Η είδηση: Ένα κατάστημα πώλησης καπέλων στο Νάσβιλ του Τεννεσσή των ΗΠΑ έβγαλε πρόσφατα στην αγορά αυτοκόλλητα κίτρινα αστέρια (όμοια με εκείνα που οι Ναζί υποχρέωναν τους Εβραίους να φορούν στο πανωφόρι τους) με την ειρωνική ένδειξη «Δεν είμαι εμβολιασμένος». Το υποκείμενο μήνυμα ήταν σαφές: οι μη-εμβολιασμένοι αντιμετωπίζονται από την πολιτεία ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας και εξωθούνται σε αναγκαστικό εμβολιασμό ώστε να συμμετέχουν ισότιμα με τους εμβολιασμένους στην κοινωνική ζωή.
Όπως ήταν φυσικό, η εμπορική αυτή κίνηση προκάλεσε την έντονη διαμαρτυρία αμερικανικών εβραϊκών οργανώσεων, οι οποίες θεώρησαν απαράδεκτη την σύγκριση του Ολοκαυτώματος με τις κρατικές πολιτικές απέναντι στους αρνούμενους να εμβολιαστούν. Η διεύθυνση του καταστήματος, βέβαια, ισχυρίστηκε – χωρίς εν τούτοις να πείσει απόλυτα – ότι δεν είχε την πρόθεση να ευτελίσει το αστέρι του Δαυίδ αλλά μόνο να περάσει ένα κοινωνικό μήνυμα.
Δεν είναι η πρώτη φορά που εργαλειοποιείται το Ολοκαύτωμα για την εξυπηρέτηση πολιτικών ή οικονομικών σκοπών. Στη χώρα μας, για παράδειγμα, ο (εξ ιδιοσυγκρασίας αντισημιτικός) Σύριζα έχει παρομοιάσει τον νεοφιλελευθερισμό με τον ναζισμό και έχει συγκρίνει το Άουσβιτς με τον εργασιακό χώρο στο σύγχρονο καπιταλιστικό σύστημα. Κι εδώ υπήρξαν κόσμιες διαμαρτυρίες από την εγχώρια εβραϊκή κοινότητα, οι οποίες όμως έπεσαν εις ώτα μη ακουόντων.
Καθώς ο γράφων δεν είναι νομικός, δεν θα υπεισέλθουμε στο κατά πόσον η (όποια) διακριτική μεταχείριση της πολιτείας υπέρ των εμβολιασμένων είναι σύμφωνη ή όχι με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τους δημοκρατικούς θεσμούς. Υπάρχει, όμως, ένα ερώτημα καθαρά φιλοσοφικής φύσης: συνιστά η μεταχείριση αυτή πράξη ρατσισμού κατά των μη-εμβολιασμένων, όπως ακούμε κατά κόρον να δηλώνεται τον τελευταίο καιρό;
Καταρχάς, απόλυτος και οικουμενικά αποδεκτός εννοιολογικός προσδιορισμός του ρατσισμού δεν φαίνεται να υφίσταται. Η έννοια χρησιμοποιείται αλά καρτ στον καθημερινό λόγο, τις περισσότερες φορές με σκοπό τον εντυπωσιασμό. Για παράδειγμα, οι καπνιστές έφτασαν στο σημείο να καταγγείλουν ως «ρατσιστικό» τον αντικαπνιστικό νόμο που τους απαγορεύει να ασκούν ελεύθερα την συνήθειά τους σε δημόσιους χώρους!
Σε παλιότερα κείμενα [1-3] είχαμε καταθέσει μερικές σκέψεις πάνω στην εννοιολογία του ρατσισμού, με στόχο την λογική διερεύνηση του πεδίου εφαρμοσιμότητας της έννοιας. Αυτό που είχαμε τονίσει ήταν ότι ο ρατσισμός στοχοποιεί ανθρώπινες ιδιότητες που δεν είναι εκούσια επιλεγμένες από εκείνους που τις φέρουν. Τέτοιες ιδιότητες είναι, π.χ., η φυλή, το φύλο, το χρώμα, η σωματική διάπλαση, ο σεξουαλικός προσανατολισμός, κλπ. Μία ιδιότητα, εν τούτοις, που είναι αποτέλεσμα επιλογής του φέροντος, εξ ορισμού δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο ρατσισμού εις βάρος του. (Για παράδειγμα, αν δεν με δεχθούν ως μέλος σε ένα κλαμπ οπαδών του Παναθηναϊκού ή του Ολυμπιακού λόγω του ότι υποστηρίζω την ΑΕΚ, τούτο δεν συνιστά πράξη «ρατσισμού»: επέλεξα συνειδητά την ΑΕΚ έναντι των άλλων ομάδων, οι οπαδοί των οποίων δεν υποχρεούνται να με δέχονται ως ισότιμο μέλος στους συλλόγους τους!)
Ο εμβολιασμός, τώρα, είναι εκούσια πράξη χημικής παρέμβασης στον ανθρώπινο οργανισμό και δεν αφορά a priori υπάρχουσες και μη-επιλεγμένες δομικές ιδιότητες του σώματος. Έτσι, μία κρατική πολιτική που εκχωρεί περισσότερα προνόμια και μεγαλύτερη ελευθερία στους εμβολιασμένους πολίτες έναντι των ανεμβολίαστων, ναι μεν συνιστά πράξη κοινωνικού διαχωρισμού αλλά σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί ρατσιστική διάκριση.
Ας αφήσουμε, λοιπόν, το αστέρι του Δαυίδ και το Άουσβιτς στην ησυχία τους και ας μην τα επικαλούμαστε κάθε φορά που θέλουμε να δημιουργήσουμε εντυπώσεις σε ανιστόρητα ακροατήρια. Ο εμβολιασμός είναι πράξη ευθύνης, τόσο από τη μεριά της πολιτείας όσο και από εκείνη του κάθε πολίτη χωριστά. Οι μέχρι στιγμής τοποθετήσεις μας σε αυτό το βήμα κάθε άλλο παρά έχουν υπάρξει «θωπευτικές» προς την πολιτεία. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι εμείς, οι πολίτες, βρισκόμαστε στο απυρόβλητο της κριτικής και στα στεγανά της ευθύνης...