Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Είναι ο «γερμανικός χαρακτήρας» η εξήγηση για το Ολοκαύτωμα;

Είναι η «γερμανικότητα» η απάντηση στην θέση ότι ο ναζισμός καταργεί την ιστορική αιτιότητα;


Σε προηγούμενο σημείωμα [1] είχαμε αναφερθεί στην απουσία μίας πειστικής εξήγησης σε ό,τι αφορά τα βαθύτερα αίτια του ναζιστικού εγκλήματος του Ολοκαυτώματος. Εξίσου μυστηριώδης (στο όριο του μεταφυσικού) είναι ο δαιμονικός τρόπος με τον οποίο ένας και μόνο «άνθρωπος» κατόρθωσε να ενορχηστρώσει το έγκλημα αυτό, οδηγώντας έναν λαό με μεγάλη πολιτιστική παράδοση στην – άμεση ή έμμεση – συνενοχή στη δολοφονία έξι εκατομμυρίων αθώων.

Κατά μία άποψη (βλ., π.χ., εκείνη του Ron Rosenbaum [2]) αυτή η έλλειψη μονοσήμαντης ιστορικής ερμηνευτικής δυνατότητας οφείλεται στο ότι δεν έχουμε πλέον στη διάθεσή μας κρίσιμα ιστορικά ντοκουμέντα τα οποία έχουν τυχαία χαθεί ή σκόπιμα καταστραφεί. Μία εναλλακτική εκδοχή την οποία διατυπώσαμε [1] και η οποία ίσως φαντάζει αιρετική και ανορθόδοξη, είναι η ακόλουθη: Η απροσδιοριστία είναι εγγενής ιδιότητα στο φαινόμενο «Χίτλερ» και δεν οφείλεται σε συγκυριακές καταστάσεις που οδήγησαν σε απώλεια ιστορικών αποδεικτικών στοιχείων. Δανειζόμενοι ιδέες από τις φυσικές επιστήμες θα λέγαμε ότι, αν θεωρήσουμε πως η κβαντική θεωρία καταργεί τον ντετερμινισμό (αιτιοκρατία) στη Φυσική, με ανάλογο τρόπο ο Χίτλερ καταργεί τον ντετερμινισμό στην Ιστορία!

Αν η πιο πάνω εκδοχή έχει πραγματική βάση, ο Χίτλερ αποτελεί ίσως μία πεπερασμένη μεταφυσική παρέκβαση της Ιστορίας, στη διάρκεια της οποίας καταπαύει ο μηχανισμός της ιστορικής αιτιότητας έτσι ώστε οποιαδήποτε λογική σύνδεση του αποτελέσματος (Ολοκαύτωμα) με το αίτιο που το προκάλεσε να είναι καταρχήν αδύνατη. Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι ότι μας λείπουν τα στοιχεία πληροφορίας που απαιτούνται για να ερμηνεύσουμε τον Χίτλερ αλλά ότι ο ίδιος ο Χίτλερ είναι εξ ορισμού μη ερμηνεύσιμος.

Η απροσδιοριστία στο ζήτημα του Ολοκαυτώματος αφορά κυρίως δύο ερωτήματα:

1. Ποια ήταν τα αληθινά κίνητρα πίσω από το μαζικό έγκλημα;

2. Πώς ένας παράφρων πολιτικός κατόρθωσε να χειραγωγήσει ένα μεγάλο έθνος σπρώχνοντάς το στη διάπραξη του εγκλήματος – ή, έστω, την ανοχή σε αυτό;

Ακόμα κι αν υιοθετήσουμε την ορθολογική άποψη του Rosenbaum [2] η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι πλέον αδύνατη. Σε ό,τι αφορά το δεύτερο ερώτημα, υπάρχουν δύο σκέλη που πρέπει να διερευνηθούν: (α) Η ενδεχόμενα δαιμονική φύση του Χίτλερ που κατόρθωσε να «υπνωτίσει» έναν ολόκληρο λαό. (β) Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτού του λαού, τα οποία αξιοποίησε ο Χίτλερ για να φέρει σε πέρας το δολοφονικό έργο του.

Στο ερώτημα (α) δεν είναι, ασφαλώς, δυνατό να απαντήσουμε αντικειμενικά (παρακάμπτοντας προσωπολατρικές περιγραφές απλοϊκών ανθρώπων που γνώρισαν τον Χίτλερ από κοντά). Θα επικεντρωθούμε, λοιπόν, στο ερώτημα (β): υπάρχει μήπως ένα υποκρυπτόμενο νοσηρό στοιχείο στον ίδιο τον γερμανικό χαρακτήρα, το οποίο θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να οδηγήσει ακόμα και στο μαζικό έγκλημα; Με άλλα λόγια, είναι οι εγγενείς χαρακτήρες των λαών που καθορίζουν την ιστορική τους συμπεριφορά, ή μήπως, αντίθετα, είναι οι ιστορικές συνθήκες που διαμορφώνουν συγκυριακά τους εθνικούς χαρακτήρες;

Η δαιμονοποίηση της «γερμανικότητας» δεν είναι πρόσφατη εφεύρεση κάποιων ελληνικών «αντιμνημονιακών» κύκλων. Ακόμα και διδακτορικές διατριβές έχουν εκπονηθεί, οι οποίες υποστηρίζουν αυτήν ακριβώς την ιδέα. Χαρακτηριστική περίπτωση, ένα σχετικά πρόσφατο βιβλίο του Αμερικανού ιστορικού Daniel Jonah Goldhagen [3]. Σε αυτό ο συγγραφέας, εκλαϊκεύοντας και επεκτείνοντας την διδακτορική του διατριβή στο Harvard, αποδίδει τη φρίκη του Ολοκαυτώματος στην «εγγενώς δαιμονική» φύση των Γερμανών, υποβαθμίζοντας – έως εξαφανίζοντας – την ιστορική ιδιαιτερότητα του ναζισμού αλλά και την ευθύνη του ίδιου του Χίτλερ (κατά τη γνωστή ρήση, «αν δεν υπήρχε ο Χίτλερ για να ξεκινήσει το Ολοκαύτωμα, οι Γερμανοί θα τον είχαν εφεύρει!»). Τα εγκλήματα του Ολοκαυτώματος, υποστηρίζει ο Goldhagen, τα διέπραξαν αυτόβουλα «συνηθισμένοι Γερμανοί», όχι απαραίτητα φανατικοί ναζί. Και όχι γιατί τους το επέβαλε (ή έστω το υπέβαλε) η ηγεσία τους, αλλά απλά γιατί τους το επέτρεψε!

Το βιβλίο αυτό συνάντησε πολλές αντιδράσεις, ιδιαίτερα μάλιστα από σημαίνοντες Εβραίους μελετητές του Ολοκαυτώματος. Διαβάζοντάς το, όντως αποκομίζει κάποιος την εικόνα μίας δύσκολα αποκρυπτόμενης εμπάθειας και μιας ιδεολογικής μονομέρειας που υπονομεύει, τελικά, την ίδια την επιστημονική αξιοπιστία του έργου. Η μορφή του Χίτλερ δύσκολα μπορεί να αγνοηθεί σε οποιαδήποτε σοβαρή ιστορική ανάλυση, όπως επίσης δεν πρέπει να παραβλέπονται οι ιστορικές συγκυρίες της εποχής μετά το τέλος του καταστροφικού, για τη Γερμανία, Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, με οδυνηρό επακόλουθο μία ταπεινωτική συνθήκη ειρήνης.

Μία κριτική εξέταση της ιστορικής ερμηνείας του Goldhagen προϋποθέτει απάντηση σε ένα θεμελιώδες γενικό ερώτημα: Είναι δυνατόν, κάτω από ιδιάζουσες συνθήκες, μία κοινωνική ομάδα (π.χ., ένας λαός, ή ακόμα και ένα μικρό σύνολο ανθρώπων με αίσθηση κοινού προορισμού) να χειραγωγηθεί από ένα σύστημα εξουσίας έτσι ώστε να αναδείξει ακραίες συμπεριφορές οι οποίες δεν θα υφίσταντο έξω από τις συνθήκες αυτές;

Αν η απάντηση στο ερώτημα είναι θετική, τότε το Ολοκαύτωμα δεν αποτελεί αυστηρά γερμανική «πατέντα». Θα μπορούσε, θεωρητικά, να είχε συμβεί οποτεδήποτε και οπουδήποτε, κάτω από ανάλογες ιστορικές και πολιτικές συγκυρίες. Ας μην ξεχνούμε, άλλωστε, ότι ο (συχνά βίαιος) αντισημιτισμός είχε κάνει την εμφάνισή του τόσο στη Γαλλία όσο και στη Ρωσία, προτού πάρει την ακραία, δολοφονική μορφή του στη ναζιστική Γερμανία.

Ένα πείραμα που θα μπορούσε να ρίξει κάποιο φως στο παραπάνω ερώτημα (αν και δεν γνωρίζω αν τα αποτελέσματά του χρησιμοποιήθηκαν ποτέ για την ερμηνεία του Ολοκαυτώματος) έλαβε χώρα στο Πανεπιστήμιο του Stanford των ΗΠΑ, στο διάστημα από 14 έως 20 Αυγούστου του 1971, κάτω από την κεντρική επίβλεψη του καθηγητή ψυχολογίας Philip Zimbardo. Εικοσιτέσσερις φοιτητές επιλέχθηκαν για να παίξουν τους ρόλους φυλακισμένων και δεσμοφυλάκων σε μία υποτιθέμενη φυλακή που είχε δημιουργηθεί για τους σκοπούς του πειράματος. Η κατανομή των ρόλων (12 φυλακισμένοι και ισάριθμοι φρουροί) έγινε με κλήρωση, και οι συνολικά 24 που επελέγησαν για το πείραμα ικανοποιούσαν, στον μέγιστο βαθμό, κριτήρια ψυχικής ισορροπίας και ομαλότητας χαρακτήρα. Ο Zimbardo πήρε τον ρόλο του επιστάτη της φυλακής, φροντίζοντας με κάθε τρόπο να μεγιστοποιεί τα αισθήματα σύγχυσης και απώλειας προσωπικότητας των συμμετεχόντων.

Τα αποτελέσματα του πειράματος εξέπληξαν και τον ίδιο τον Zimbardo! Τα μέλη και των δύο ομάδων (φυλακισμένοι και δεσμοφύλακες) πήραν τόσο σοβαρά τους ρόλους τους ώστε κατέληξαν να ταυτιστούν με αυτούς. Οι φρουροί ανέπτυξαν αυταρχικές έως και σαδιστικές συμπεριφορές, και έφτασαν στο σημείο να υποβάλουν μερικούς από τους κρατούμενους σε ιδιαίτερα σκληρά ψυχολογικά βασανιστήρια. Πολλοί κρατούμενοι αποδέχθηκαν παθητικά την ψυχολογική βία και, κατ’ απαίτηση των φρουρών, συνεργάστηκαν πρόθυμα σε κακομεταχειρίσεις συγκρατουμένων τους. Οι καταστάσεις αυτές, ασφαλώς, θυμίζουν έντονα εκείνες στα γκέτο, τους σιδηροδρομικούς σταθμούς μεταφοράς και τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως την περίοδο του ναζισμού.

Το πείραμα δεν άφησε ανεπηρέαστο ούτε τον ίδιο τον Zimbardo που επέδειξε μεγάλο ζήλο στον ρόλο του ως επιστάτη, επιτρέποντας και ενθαρρύνοντας την συνέχιση της βίας. Δύο από τους «κρατούμενους» δεν άντεξαν και αποχώρησαν νωρίς από το πείραμα, το οποίο τελικά διακόπηκε μόλις έξι μέρες μετά την έναρξή του.

Το εντυπωσιακό είναι πως, σε κινηματογραφημένες συνεντεύξεις τους αρκετό καιρό μετά, οι «φρουροί» εξομολογήθηκαν ότι, κοιτάζοντας πίσω σ’ εκείνες τις μέρες, δύσκολα μπορούσαν να αναγνωρίσουν τον εαυτό τους, να εξηγήσουν πώς μερικά «καλά παιδιά» είχαν μετατραπεί σε βάρβαρους δεσμοφύλακες! Ας δούμε μερικά αποσπάσματα από τις εξομολογήσεις δύο πρώην «φρουρών», καθώς και κάποια από τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε ο Zimbardo:

Φρουρός 1: «Αληθινά, δεν πίστευα ποτέ ότι θα ήμουν ικανός να επιδείξω τέτοια συμπεριφορά. Εξεπλάγην κι εγώ ο ίδιος απ’ όσα έκανα. Και, ενώ τα έκανα, δεν ένιωθα καθόλου μετανιωμένος, δεν είχα ενοχές... Μόνο μετά άρχισα να συνειδητοποιώ τι είχε συμβεί.»

Φρουρός 2: «Άρχισα να νιώθω πως έχανα την ταυτότητά μου, να ξεχνώ πως συμμετείχα σε ένα πείραμα, σε μια απλή προσομοίωση της πραγματικότητας. Φοράς μια στολή, σου δίνουν ένα ρόλο και σου λένε: ‘Η δουλειά σου είναι να κρατάς αυτούς τους ανθρώπους σε τάξη.’ Κι εσύ μπαίνεις στ’ αλήθεια στο πετσί του ρόλου από τη στιγμή που φοράς τη στολή και τα μαύρα γυαλιά, που κρατάς το ραβδί... Αυτό είναι το κοστούμι σου. Και πρέπει να ενεργείς ανάλογα όταν το φοράς.»

Zimbardo: «Το περισσότερο κακό στον κόσμο δεν προέρχεται από ταπεινά ένστικτα αλλά επειδή κάποιος σου υποβάλλει την ιδέα: ‘Ακολούθα το πρόγραμμα’, ‘γίνε ομαδικός’... Όταν κάποιος πει: ‘δεν είμαι υπεύθυνος’, ‘δεν είμαι υπόλογος’, ‘είναι ο ρόλος που μου ανέθεσαν’, κλπ, επιτρέπει στον εαυτό του να κάνει πράγματα που ποτέ δεν θα έπραττε υπό κανονικές συνθήκες. (...) Ένας τρόπος να ερμηνεύσουμε το πείραμα είναι ότι, βάλαμε καλούς ανθρώπους σε ένα κακό περιβάλλον και είδαμε ποιος κέρδισε. Το λυπηρό μήνυμα εδώ είναι ότι το διαβολικό αυτό μέρος κυριάρχησε πάνω στους καλούς ανθρώπους!»

Είναι ικανό από μόνο του το «πείραμα του Stanford» να καταρρίψει την θεωρία του Goldhagen για το Ολοκαύτωμα και την υποτιθέμενη μοναδικότητα της «δαιμονικής φύσης» των Γερμανών; Ασφαλώς όχι! Εν τούτοις, το πείραμα αποκαλύπτει πτυχές της ανθρώπινης συμπεριφοράς κάτω από (τεχνητές, εν προκειμένω) συνθήκες οι οποίες θα μπορούσαν, σε κάποιο βαθμό, να παραπέμπουν στα χρόνια της κυριαρχικής επίδρασης του ναζισμού πάνω στην γερμανική συλλογική συνείδηση. Ως εκ τούτου, τα συμπεράσματα του πειράματος δεν θα πρέπει να αγνοηθούν από τους αντικειμενικούς μελετητές εκείνης της πιο βάρβαρης περιόδου της παγκόσμιας Ιστορίας.

Βέβαια, το να δίνει κάποιος ιστορικές ερμηνείες αναζητώντας πιθανές αιτιότητες πίσω από τα φρικτά εγκλήματα του ναζισμού ουδόλως μετριάζει τις ενοχές των Γερμανών. Το πείραμα του Stanford, όπως και η ίδια η ναζιστική περίοδος στη Γερμανία, έδειξαν ότι το κακό που ενυπάρχει σε λανθάνουσα μορφή στον άνθρωπο μπορεί να βγει στην επιφάνεια κάτω από κατάλληλες συνθήκες. Οι συνθήκες, όμως, απλά αναδεικνύουν το κακό, δεν το δημιουργούν!

Τελικά, επιδέχεται ο ναζισμός αιτιοκρατική ερμηνεία; Θα μείνουμε πιστοί στην αντισυμβατική θέση μας ότι η απάντηση στο ερώτημα είναι αρνητική. Ίσως γιατί μία ιστορική εκλογίκευση του ναζισμού θα τον τοποθετούσε εξ ορισμού σε ανθρώπινα μέτρα. Και τίποτα το ανθρώπινο δεν θα μπορούσαμε να διακρίνουμε στην ελεεινότερη εκείνη σελίδα της παγκόσμιας Ιστορίας...

Αναφορές:

[1] Κ. Παπαχρήστου, Η εγγενής απροσδιοριστία στο φαινόμενο Χίτλερ (ΤΟ ΒΗΜΑ, https://www.tovima.gr/2019/05/15/opinions/i-eggenis-aprosdioristia-sto-fainomeno-xitler-mia-kvantomixaniki-theorisi-tis-istorias/).

[2] R. Rosenbaum, Explaining Hitler (Da Capo, 2014). Ελληνικός τίτλος: Ερμηνεύοντας τον Χίτλερ.

[3] D.J. Goldhagen, Hitler’s Willing Executioners (Knopf, 2007). Ελληνικός τίτλος: Πρόθυμοι δήμιοι: Οι εκτελεστές του Χίτλερ.

ΤΟ ΒΗΜΑ

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2019

Ο ρατσισμός της εικόνας (και ο ρόλος της τηλεόρασης)

Υπάρχει μία μορφή ρατσισμού την οποία είτε δεν μπορούμε, είτε δεν θέλουμε να αντιληφθούμε όταν δεν μας στοχεύει. Από άτομα που εκπροσωπούν την "κουλτούρα" του διαπράχθηκε πρόσφατα μία μέγιστη απρέπεια στα media...


Υπάρχει μία μορφή ρατσισμού που την βιώνουμε ολόγυρά μας καθημερινά, προσπερνώντας την αδιάφορα όταν δεν μας στοχεύει. Αυτοί που τον υφίστανται δεν είναι καν απαραίτητο να έχουν φτάσει στη χώρα διαβαίνοντας τα σύνορά της, πράγμα που ίσως εξηγεί γιατί το μαρτύριό τους ελάχιστα συγκινεί και διεγείρει τα ανθρωπιστικά ανακλαστικά της πλειοψηφίας των κατά δήλωση αντιρατσιστών…

Η σκηνή στην κεντρική πλατεία μεγάλου δήμου της Αττικής. Μία γυναίκα τρέχει να προλάβει στη στάση το ακριβοθώρητο λεωφορείο της περιοχής. Στο παγκάκι της στάσης κάθεται μια παρέα νεαρών, πάνω-κάτω σε ηλικία τρίτης λυκείου. Ξάφνου, ένα πόδι απλώνεται από το παγκάκι. Η γυναίκα σκοντάφτει πάνω του και πέφτει, ενώ την ίδια στιγμή η παρέα ξεσπά σε γέλια και επευφημίες γι’ αυτόν που είχε την φαεινή ιδέα. Η γυναίκα σηκώνεται, μαζεύει ντροπιασμένη τα κομμάτια της και μπαίνει αμίλητη στο λεωφορείο, δευτερόλεπτα πριν κλείσει η πόρτα. Είναι φανερό ότι έχει προ πολλού συμβιβαστεί με την ιδέα πως ανήκει σε κατώτερη «ράτσα». Και δέχεται τις τρικλοποδιές με την ίδια στωικότητα που οι Εβραίοι δέχονταν κάποτε το αστέρι στο πανωφόρι τους…

Λεπτομέρεια: Η γυναίκα δεν ανήκε στους ευνοημένους της Φύσης, αυτούς που θα χαρακτηρίζονταν «ευειδείς». Ήταν αρκετά ευτραφής και τα χαρακτηριστικά της δεν είχαν, γενικά, τίποτα το «ελκυστικό» με βάση τις επιταγές του σύγχρονου σταρ-σύστεμ. Ήταν πλασμένη, θαρρείς, μόνο και μόνο για να πιστοποιεί τον θρίαμβο των εκλεκτών της Φύσης πάνω στους αδικημένους. Θα έλεγα, ήταν το ιδανικό αντι-κάτοπτρο για τον υπερχειλίζοντα ναρκισσισμό της απάνθρωπης εποχής μας…

Το περιστατικό δεν είναι μεμονωμένο. Ανάλογα συμβαίνουν καθημερινά στην Αθήνα (για να περιοριστώ στην πόλη μου). Και όλα, σχεδόν, έχουν ως αυτουργούς νέους ανθρώπους. Κάποιοι από αυτούς, μάλιστα, ίσως κατεβαίνουν και στους δρόμους συμμετέχοντας σε συλλαλητήρια κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, αγνοώντας προφανώς ότι ξένος είναι καθένας που βιώνει την αρνητική διάκριση και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Περάσει ή δεν περάσει τα σύνορα της χρεοκοπημένης χώρας...

Μία νέα γενιά, λοιπόν, αναδύεται φέροντας μέσα της τον σπόρο του φασισμού της εικόνας, έτσι όπως η τελευταία επιβάλλεται από τα κέντρα του διεθνούς image making. Και όσοι δεν είναι προικισμένοι με τις ιδιότητες που απαιτούν τα στερεότυπα, οφείλουν να υποβάλλονται σε πόνους και έξοδα ώστε να υπερνικήσουν, κατά το δυνατόν, την ίδια τη βούληση της Φύσης. Ζωή παρά φύσιν, κατά μία έννοια!

Καμία προοδευτική πολιτική δύναμη, καμία ευαίσθητη ανθρωπιστική οργάνωση, κανένα αντιρατσιστικό κίνημα, δεν ασχολήθηκαν ποτέ με αυτό το είδος κοινωνικού ρατσισμού. Και κανείς από αυτούς δεν ανησύχησε για τις αναδυόμενες νοοτροπίες και συμπεριφορές μίας πολύ σκληρής νέας γενιάς σε ό,τι αφορά την αισθητική διαφορετικότητα ή – ακόμα χειρότερα – την φυσική αδυναμία. Στο Τρίτο Ράιχ, θυμίζουμε, αυτές ήταν ιδιότητες που επέσυραν την ποινή του θανάτου!

Από την παγίδα της εικόνας δεν ξέφυγε ούτε η πολιτική. Βλέπουμε πολιτικά κόμματα και δημοτικές παρατάξεις να εμπιστεύονται θέσεις ευθύνης σε πρόσωπα αμφίβολου πολιτικού και κοινωνικού ήθους, με μοναδικό κριτήριο την δημοφιλία τους στο τηλεοπτικό, κυρίως, κοινό. Το πρόσφατο θλιβερό συμβάν που οδήγησε σε μία ηχηρή παραίτηση στον δήμο της Αθήνας έχει ήδη συζητηθεί τόσο πολύ ώστε είναι περιττό να το σχολιάσουμε περαιτέρω. Θα σταθώ, όμως, σε ένα σημείο της υπόθεσης το οποίο αναδεικνύει a posteriori την λανθασμένη επιλογή που έκανε ένας κατά τα άλλα εξαίρετος και πολλά υποσχόμενος νέος τοπικός άρχοντας.

Το πρόσωπο στο οποίο ανατέθηκε η ευθύνη του πολιτιστικού τομέα του μεγαλύτερου δήμου της χώρας προέρχεται από τον χώρο της τηλεόρασης. Και, δυστυχώς, εκπροσωπεί εμφατικά μία κουλτούρα η οποία ελάχιστη ευαισθησία επιδεικνύει (το λέω αρκούντως κομψά...) για ανθρώπινες αδυναμίες που αφορούν το ευειδές της φυσικής παρουσίας ή τις αντοχές που παίρνει μαζί της η νεότητα που φεύγει.

Θεοποίηση «γραμμωτών» και «κοιλιακών»... Χλευασμός για μαλλιά και πόντους που λείπουν, ή κιλά που περισσεύουν... Περιφρόνηση (έως και γελοιοποίηση) για εκείνους που τους πήραν τα χρόνια και δεν διαθέτουν πια το κουράγιο που απαιτεί μία «ολονυκτία»... Ο άνθρωπος που «φορά τις πυτζάμες στο σπίτι» (sic) στέλνεται στα κρεματόρια της ζωής. Τόπο στους «άριους» εκλεκτούς των media!

Η απρέπεια του τρανταχτού γέλιου και της «πλακίτσας» για έναν κατ' ουσίαν βιασμό είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Κάτω από αυτήν κρύβεται ολόκληρη η φιλοσοφία μιας γενικότερης τάσης ευτελισμού της ανθρώπινης αδυναμίας στον χώρο της σημερινής τηλεόρασης. Και θα πρέπει να εξετάσουμε προσεκτικά κατά πόσον σε εκείνους που έχουν συμβάλει στην διαμόρφωση και τη συντήρηση αυτής της τάσης αναλογούν δημόσια αξιώματα που αφορούν τον ίδιο τον πολιτισμό!

Ο ρατσισμός έχει πολλά πρόσωπα. Κάποια, όμως, είναι περισσότερο προβεβλημένα από άλλα. Γι' αυτά τα άλλα, λιγότερο αναγνωρίσιμα πρόσωπα του ρατσισμού θα πρέπει κάποτε να μιλήσουμε ανοιχτά, να ανιχνεύσουμε τα αίτια και τις πηγές τους και να εντοπίσουμε τους κοινωνικούς παράγοντες που, συνειδητά ή όχι, συμβάλλουν στη συντήρηση και τη διάδοσή τους.

Κυρίως, θα πρέπει να πάψουμε να είμαστε επιλεκτικά ευαίσθητοι απέναντι στην υποτίμηση του διαφορετικού, παραβλέποντας διαφορετικότητες που ορίζονται ως τέτοιες όχι σύμφωνα με ανθρώπινες αξίες αλλά με βάση τα προστάγματα ιδιοτελών κατασκευαστών ειδώλων. Αλλιώς, το να δηλώνουμε γενικώς «αντιρατσιστές» συνιστά εμπαιγμό προς την ίδια την έννοια που επικαλούμαστε...

Aixmi.gr

Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Χίτλερ και Στάλιν στη ζυγαριά του Κακού

Με αφορμή μία πρόσφατη συζήτηση για την "εξίσωση" ναζισμού και κομμουνισμού από το Ευρωκοινοβούλιο


1. Εισαγωγή: Αναζητώντας τον «πιο κακό»…

Ο φίλος μου ο Αριστείδης έχει πάντα έτοιμο ένα αντεπιχείρημα κάτω από το μανίκι του, ακόμα κι αν του πεις πράγματα με τα οποία κατά βάση συμφωνεί! Τις προάλλες, πάνω σε μία συζήτηση ιστορικού περιεχομένου, έκανα ένα σχόλιο για τα εγκλήματα του Χίτλερ, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το Ολοκαύτωμα. «Σωστά», λέει ο Αριστείδης, «αλλά μην ξεχνάς ότι ο Στάλιν σκότωσε πολύ περισσότερους!»

Δεν ξέρω αν έχει ιδιαίτερη σημασία για την ηθική αξιολόγηση των δύο μεγαλύτερων εγκληματιών του εικοστού αιώνα, το ποιος από αυτούς κατέχει τα πρωτεία σε αριθμό δολοφονιών. Και δεν αναφέρομαι εδώ στους νεκρούς στα πεδία των μαχών, αλλά σε άμαχο πληθυσμό, ιδίως σε θύματα ρατσιστικών, εθνικών ή εθνοτικών εκκαθαρίσεων. Μέχρι σχετικά πρόσφατα, πάντως, η κρατούσα αντίληψη ήταν σύμφωνη με αυτή του Αριστείδη, ήτοι, «ο Στάλιν σκότωσε πιο πολλούς». Ένας διαπρεπής Αμερικανός ιστορικός, όμως, έρχεται να ανατρέψει αυτή την εικόνα…

Ο Timothy D. Snyder (γεν. 1969) είναι Καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Yale, ειδικός στην ιστορία της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης καθώς και σε θέματα που αφορούν το Ολοκαύτωμα. Η καλή γνώση έντεκα(!) ευρωπαϊκών γλωσσών τού επέτρεψε να μελετήσει πρωτότυπες αρχειακές πηγές που βρίσκονταν σε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, οι οποίες (πηγές) άρχισαν να διατίθενται ανοιχτά την δεκαετία του 1990, μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Στις πληροφορίες που συνέλεξε βασίστηκε το πιο φημισμένο σύγγραμμά του, “Bloodlands” [1].

Μία σύνοψη της έρευνάς του βρήκαμε στο ενδιαφέρον άρθρο του, “Hitler vs. Stalin: Who was worse?” [2]. Βλέπουμε εκεί την αμφισβήτηση δύο ευρέως διαδεδομένων υποθέσεων:

1. Η υπόθεση του «λιγότερο κακού» Στάλιν, σε σύγκριση με τον Χίτλερ που ευθύνεται για το ρατσιστικό έγκλημα του Ολοκαυτώματος. Ο Snyder επισημαίνει ότι τα ανάλογα εγκλήματα του Στάλιν δεν διαφέρουν πολύ ως προς την ηθική αξιολόγηση των προθέσεων, αφού στόχευαν σε εκκαθαρίσεις άμαχου πληθυσμού στη βάση εθνικών ή εθνοτικών κριτηρίων. (Επιφυλασσόμαστε να εκφράσουμε μία πιο προσωπική θέση στον επίλογο του κειμένου.)

2. Η υπόθεση του «λιγότερο φονικού» Χίτλερ, αφού ο Στάλιν (υποτίθεται πως) δολοφόνησε «πάνω από είκοσι εκατομμύρια». Με την απόκτηση πρόσβασης σε πρώην σοβιετικά αρχεία, κατέστη δυνατό να καταμετρηθούν με σχετική ακρίβεια τα θύματα της εθνικής/εθνοτικής πολιτικής τού Στάλιν. Η έρευνα του Snyder έδειξε ότι ο αριθμός τους είναι σαφώς μικρότερος από αυτόν των ανάλογων εγκλημάτων του Χίτλερ.

Ας δούμε αναλυτικά κάποια επί μέρους στοιχεία.

2. Πείνα και τρόμος στα χρόνια του Στάλιν: Πριν τον πόλεμο

Πολλοί συγκρίνουν τα σταλινικά Gulag [3] με τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι, όπως αναφέρει ο Snyder, η πλειονότητα όσων εισήλθαν στα Gulag έφυγαν ζωντανοί. Ο συνολικός αριθμός ανθρώπων που πέθαναν στα Gulag υπολογίζεται σε 2 με 3 εκατομμύρια (αριθμός, ασφαλώς, κατ’ απόλυτη τιμή συγκρίσιμος με τα στρατόπεδα των Ναζί). Από την άλλη, τα θύματα της πολιτικής του «Μεγάλου Τρόμου» (βλ. παρακάτω) δεν υπερβαίνουν το 1 εκατομμύριο, ίσως μάλιστα ο αριθμός να είναι ακόμα μικρότερος.

Η μεγαλύτερη καταστροφή που επέφερε ο σταλινισμός σε ανθρώπινες ζωές ήταν ο λιμός της περιόδου 1930-33, όπου περισσότεροι από 5 εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν από την πείνα. Από αυτούς, τα 3.3 εκατομμύρια των κατοίκων της Σοβιετικής Ουκρανίας που πέθαναν το 1932 και το 1933, υπήρξαν θύματα μιας προμελετημένης σταλινικής πολιτικής με καθαρά εθνοτικά κριτήρια. Ο Στάλιν επίταξε τα σιτηρά της Ουκρανίας αν και γνώριζε ότι κάτι τέτοιο θα σκότωνε εκατομμύρια. Κατόπιν, κατηγορώντας τους Ουκρανούς για την αποτυχία της δικής του πολιτικής, διέταξε μια σειρά μέτρων – όπως το σφράγισμα των ουκρανικών συνόρων – που ήταν βέβαιο ότι θα προκαλούσαν ακόμα περισσότερους μαζικούς θανάτους.

Το 1937, ο Στάλιν ξεκίνησε την πολιτική του «Μεγάλου Τρόμου» που στόχευε, κατά κύριο λόγο, τους πολίτες Πολωνικής και Ουκρανικής καταγωγής. Στην επιχείρηση του 1937-38 κατά των Kulak [4] κάπου 387,000 άνθρωποι εκτελέστηκαν. Οι υπόλοιποι «εχθροί» που εξοντώθηκαν (γύρω στις 247,000) ανήκαν σε μειονότητες που σχετίζονταν με χώρες που συνόρευαν με την Σοβιετική Ένωση. Ειδικά, στην «Πολωνική Επιχείρηση» που άρχισε το 1937, περίπου 111,000 άνθρωποι κατηγορήθηκαν για «κατασκοπεία» υπέρ της Πολωνίας και εκτελέστηκαν. Συνολικά, τα θύματα του Μεγάλου Τρόμου προσεγγίζουν (αλλά δεν φτάνουν) το 1 εκατομμύριο.

3. Άοπλα θύματα πολέμου

Μέχρι την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το σταλινικό καθεστώς είχε την απόλυτη υπεροχή σε δολοφονίες αμάχων σε σύγκριση με το ναζιστικό. Η Ναζιστική Γερμανία άρχισε να δολοφονεί σε παρόμοια κλίμακα μόνο μετά την Συνθήκη Molotov-Ribbentrop (Αύγουστος του 1939) και την κοινή γερμανο-σοβιετική εισβολή στην Πολωνία τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου. Από το 1939 ως το 1941, κάπου 200,000 Πολωνοί άμαχοι έχασαν τη ζωή τους, με την ευθύνη των φόνων περίπου μοιρασμένη εξίσου μεταξύ των δύο εισβολέων. Ανάμεσα στα θύματα ήταν οι διανοούμενοι, πολιτικοί κρατούμενοι και αιχμάλωτοι πολέμου που σκοτώθηκαν από τους σοβιετικούς στη Σφαγή του Katyn.

Η πολιτική λιμού των Γερμανών προκάλεσε 4.2 εκατομμύρια θανάτους στη Σοβιετική Ένωση. Τα θύματα περιλάμβαναν 3.1 εκατομμύρια σοβιετικούς αιχμαλώτους πολέμου, καθώς και 1 εκατομμύριο άμαχο πληθυσμό κατά την πολιορκία του Leningrad. (Ο Snyder δεν εξετάζει τα θύματα λιμού σε περιοχές εκτός Σοβιετικής Ένωσης.)

Ως αντίποινα ανταρτικής δράσης, οι Γερμανοί σκότωσαν περίπου 700,000 αμάχους (κυρίως Πολωνούς και Λευκορώσους) σε μαζικές εκτελέσεις. (Και πάλι, ο Snyder περιορίζει τη μελέτη του στις περιοχές της Πολωνίας και της Σοβιετικής Ένωσης.)

Βεβαίως, το μεγαλύτερο γερμανικό μαζικό έγκλημα παραμένει το Ολοκαύτωμα, με θύματα 5.7 έως 6 εκατομμύρια Εβραίους. Στα θύματα της ρατσιστικής αυτής θηριωδίας θα πρέπει να προσθέσουμε και περισσότερους από 100,000 Ρομά.

Συνολικά, οι Γερμανοί δολοφόνησαν περίπου 11 εκατομμύρια αμάχους. Ο αριθμός ξεπερνά τα 12 εκατομμύρια αν συνυπολογίσουμε τους προβλέψιμους θανάτους από τις εκτοπίσεις, την πείνα και τις αρρώστιες στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, τα καταναγκαστικά έργα, κλπ. Τα αντίστοιχα νούμερα για τους Σοβιετικούς της σταλινικής περιόδου (πριν και μετά τον πόλεμο) είναι 6 έως 9 εκατομμύρια. Είναι φανερό ότι τα θύματα της δολοφονικής μανίας του Στάλιν δεν προσεγγίζουν καν τον υποτιθέμενο αριθμό των 20 εκατομμυρίων!

Να σημειώσουμε, τέλος, ότι ο Snyder δεν προσμετρά στη μελέτη του τους στρατιώτες που έπεσαν στα πεδία των μαχών, καθώς και τους αμάχους που έχασαν τη ζωή τους σε βομβαρδισμούς ή άλλες πράξεις πολέμου. Περιορίζεται στα θύματα μαζικής εξόντωσης μέσω εκτελέσεων, μεθοδευμένου λιμού, ή φυλάκισης σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως.

4. Κάνοντας δίκη προθέσεων…

Πέρα από τον αριθμό των φονευθέντων, υπάρχει και το ζήτημα των προθέσεων. Σε ό,τι αφορά τους Γερμανούς, τα πράγματα είναι μάλλον ξεκάθαρα: Η Γερμανία φέρει την κύρια ευθύνη για τον πόλεμο, και οι φόνοι αμάχων που διέπραξε αποδίδονται σχεδόν αποκλειστικά σε ιμπεριαλιστικό μεγαλοϊδεατισμό με ρατσιστικές αφετηρίες.

Από την πλευρά των Σοβιετικών, οι περισσότεροι φόνοι άμαχου πληθυσμού έλαβαν χώρα σε καιρό ειρήνης και σχετίζονταν, κατά μεγάλο μέρος, με το όραμα του Στάλιν για βιομηχανικό εκσυγχρονισμό της χώρας του (όραμα, εν τούτοις, που δικαιώθηκε από την έκβαση του πολέμου κατά των Ναζί). Σε ό,τι αφορά τον λιμό της περιόδου 1930-33 (του οποίου τα θύματα ήταν, κυρίως, Ουκρανοί και – σε μικρότερο βαθμό – Πολωνοί) ο Στάλιν επιχείρησε να εξολοθρεύσει μέσω της πείνας όσους αντιστέκονταν στην διαδικασία του κολεκτιβισμού στη Σοβιετική Ένωση. Στην Ουκρανία, ειδικά, ήθελε να αφανίσει την τάξη των εύπορων γαιοκτημόνων (Kulak) έτσι ώστε το κράτος να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο της γεωργίας και να αρπάξει ανενόχλητα τον πλούτο της υπαίθρου, επενδύοντάς τον στην ανάπτυξη της βιομηχανίας.

Στον Μεγάλο Τρόμο του 1937-38, που επίσης στόχευσε, κατά κύριο λόγο, Πολωνούς και Ουκρανούς, η επιλογή των θυμάτων έγινε και πάλι με εθνοτικά κριτήρια. Ο Στάλιν θεωρούσε τους πολωνικής καταγωγής σοβιετικούς πολίτες, που διέμεναν στα δυτικά της χώρας, ως εν δυνάμει πράκτορες της Δεύτερης Πολωνικής Δημοκρατίας. Από την άλλη μεριά, όσοι Ουκρανοί Kulak επέζησαν από τον λιμό του 1932-33, επίσης θεωρήθηκαν ως πιθανή απειλή για το σοβιετικό καθεστώς στο πλαίσιο μίας ενδεχόμενης μελλοντικής σύγκρουσης.

Τέλος, μετά την εισβολή τους στην Πολωνία (1939), τόσο οι Γερμανοί, όσο και οι Ρώσοι, προσπάθησαν συνειδητά να εξολοθρεύσουν την πολιτική και πνευματική ελίτ της χώρας αυτής. Ήταν ακόμα η εποχή του «κακού Στάλιν». Ο «καλός Στάλιν» θα γεννιόταν δύο χρόνια αργότερα, με την εισβολή των (πρώην φίλων) Γερμανών στην Σοβιετική Ένωση…

5. Ποιος παραπληροφόρησε τον Αριστείδη;

Πέρα από την μη διαθεσιμότητα αρχειακών πηγών κατά τα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, ποιος είναι ο λόγος που πέσαμε τόσο έξω στις εκτιμήσεις μας για την αριθμητική διάσταση των δολοφονικών επιδόσεων του Στάλιν; (Η ηθική διάσταση παραμένει, ασφαλώς, τεράστια!) Πώς τα 6 έως 9 εκατομμύρια έγιναν «περισσότερα από 20 εκατομμύρια» στη συνείδηση του καλοπροαίρετου Αριστείδη; Εκτός των άλλων, για πολλά χρόνια τούτη η ιστορική παραποίηση πρόσφερε ένα πλαστό «ηθικό» πλεονέκτημα στο άλλο φρικτό τέρας της παγκόσμιας ιστορίας, τον Άντολφ Χίτλερ!

Ο Snyder απαντά πειστικά και σε αυτό το ερώτημα. Η παραπληροφόρηση θα μπορούσε να αποδοθεί στις σκοπιμότητες του Ψυχρού Πολέμου. Σύντομα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι νικήτριες δυνάμεις, με εξαίρεση την Σοβιετική Ένωση, συμμάχησαν στο πλαίσιο του NATO με τον πρώην εχθρό τους, την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Ο καινούργιος εχθρός ήταν τώρα ένας πρώην σύμμαχος: η Σοβιετική Ένωση! Μία τέτοια εναλλαγή ρόλων στο δίπολο «εχθρός-φίλος» απαιτούσε έναν βαθμό ηθικής και ιστορικής «ευκαμψίας», η οποία θα μπορούσε να επιτρέψει κάποιες (ούτως ή άλλως αυθαίρετες, ελλείψει αδιαμφισβήτητων στοιχείων) αριθμητικές υπερβολές που άμβλυναν τις ενοχές των φίλων και μεγέθυναν εκείνες των εχθρών…

6. Επίλογος: Ποιος ήταν, τελικά, ο «πιο κακός»;

Έχει, άραγε, απόλυτη σημασία ο αριθμός των εγκλημάτων για την σχετική ηθική αξιολόγηση δύο κορυφαίων εγκληματιών της Ιστορίας; Ας το αφήσουμε αυτό στην κρίση του αναγνώστη. Άλλωστε, όπως επισημαίνει ο Snyder, όταν μιλούμε για νεκρούς, η διαφορά ανάμεσα στο μηδέν και το ένα είναι άπειρη!

Στην περίπτωση, τώρα, που κάποιος θα αποφάσιζε να υπερβεί την καθαρά λογιστική ηθική των αριθμών για να αποδυθεί σε μία βαθύτερη ηθική ανάλυση του ζητήματος, η απάντηση στο ερώτημα «ποιος ήταν ο πιο κακός;» θα προέκυπτε μάλλον αβίαστα. Μία τέτοια ανάλυση είχαμε επιχειρήσει σε παλιότερο κείμενο [5]. Το τελικό συμπέρασμα ήταν ότι κανένα «συμβατικό» κρίμα, οσοδήποτε μεγάλο, δεν μπορεί να συγκριθεί με ένα μαζικό έγκλημα που το υπαγορεύει η διαστροφική ιδεολογία του ρατσισμού.

Από αυτή την άποψη, το να χαρακτηρίσει κάποιος τον Χίτλερ ως απλά «κακό» - ακόμα και ακραία κακό - αποτελεί ύβρι προς την ίδια την ιδέα του Ανθρώπου. Γιατί, η ιδιότητα του Κακού σχετίζεται με ηθική διαβάθμιση στο συνεχές του ανθρώπινου χαρακτήρα. Και οι έννοιες «άνθρωπος» και «Χίτλερ» δύσκολα βρίσκουν σημείο συνάντησης στις συνειδήσεις. Εκείνες, τουλάχιστον, που απομένουν...

Σημειώσεις:

[1] Timothy Snyder, Bloodlands: Europe Between Hitler and Stalin (Basic Books, 2010). Ελληνικός τίτλος: Αιματοβαμμένες χώρες: Η Ευρώπη μεταξύ Χίτλερ και Στάλιν.

[2] Timothy Snyder, Hitler vs. Stalin: Who was worse? (The New York Review of Books, https://www.nybooks.com/daily/2011/01/27/hitler-vs-stalin-who-was-worse/).

[3] Gulag: Κρατική υπηρεσία που επόπτευε τα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας στην Σοβιετική Ένωση της σταλινικής περιόδου. Με τα χρόνια, ο όρος ταυτίστηκε με τα ίδια τα στρατόπεδα.

[4] Kulak: Κατηγορία σχετικά εύπορων γαιοκτημόνων στην Τσαρική Ρωσία και, αργότερα, στην Σοβιετική Ένωση. Κατ’ επέκταση, κατά την σταλινική περίοδο, όσοι αντιστάθηκαν στις πιέσεις της Μόσχας να παραδώσουν τα σιτηρά τους στην κεντρική διοίκηση στο πλαίσιο του «κολεκτιβισμού» (1928-1940).

[5] Κ. Παπαχρήστου, Ο Χίτλερ και η φιλοσοφική θεώρηση του Κακού (Το Βήμα, https://www.tovima.gr/2016/03/29/opinions/o-xitler-kai-i-filosofiki-thewrisi-toy-kakoy/).

ΤΟ ΒΗΜΑ