Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2019

Λαϊκισμός και βουλησιαρχική ουτοπία


Σε παλιότερα σημειώματα έχουμε περιγράψει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του λαϊκισμού ως πολιτικής νοοτροπίας και πρακτικής. Ας τα συνοψίσουμε:

1. Η δημαγωγική χειραγώγηση του λαού μέσω κολακευτικής προς αυτόν ρητορείας.

2. Η υπεραπλούστευση των ζητημάτων, η ρηχότητα των θέσεων και η συστηματική αποφυγή μιας σοβαρής και αντικειμενικής προσέγγισης των πραγμάτων.

3. Η στόχευση κυρίως στο θυμικό της κοινωνίας, και ελάχιστα έως καθόλου στη λογική.

4. Η καταφυγή σε εύκολη συνθηματολογία στη θέση πραγματικής πολιτικής επιχειρηματολογίας.

5. Η μανιχαϊστική απεικόνιση της πραγματικότητας ως σύγκρουσης ανάμεσα στον «καλό λαό» και σε κάποιες «κακές δυνάμεις» που επιβουλεύονται τα πάσης φύσεως συμφέροντά του, πράγμα που οδηγεί στην αναζήτηση (ή και επινόηση) «εχθρών» του λαού, και στην δαιμονοποίηση προσώπων, ιδεών ή καταστάσεων.

6. Η έντεχνη διαχείριση και πολιτική αξιοποίηση του μαζικού φόβου και του μαζικού θυμού. (Το στοιχείο του θυμού είναι το πλέον δηλητηριώδες και επικίνδυνο μέσο που χρησιμοποιεί ο λαϊκισμός, ιδίως σε περιόδους εθνικών κρίσεων.)

Με βάση τα παραπάνω στοιχεία, θα μπορούσε κάποιος να συμπεράνει ότι κάθε πολιτική στο πλαίσιο του κομματικού συστήματος είναι εξ ορισμού λαϊκιστική! Δίνω ένα παράδειγμα: Φανταστείτε μία χώρα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, η οποία (χώρα) βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο. Όλα τα κόμματα γνωρίζουν ότι ο μονόδρομος για τη σωτηρία της χώρας περνά μέσα από ιδιαίτερα σκληρή οικονομική πολιτική που συνεπάγεται σημαντικό περιορισμό των δημοσίων δαπανών, κατακόρυφη αύξηση της φορολογίας, ασφυκτικό έλεγχο στην οικονομική δραστηριότητα των πολιτών, κλπ.

Εν τούτοις, κανένα κόμμα – ιδίως αν έχει δυναμική εξουσίας – δεν θα διανοηθεί να υποσχεθεί «αίμα και δάκρυα» στην προεκλογική ατζέντα του. Οι πολίτες θα προτιμήσουν όσους τους προσφέρουν ελπίδα για ανώδυνες λύσεις που δεν θα επιφέρουν δυσάρεστες μεταβολές στις ζωές τους. Με άλλα λόγια, θα αναδείξουν στην εξουσία εκείνους που θα υποσχεθούν «λαγούς» μέσα από κάποιο μαγικό κομματικό καπέλο. Και το μέγεθος της εκλογικής επιτυχίας αυξάνει αν πεισθεί ο λαός ότι το αντίπαλο κόμμα εκπροσωπεί δυνάμεις που επιβουλεύονται την ευημερία του.

Έτσι, ο δημαγωγικός λαϊκισμός καθίσταται προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ για μία πιθανή επικράτηση στον κομματικό ανταγωνισμό. Και το ψεύδος, από επονείδιστη συμπεριφορά ανάγεται στην πράξη σε «θεμιτό» μέσο άσκησης πολιτικής, αφού «στο κάτω-κάτω, όλοι ψέματα λένε»! Ακόμα χειρότερα: η τεχνητή και καλά στημένη αντιπαλότητα των κομμάτων οδηγεί κάποιες φορές σε εθνικό διχασμό με οδυνηρές συνέπειες για τη χώρα.

Γενικά μιλώντας, η πολιτική διαμορφώνεται και επηρεάζεται από δύο παράγοντες:

1. Την λαϊκή βούληση (ή, το λαϊκό θυμικό). Αυτό αφορά τους ψηφοφόρους και είναι εκείνο που, πλειοψηφικά, καθορίζει τις επιλογές τους. Είναι η (σχεδόν κατά κανόνα ουτοπική) πολιτική του επιθυμητού.

2. Την δυνατότητα των εκλεγμένων κυβερνώντων να ικανοποιήσουν την λαϊκή βούληση, ανεξάρτητα από τις όποιες προεκλογικές δεσμεύσεις τους. Είναι η (αναπόδραστη στην πράξη) πολιτική του εφικτού.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το παρανοϊκό ελληνικό δημοψήφισμα του καλοκαιριού του 2015. Το ερώτημα που με τρόπο πολιτικά ερασιτεχνικό ετέθη, θα μπορούσε σε ελεύθερη απόδοση να διατυπωθεί ως εξής:

«Να υποταχθεί η χώρα σε ξένους δανειστές αποδεχόμενη τους όρους που θέτουν σε αυτήν, ή να αντισταθεί σε εκείνους αρνούμενη να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις τους;»

Φυσικά, η κυβέρνηση της εποχής, η οποία για λόγους πολιτικού καιροσκοπισμού είχε προκηρύξει το δημοψήφισμα, δεν μπήκε καν στον κόπο να προειδοποιήσει τον λαό για τις συνέπειες που θα είχε η απάντησή του, ιδιαίτερα αν αυτή ήταν αρνητική. Και, επειδή σε κάθε εκλογική διαδικασία η βουλησιαρχία προεξάρχει του πραγματισμού, η απάντηση ήταν περίπου η αναμενόμενη: Το 62% όσων ψήφισαν είπε «ΟΧΙ» στη συμφωνία με τους δανειστές!

Η βούληση, όμως, σπανίως αποτυπώνει τους αντικειμενικούς συσχετισμούς των πραγμάτων. Γιατί, μία τελική άρνηση των όρων που έθεταν οι δανειστές θα οδηγούσε τη χώρα στην ασύντακτη χρεοκοπία και τον λαό στην πείνα και στα θλιβερά «κατοχικά» συσσίτια που οραματιζόταν τότε ο καθηγητής Κώστας Λαπαβίτσας! Έτσι, η κυβέρνηση πήρε τελικά την σωστή απόφαση να παραβεί τη θέληση του «σοφού» λαού και να αποτρέψει μία εθνική τραγωδία που η ίδια είχε ανοήτως μεθοδεύσει (τη υποδείξει ενός επικίνδυνου νάρκισσου που, όταν δεν έδινε συνεντεύξεις, «το έπαιζε» και υπουργός).

Εν κατακλείδι, θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικές οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας όταν ζητούν «να ακουστεί η θέληση του λαού» για κρίσιμα εθνικά ζητήματα των οποίων τις λεπτές υφές ο λαός δεν είναι σε θέση να γνωρίζει (και τις οποίες υφές οι πολιτικοί επιμελώς αποκρύπτουν αποβλέποντας σε πρόσκαιρα κομματικά οφέλη). Ο αληθινός πατριωτισμός μετριέται (και) με την αποδοχή του πολιτικού κόστους, αν αυτό είναι το τίμημα για την καλύτερη υπηρέτηση των εθνικών συμφερόντων. Και, δυστυχώς, το μακροπρόθεσμο εθνικό συμφέρον δεν συνάδει πάντοτε με το λαϊκό θυμικό. Εκτός, βέβαια, αν ο τόπος που δίδαξε στον κόσμο την Λογική αποφασίσει κάποτε να την ασπαστεί και ο ίδιος!

Aixmi.gr

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2019

Ο Βαγγέλης Γιακουμάκης και η ευθύνη μιας κοινωνίας


Τον Οκτώβριο του 1965, ένα αποτρόπαιο έγκλημα συγκλόνισε τις ΗΠΑ. Θύμα η 16χρονη Sylvia Likens, που έχασε τη μάχη με τον θάνατο αφού υπέστη φρικιαστικά βασανιστήρια για τρεις ολόκληρους μήνες, κλεισμένη στο βρώμικο υπόγειο ενός σπιτιού στην Indiana (*). Στον φόνο συμμετείχε η ιδιοκτήτρια του σπιτιού, Gertrude Baniszewski (στην οποία οι γονείς της Sylvia είχαν εμπιστευτεί την προσωρινή φιλοξενία της κόρης τους και της μικρότερης αδελφής της έναντι 20 δολαρίων την εβδομάδα), τα έξι παιδιά τής Baniszewski, καθώς και μερικά γειτονόπουλα, φίλοι των παιδιών. Όπως κυνικά ομολόγησαν κάποια παιδιά στη δίκη, απλά «διασκέδαζαν» πάνω στο κορμί μιας απροστάτευτης έφηβης που σε τίποτα δεν τους είχε πειράξει. Η Sylvia Likens πλήρωσε με την ίδια της τη ζωή το μοναδικό της «κρίμα»: πως ήταν πολύ μόνη και πολύ αδύναμη για να αντισταθεί στα τέρατα!

Την θλιβερή αυτή ιστορία θυμήθηκα καθώς διάβαζα πρόσφατα την αποκάλυψη κάποιων ανατριχιαστικών λεπτομερειών για τον φόνο του Βαγγέλη Γιακουμάκη (**). Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, φυσικοί αυτουργοί ήταν τα μέλη μίας ομάδας συμφοιτητών και συντοπιτών του Βαγγέλη. Και αυτοί είναι που θα καθίσουν στο εδώλιο. Είναι όμως αρκετοί;

Κατά τη γνώμη μου, έχουμε να κάνουμε εδώ με ένα κατά βάση ρατσιστικό έγκλημα. Μία ομάδα «μάτσο» νταήδων, εκπρόσωπων μιας κουλτούρας που ελαφρά τη καρδία ρίχνει στον Καιάδα κάθε έκφανση αδυναμίας, ευαισθησίας και μετριοπάθειας εκ μέρους του παραδοσιακού «αρσενικού», οδήγησε στην απόγνωση και, τελικά, στην αυτοκτονία(;) έναν νέο άνθρωπο που απλά δεν ταίριαζε στο «μπρουτάλ» στερεότυπό τους.

Κατηγορούμενη, εν τούτοις, δεν θα ‘πρεπε να είναι μόνο η συγκεκριμένη ομάδα των αυτουργών του εγκλήματος αλλά, ευρύτερα, ένα ακραία συντηρητικό και εσωστρεφές κοινωνικό υποσύνολο ενός περήφανου λαού με μεγάλη ιστορία και παράδοση. Το οποίο υποσύνολο, ακόμα και την δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα εξακολουθεί να κυριαρχείται από πρωτόγονες αντιλήψεις και να διακατέχεται από βάρβαρα ένστικτα.

Μερίδιο ευθύνης, όμως, αναλογεί και στην υπόλοιπη τοπική κοινωνία, η οποία (ίσως για λόγους διατήρησης της κοινωνικής συνοχής) αποφεύγει να απομονώσει ηθικά εκείνους που βάναυσα την δυσφημούν, και να αποκηρύξει εμφατικά και ξεκάθαρα την σκουριασμένη νοοτροπία τους. Και, ο λαός που έβγαλε έναν Καζαντζάκη δεν επιτρέπεται να μένει σιωπηλός μπροστά στον άδικο θάνατο!

Από σεβασμό στη μνήμη ενός νέου ανθρώπου που έφυγε τόσο φριχτά και τόσο παράλογα, δεν θα πλατειάσω στο παρόν σημείωμα. Άλλωστε, τα δικά μου φτωχά λόγια εδώ περιττεύουν...

(*) https://en.wikipedia.org/wiki/Murder_of_Sylvia_Likens

(**) https://www.aixmi.gr/index.php/i-alithia/

Η ταινία "An American Crime" (2007) αναφέρεται στον φόνο της Sylvia Likens. Σε μεγάλο βαθμό, βασίζεται στα πρακτικά της δίκης των δολοφόνων.





Aixmi.gr