετακίνηση των «ηλικιωμένων» ατόμων έχει ως σκοπό την «προστασία» τους από την πανδημία. Εδώ τίθεται ένα σοβαρό ζήτημα ηθικής αλλά και πολιτικής φύσης:

Κάθε λειτουργικό κράτος οφείλει καταρχήν να εξασφαλίζει την προστασία των πολιτών απέναντι σε όποιους κινδύνους. Και, αν κριθεί ότι ένα τμήμα του πληθυσμού θα μπορούσε με κάποιον τρόπο να αποτελέσει απειλή για την υπόλοιπη κοινωνία, στο τμήμα αυτό θα απαιτηθεί, ως αναγκαίο κακό, να εφαρμοστούν μέτρα προσωρινού περιορισμού της ελευθερίας (πρόσφατο παράδειγμα, οι τοπικές καραντίνες που επιβλήθηκαν σε διάφορες περιοχές της χώρας μας).

Σε καμία περίπτωση, όμως, ένα δημοκρατικό σύστημα (ακόμα περισσότερο αν αυτοπροσδιορίζεται ως «φιλελεύθερο» [2]) δεν μπορεί να επιβάλει στους πολίτες την αυτοπροστασία, και μάλιστα με την απειλή ποινικών συνεπειών! Για να το πω απλά: Δέχομαι τον περιορισμό της ελευθερίας μου αν με τον τρόπο αυτό θα προστατευτούν καλύτερα οι συνάνθρωποί μου από την πιθανή μετάδοση ενός επικίνδυνου ιού. Μπορώ, επίσης, να επιλέξω αυτόβουλα τον περιορισμό των μετακινήσεών μου για να προστατευτώ εγώ ο ίδιος από τον κίνδυνο μίας μόλυνσης. Αυτό που δεν δέχομαι, όμως, είναι ο υποχρεωτικός περιορισμός της ελευθερίας μου «για το δικό μου καλό». Η αυτοπροστασία είναι δικαίωμα, όχι υποχρέωση, και η αποφυγή της δεν μπορεί να είναι ποινικά κολάσιμη πράξη!

Η επίκληση της «προστασίας» στην προκειμένη περίπτωση, στην ουσία αναφέρεται στις ανεπάρκειες του ίδιου του κράτους. Δηλαδή, ο επιβαλλόμενος εγκλεισμός των «ηλικιωμένων» στα σπίτια τους δεν αφορά τόσο την προστασία των ίδιων από την πανδημία, όσο την πολιτική θωράκιση του συστήματος εξουσίας απέναντι στον κίνδυνο μίας πιθανής κατάρρευσης του (όχι αρκούντως αξιόπιστου) συστήματος υγείας. Ο «πόνος» για τους «ηλικιωμένους συμπολίτες μας» είναι στ’ αλήθεια το άγχος για την αποφυγή ανεξέλεγκτων καταστάσεων που θα εκθέσουν επικίνδυνα το κράτος!

Εν κατακλείδι, η ειδική μεταχείριση των 65+ από την πολιτεία είναι μία ξεκάθαρα ρατσιστική πολιτική. Χωρίζει το κοινωνικό σύνολο σε δύο κατηγορίες με βάση ένα αυθαίρετο ηλικιακό κριτήριο και, κατ’ ουσίαν, τιμωρεί όσους πολίτες δεν το ικανοποιούν με τη στέρηση ενός μέρους της ελευθερίας τους.

Στις αρχικές φάσεις της πανδημίας, η κοινωνία αποδέχθηκε τους περιορισμούς που της επιβλήθηκαν και συνεργάστηκε με την πολιτεία, κυρίως γιατί τα μέτρα που πάρθηκαν είχαν καθολική ισχύ και δεν προκάλεσαν κοινωνικούς διαχωρισμούς. Δεν θα συμβεί το ίδιο, όμως, σε μία ενδεχόμενη περιοριστική πολιτική με ηλικιακά κριτήρια. Και θα ήμουν περίεργος να δω αν υπάρξουν, τότε, όργανα της τάξης που θα σταματούν στους δρόμους κάθε πολίτη που φαίνεται πάνω από 65 χρόνων, ζητώντας του να επιδείξει τα απαραίτητα πιστοποιητικά ηλικιακής «νομιμοφροσύνης»! Αστεία πράγματα...

Αναφορές:



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου