Η πρόσφατη, πολυσυζητημένη
υπόθεση της Βούλας Παπαχρήστου άνοιξε πάλι τον κύκλο των αντιπαραθέσεων περί
ρατσισμού στη χώρα. Θυμίζουμε ότι η αθλήτρια της ΑΕΚ αποκλείστηκε με συνοπτικές
διαδικασίες από την Ολυμπιακή αποστολή λόγω ενός χιουμοριστικού σχολίου της στο
site κοινωνικής δικτύωσης “Twitter”, το οποίο (σχόλιο) θεωρήθηκε ρατσιστικό από τους
υπεύθυνους της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής.
Το σχόλιο ανέφερε τα εξής:
«Με τόσους Αφρικανούς στην Ελλάδα, τουλάχιστον τα κουνούπια του Δυτικού Νείλου
θα τρώνε σπιτικό φαγητό!» Πέραν από το προφανές επιστημονικό λάθος που
εμπεριέχει (πρόκειται απλά για μολυσμένα Ελληνικά κουνούπια!), το κατά πόσον το
σχόλιο είναι ή όχι ρατσιστικό είναι θέμα συζήτησης. Το πρόβλημα είναι κατά
κύριο λόγο εννοιολογικό: η διαφορετικότητα στην αξιολόγηση μιας πράξης ως
ρατσιστικής ή όχι, οφείλεται στη μη-οικουμενικότητα της αντίληψης του
πρωτογενούς όρου «ρατσισμός».
Σε παλιότερα άρθρα μας, στο
«Βήμα» (http://www.tovima.gr/opinions/useropinions/article/?aid=441671)
και την «Ελευθεροτυπία»(*), είχαμε επιχειρήσει να διατυπώσουμε έναν κατά το
δυνατόν γενικό και λειτουργικό ορισμό της έννοιας. Τον θυμίζουμε:
«Ρατσισμός είναι κάθε ιδεολογία ή πρακτική που στοχεύει στον
επιλεκτικό διαχωρισμό σε βάρος μιας ομάδας ανθρώπων, μελών μιας κοινωνίας, με
βάση ένα σύνολο κοινών χαρακτηριστικών τα οποία τα μέλη της ομάδας φέρουν
ακούσια και τα οποία, αντικειμενικά, δεν επηρεάζουν την δυνατότητα συμμετοχής
των μελών της ομάδας στις θεμελιώδεις λειτουργίες της κοινωνίας.» (Ως
«θεμελιώδεις λειτουργίες» εννοούμε το σύνολο των δράσεων που απαιτούνται για
την αυτοσυντήρηση της κοινωνίας και την πρόοδό της στην κατεύθυνση των κοινά
αποδεκτών στόχων της.)
Προσέξτε τρεις βασικές προϋποθέσεις που θέτει ο ορισμός: (1) Ο
διαχωρισμός θέτει την ομάδα σε μειονεκτική θέση σε σχέση με την υπόλοιπη
κοινωνία (είναι, δηλαδή, αρνητικός). (2) Τα χαρακτηριστικά λόγω των οποίων η
ομάδα υφίσταται διάκριση δεν είναι αποτέλεσμα εκούσιας επιλογής των μελών της
(είναι μη-επιλεγμένα). (3) Τα εν λόγω χαρακτηριστικά δεν αποτελούν
ανασταλτικούς υπαρξιακούς παράγοντες για την κοινωνία.
Σύμφωνα με τον ορισμό, ο
διαχωρισμός εις βάρος κοινωνικών ομάδων αποκλειστικά και μόνο με βάση τη φυλή,
το φύλο ή τις σεξουαλικές ιδιαιτερότητες, είναι ρατσιστικός. Από την άλλη, ο
αποκλεισμός, π.χ., ενός παίκτη με ύψος 1.60μ από μια ομάδα μπάσκετ δεν είναι
ρατσιστικός: μπορεί το ύψος να είναι μια μη-επιλεγμένη ιδιότητα, επηρεάζει, εν
τούτοις, την δυνατότητα του παίκτη να συμβάλει θετικά στην λειτουργία της
ομάδας. Τέλος, τα μέτρα περιορισμού του καπνίσματος δεν αποτελούν «ρατσιστική»
πράξη κατά των καπνιστών, αφού το κάπνισμα είναι συνήθεια όχι μόνο επιλεγμένη,
αλλά και εν δυνάμει επιβλαβής για τους «παθητικούς» καπνιστές.
Θα επιχειρήσουμε, τώρα, να
αξιολογήσουμε το επίμαχο σχόλιο της αθλήτριας επί τη βάσει του ορισμού που
δώσαμε (χωρίς να ισχυριζόμαστε, ασφαλώς, ότι ο ορισμός αυτός είναι οικουμενικά
αποδεκτός). Ξεκινούμε με την δεύτερη προϋπόθεση ρατσισμού, η οποία προφανώς
ικανοποιείται: η ιδιότητα του «Αφρικανού» είναι μη-επιλεγμένη (κανείς δεν φέρει
ευθύνη για τον τόπο καταγωγής του).
Η εξέταση της τρίτης
προϋπόθεσης είναι πολύ πιο δύσκολη: Είναι η ιδιότητα του «Αφρικανού»
καθοριστικά απαγορευτική για την ένταξη ενός ατόμου στην ελληνική κοινωνία; A priori,
σαφώς όχι! Από την άλλη, είναι θέμα στατιστικής (ή, απλούστερα, καταγραφής
αναρίθμητων προσωπικών μαρτυριών) η διαπίστωση ότι, η –σε μεγάλο βαθμό
παράνομη– παρουσία εξαιρετικά μεγάλου αριθμού Αφρικανών στη χώρα έχει αλλοιώσει
την ποιότητα ζωής των πολιτών, κυρίως λόγω κατακόρυφης αύξησης της
εγκληματικότητας (για την οποία, ασφαλώς, οι Αφρικανοί δεν είναι αποκλειστικά
υπεύθυνοι).
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την a posteriori
προσάρτηση αρνητικών χαρακτηριστικών στην ιδιότητα του «Αφρικανού», έτσι όπως
την αντιλαμβάνεται, τουλάχιστον, ένα μέρος της ελληνικής κοινωνίας, το οποίο
(δικαίως ή αδίκως) αδυνατεί να θεωρήσει τους εξ Αφρικής μετανάστες ως υγιές
τμήμα του. Η ανάπτυξη αισθημάτων ξενοφοβίας, λοιπόν, θα πρέπει να
αντιμετωπίζεται με περισσότερο πραγματισμό και μεγαλύτερο βαθμό κατανόησης, και
να μην αποδίδεται αβασάνιστα σε ενσυνείδητα ρατσιστικές αντιλήψεις! (Σημείωση:
Η ξενοφοβία ορίζεται εδώ ως παθητική έννοια. Δεν αποτελούν ξενοφοβικές
συμπεριφορές, ούτε δικαιούνται οποιασδήποτε «κατανόησης», απρόκλητες πράξεις
βίας κατά μεταναστών – νομίμων ή μη!)
Αφήσαμε για το τέλος την
εξέταση της πρώτης –και, εν προκειμένω, σημαντικότερης– προϋπόθεσης που θέτει ο
ορισμός μας: Παρεμφαίνει το σχόλιο της αθλήτριας απαξιωτική διάθεση απέναντι
στην ιδέα του «Αφρικανού»; Αντί απάντησης, θα αναφερθώ σε μια πολύ έξυπνη
παρατήρηση αναγνώστη του «Βήματος», την οποία διάβασα πρόσφατα: Ας κάνουμε την
φανταστική υπόθεση ότι έκανε την εμφάνισή του στη χώρα το «κουνούπι του Δυτικού
Ρήνου», και ότι κάποιος αναρτούσε στο Twitter
το σχόλιο: «Με τόσους Γερμανούς τουρίστες στην Ελλάδα, τουλάχιστον τα κουνούπια
του Δυτικού Ρήνου θα τρώνε σπιτικό φαγητό!» Πόσοι αναγνώστες θα εύρισκαν το εν
λόγω σχόλιο απεχθές, απαράδεκτο, ακραία υποτιμητικό και, εν τέλει,
«ρατσιστικό»; Απ’ όσους δεν θα το εύρισκαν (υποπτεύομαι, η συντριπτική
πλειοψηφία), θα ζητούσα να μου εξηγήσουν σε τι διαφέρει, καταρχήν, από το
αντίστοιχο σχόλιο της αθλήτριας. Αν η ιδιότητα «Αφρικανός» εξ ορισμού
ευαισθητοποιεί περισσότερο από την (εξίσου μη-επιλεγμένη από τους φορείς της)
ιδιότητα «Γερμανός», τότε θα πρέπει να εξετάσουμε μήπως αυτή η «αλά καρτ»
ευαισθησία εμπίπτει στις προϋποθέσεις που θέσαμε για υποκρυπτόμενο ρατσισμό!
Αποφεύγω σκόπιμα να κλείσω
αεροστεγώς το «δια ταύτα» του άρθρου, αφήνοντας τα τελικά συμπεράσματα στην
διακριτική ευχέρεια του αναγνώστη. Θεωρώ όμως χρήσιμη μια ξεκάθαρη προσωπική
τοποθέτηση: Νιώθω απέραντη απέχθεια για τον ρατσισμό και όσους τον προάγουν ως
ιδεολογία ή (ακόμα χειρότερα) ως πρακτική. Είχα και έχω Αφρικανούς φοιτητές,
για τους οποίους μόνο καλά λόγια έχω να πω! Και, δεν θα συγχωρήσω ποτέ τους
Γερμανούς για την μαζική δολοφονία των έξι εκατομμυρίων του Ολοκαυτώματος
(πράγμα στο οποίο, περιέργως, όλο και λιγότερο αναφέρονται οι επιλεκτικά
ευαίσθητοι αντιρατσιστές στη χώρα μας...).
Τούτων λεχθέντων, επαναστατώ
εξίσου απέναντι στην ευκολία με την οποία τείνουμε οι σύγχρονοι Έλληνες να
τοποθετούμε την ετικέτα του ρατσισμού σε συνανθρώπους μας που έχουν, π.χ.,
διαφορετική άποψη πάνω σε ζητήματα μετανάστευσης. Άθελά μας, γινόμαστε το ίδιο
«ρατσιστές» με κάποιους που δικαίως λοιδορούμε!