Σε παλιότερα σημειώματα έχουμε περιγράψει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του λαϊκισμού ως πολιτικής νοοτροπίας και πρακτικής. Ας τα συνοψίσουμε:
1. Η δημαγωγική χειραγώγηση του λαού μέσω κολακευτικής προς αυτόν ρητορείας.
2. Η υπεραπλούστευση των ζητημάτων, η ρηχότητα των θέσεων και η συστηματική αποφυγή μιας σοβαρής και αντικειμενικής προσέγγισης των πραγμάτων.
3. Η στόχευση κυρίως στο θυμικό της κοινωνίας, και ελάχιστα έως καθόλου στη λογική.
4. Η καταφυγή σε εύκολη συνθηματολογία στη θέση πραγματικής πολιτικής επιχειρηματολογίας.
5. Η μανιχαϊστική απεικόνιση της πραγματικότητας ως σύγκρουσης ανάμεσα στον «καλό λαό» και σε κάποιες «κακές δυνάμεις» που επιβουλεύονται τα πάσης φύσεως συμφέροντά του, πράγμα που οδηγεί στην αναζήτηση (ή και επινόηση) «εχθρών» του λαού, και στην δαιμονοποίηση προσώπων, ιδεών ή καταστάσεων.
6. Η έντεχνη διαχείριση και πολιτική αξιοποίηση του μαζικού φόβου και του μαζικού θυμού. (Το στοιχείο του θυμού είναι το πλέον δηλητηριώδες και επικίνδυνο μέσο που χρησιμοποιεί ο λαϊκισμός, ιδίως σε περιόδους εθνικών κρίσεων.)
Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, θα μπορούσε κάποιος να συμπεράνει ότι κάθε πολιτική στο πλαίσιο του κομματικού συστήματος είναι εξ ορισμού λαϊκιστική! Δίνω ένα παράδειγμα: Φανταστείτε μία χώρα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, η οποία (χώρα) βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο. Όλα τα κόμματα γνωρίζουν ότι ο μονόδρομος για τη σωτηρία της χώρας περνά μέσα από ιδιαίτερα σκληρή οικονομική πολιτική που συνεπάγεται σημαντικό περιορισμό των δημοσίων δαπανών, κατακόρυφη αύξηση της φορολογίας, ασφυκτικό έλεγχο στην οικονομική δραστηριότητα των πολιτών, κλπ.
Εν τούτοις, κανένα κόμμα – ιδίως αν έχει δυναμική εξουσίας – δεν θα διανοηθεί να υποσχεθεί «αίμα και δάκρυα» στην προεκλογική ατζέντα του. Οι πολίτες θα προτιμήσουν όσους τους προσφέρουν ελπίδα για ανώδυνες λύσεις που δεν θα επιφέρουν δυσάρεστες μεταβολές στις ζωές τους. Με άλλα λόγια, θα αναδείξουν στην εξουσία εκείνους που θα υποσχεθούν «λαγούς» μέσα από κάποιο μαγικό κομματικό καπέλο. Και το μέγεθος της εκλογικής επιτυχίας αυξάνει αν πεισθεί ο λαός ότι το αντίπαλο κόμμα εκπροσωπεί δυνάμεις που επιβουλεύονται την ευημερία του.
Έτσι, ο δημαγωγικός λαϊκισμός καθίσταται προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ για μία πιθανή επικράτηση στον κομματικό ανταγωνισμό. Και το ψεύδος, από επονείδιστη συμπεριφορά ανάγεται στην πράξη σε «θεμιτό» μέσο άσκησης πολιτικής, αφού «στο κάτω-κάτω, όλοι ψέματα λένε»! Ακόμα χειρότερα: η τεχνητή και καλά στημένη αντιπαλότητα των κομμάτων οδηγεί κάποιες φορές σε εθνικό διχασμό με οδυνηρές συνέπειες για τη χώρα.
Γενικά μιλώντας, η πολιτική διαμορφώνεται και επηρεάζεται από δύο παράγοντες:
1. Την λαϊκή βούληση (ή, το λαϊκό θυμικό). Αυτό αφορά τους ψηφοφόρους και είναι εκείνο που, πλειοψηφικά, καθορίζει τις επιλογές τους. Είναι η (σχεδόν κατά κανόνα ουτοπική) πολιτική του επιθυμητού.
2. Την δυνατότητα των εκλεγμένων κυβερνώντων να ικανοποιήσουν την λαϊκή βούληση, ανεξάρτητα από τις όποιες προεκλογικές δεσμεύσεις τους. Είναι η (αναπόδραστη στην πράξη) πολιτική του εφικτού.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το παρανοϊκό ελληνικό δημοψήφισμα του καλοκαιριού του 2015. Το ερώτημα που με τρόπο πολιτικά ερασιτεχνικό ετέθη, θα μπορούσε σε ελεύθερη απόδοση να διατυπωθεί ως εξής:
«Να υποταχθεί η χώρα σε ξένους δανειστές αποδεχόμενη τους όρους που θέτουν σε αυτήν, ή να αντισταθεί σε εκείνους αρνούμενη να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις τους;»
Φυσικά, η κυβέρνηση της εποχής, η οποία για λόγους πολιτικού καιροσκοπισμού είχε προκηρύξει το δημοψήφισμα, δεν μπήκε καν στον κόπο να προειδοποιήσει τον λαό για τις συνέπειες που θα είχε η απάντησή του, ιδιαίτερα αν αυτή ήταν αρνητική. Και, επειδή σε κάθε εκλογική διαδικασία η βουλησιαρχία προεξάρχει του πραγματισμού, η απάντηση ήταν περίπου η αναμενόμενη: Το 62% όσων ψήφισαν είπε «ΟΧΙ» στη συμφωνία με τους δανειστές!
Η βούληση, όμως, σπανίως αποτυπώνει τους αντικειμενικούς συσχετισμούς των πραγμάτων. Γιατί, μία τελική άρνηση των όρων που έθεταν οι δανειστές θα οδηγούσε τη χώρα στην ασύντακτη χρεοκοπία και τον λαό στην πείνα και στα θλιβερά «κατοχικά» συσσίτια που οραματιζόταν τότε ο καθηγητής Κώστας Λαπαβίτσας! Έτσι, η κυβέρνηση πήρε τελικά την σωστή απόφαση να παραβεί τη θέληση του «σοφού» λαού και να αποτρέψει μία εθνική τραγωδία που η ίδια είχε ανοήτως μεθοδεύσει (τη υποδείξει ενός επικίνδυνου νάρκισσου που, όταν δεν έδινε συνεντεύξεις, «το έπαιζε» και υπουργός).
Εν κατακλείδι, θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικές οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας όταν ζητούν «να ακουστεί η θέληση του λαού» για κρίσιμα εθνικά ζητήματα των οποίων τις λεπτές υφές ο λαός δεν είναι σε θέση να γνωρίζει (και τις οποίες υφές οι πολιτικοί επιμελώς αποκρύπτουν αποβλέποντας σε πρόσκαιρα κομματικά οφέλη). Ο αληθινός πατριωτισμός μετριέται (και) με την αποδοχή του πολιτικού κόστους, αν αυτό είναι το τίμημα για την καλύτερη υπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων. Και, δυστυχώς, το μακροπρόθεσμο εθνικό συμφέρον δεν συνάδει πάντοτε με το λαϊκό θυμικό. Εκτός, βέβαια, αν ο τόπος που δίδαξε στον κόσμο την Λογική αποφασίσει κάποτε να την ασπαστεί και ο ίδιος!
Aixmi.gr