Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016

Τα capital controls και τα κορόιδα...


Ανοίγω το ραδιόφωνο τις προάλλες, να ακούσω τις ειδήσεις της ημέρας. Μία από αυτές ελάχιστα με εντυπωσίασε: Σε δηλώσεις του στην κρατική τηλεόραση, ο υπουργός Οικονομικών εκτίμησε ότι η οριστική άρση των capital controls θα γίνει «μετά το τέλος της δεύτερης αξιολόγησης» (το πόσο μετά, δεν το προσδιόρισε), προβλέποντας μάλιστα ότι η διαπραγμάτευση αναμένεται να περάσει μέσα από συγκρούσεις και έντονες διαφορές με τους θεσμούς!

Την ίδια στιγμή, όλοι οι αναλυτές – κυβερνητικοί και μη – λένε σε όλους τους τόνους ότι δεν θα αρθούν οι περιορισμοί αν πρώτα δεν επιστρέψει το αίσθημα εμπιστοσύνης στους καταθέτες, έτσι ώστε να «πάρουν τα λεφτά απ’ το στρώμα» και να τα ξαναβάλουν στις τράπεζες. Όμως, ποια εμπιστοσύνη μπορεί να υπάρχει σε ένα σύστημα που ανά πάσα στιγμή, ξαφνικά και απροειδοποίητα, έχει τη δυνατότητα να δεσμεύει τα χρήματα των ανθρώπων; Πρώτα άρση των περιορισμών, λοιπόν, και μετά επιστροφή των κεφαλαίων στη βάση τους. Φαύλος κύκλος, δηλαδή. Κάτι σαν την κότα και το αυγό!

Βέβαια, αυτοί που έμειναν να ταλανίζονται με τα capital controls είναι κάτι κορόιδα σαν και του λόγου μου, που έδινα πίστη στον ταμία της τράπεζας όταν τον άκουγα πέρυσι, μέσα Ιουνίου, να μιλά κοροϊδευτικά για τους «υστερικούς πελάτες» που έρχονταν κάθε τόσο να αποσύρουν τεράστια ποσά από τις καταθέσεις τους, πέφτοντας θύματα, υποτίθεται, της περιρρέουσας κινδυνολογίας.

Εκείνη τη μοιραία Παρασκευή, λοιπόν, δεν πήγα να πάρω χρήματα, αν και χρειαζόμουν. «Άσε, από Δευτέρα», σκέφτηκα! Εξ άλλου, ο δίτροχος ροκ-σταρ – και, αν του περίσσευε χρόνος, υπουργός των Οικονομικών – με το κακόγουστα ανορθόγραφο όνομα, μας διαβεβαίωνε αφενός ότι η συμφωνία με τους θεσμούς ήταν υπόθεση ωρών για να ολοκληρωθεί, αφετέρου δε ότι, σε κάθε περίπτωση, το κλείσιμο των τραπεζών δεν ήταν μια θεσμικά προβλεπόμενη διαδικασία.

Τελικά, ξυπνήσαμε Σάββατο πρωί με την αναγγελία του παρανοϊκού δημοψηφίσματος, για να ακολουθήσουν σύντομα οι εξ ανέμελης μοτοσικλέτας προερχόμενοι αυτάρεσκοι κομπασμοί, «Αγάπη μου, έκλεισα τις τράπεζες» (“Honey, I just shut the banks”)!

Κάρτες δεν είχα ποτέ, το ίδιο κι η γυναίκα μου. Εκείνη την εποχή προέκυψαν μάλιστα και κάποια ιατρικά έξοδα που άμεσα απαιτούσαν μετρητά. Έφτασα να μετρώ τα ψιλά στο πορτοφόλι μου για μια τυρόπιτα, μοναδικό γεύμα της ημέρας. Δεν θα ντραπώ να ομολογήσω ότι κάποιες μέρες πείνασα...

Σε κάθε περίπτωση, εμείς οι αφελείς πιαστήκαμε στον ύπνο. Γιατί, ως την Παρασκευή το μεσημέρι, ώρα που οι τράπεζες κατέβαζαν ρολά, όλα πήγαιναν – υποτίθεται – ιδανικά. Η συμφωνία με τους θεσμούς ήταν «σχεδόν κλεισμένη», και από Δευτέρα όλα θα ήταν “business as usual”. Βέβαια, ως γνωστόν, το κλείσιμο των τραπεζών ποτέ δεν προαναγγέλλεται επισήμως. Πόσο μάλλον όταν ακόμα και μια απλή φήμη που διαδίδεται ανεύθυνα από στόμα σε στόμα, είναι ικανή να ενσπείρει τον πανικό στους καταθέτες, οδηγώντας σε χαοτικές καταστάσεις μέσα και έξω από τις τράπεζες.

Θυμάμαι ένα τηλεφώνημα που είχα δεχθεί από συγγενικό μου πρόσωπο, κάπου πέντε χρόνια πριν. Μου έδινε την «υπεύθυνη και άκρως εμπιστευτική» πληροφορία (την οποία απαγορευόταν να μοιραστώ με οποιονδήποτε άλλον) ότι «την Κυριακή αναγγέλλεται η χρεοκοπία και από Δευτέρα πρωί θα κλείσουν επ’ αόριστον οι τράπεζες». Γι’ αυτό, θα έπρεπε να σπεύσω να αποσύρω όλες τις καταθέσεις μου!

Για κάποιο λόγο, δεν μου φάνηκε τότε σοβαρή η πληροφορία. Σκέφτηκα όμως τι θα γινόταν έτσι και άνοιγα το στόμα μου «ενημερώνοντας» κάποιους άλλους, καθένας εκ των οποίων θα μιλούσε με τη σειρά του σε άλλους τόσους. Να πώς δημιουργείται από το τίποτα η χιονοστιβάδα του πανικού κι ανοίγουν οι πύλες του χάους!

Θα μου πείτε, τα λεφτά έφυγαν ούτως ή άλλως «εν ψυχρώ» από τις τράπεζες. Ωστόσο, κάτι έμεινε πίσω να τις κρατάει όρθιες. Μέσα σ’ αυτό το «κάτι» είναι τα χρήματα των «κορόιδων». Εκείνων, δηλαδή, που δεν πήραν στα σοβαρά έναν επικίνδυνο ταχυδακτυλουργό της οικονομικής επιστήμης, που είχε στην άκρη του μυαλού του ένα σχέδιο υφαρπαγής των μόχθων τους για να χρηματοδοτήσει το ουτοπικό κοινωνικό του όραμα με τον παραπλανητικό κωδικό “Plan B”. Που στην πραγματικότητα ήταν “Plan A”...

Κάποιοι που βρεθήκαμε τότε στον αέρα, δίχως ευρώ στο στρώμα και πλαστικές κάρτες στο πορτοφόλι, πήραμε για λίγο μια γεύση από την καθολικά φτωχοποιημένη κοινωνία που μας ετοίμαζαν από καιρό ένας υπερφίαλος ακαδημαϊκός, ένας δογματικός νεο-σταλινικός και μια υστερικά στριγκλίζουσα κόρη. Με στοιχειώνει ακόμα η θύμηση από το βουβό κλάμα ενός ανθρώπου προχωρημένης ηλικίας, που μάταια εκλιπαρούσε στην τράπεζα για λίγα μετρητά. «Πώς θα ζήσουμε;», ρωτούσε μάλλον ρητορικά τον ατσαλάκωτο με τη γραβάτα...

Θυμάμαι επίσης τον ναρκισσευόμενο μπον βιβέρ υπουργό σε μια τηλεοπτική συνέντευξή του το απόγευμα της μέρας του δημοψηφίσματος, να απαντά σε ερώτηση δημοσιογράφου σχετικά με τους ηλικιωμένους που, μες στη ζέστη του καλοκαιριού, ξεροστάλιαζαν με τις ώρες έξω απ’ τις τράπεζες. Με υπεροψία και κυνισμό που θα έκαναν οποιονδήποτε (πλην θαυμαστών) να ανατριχιάσει, τους περιέγραψε περίπου ως αναλώσιμο είδος, κάτι σαν αναγκαίες παράπλευρες απώλειες στον αγώνα για «εθνική ανεξαρτησία»! Έτσι όπως εκείνος, τουλάχιστον, αντιλαμβανόταν τις έννοιες...

Όσο για το πνευματικό παιδί του, τα capital controls, δηλαδή, που μας άφησε ως παρακαταθήκη πηγαίνοντας να πουλήσει και σ’ άλλες πολιτείες το σταριλίκι και τις επιστημονικές ιδέες του («Πώς να οδηγήσετε μια χώρα σε ολική χρεοκοπία μέσα σε πέντε μήνες!»), αυτά μάλλον ήρθαν για να μείνουν. Ας μην παραμυθιαζόμαστε, λοιπόν, με τη δήθεν επικείμενη άρση τους. Στο κάτω-κάτω, όλα συνηθίζονται με τον καιρό. Ακόμα και το αίσθημα του κορόιδου...

Aixmi.gr